Πέμπτη, 28 Μαρτίου, 2024

Διαμόρφωση της Φυτικής Βιοποικιλότητας των νήσων της Περιφέρειας Βορείου Αιγαίου – Μέρος Γ3 (Ψαρά, Αντίψαρα, Χίος, Οινούσσες)

Άρθρα & Δημοσιεύσεις

Τελευταία Άρθρα & Ειδήσεις

του Βαγγέλη Αξιώτη*

 Συνεχίζοντας την πορεία μας προς τα νότια και πάντα στην ίδια φυτογεωγραφική περιοχή με αυτή της νήσου Λέσβου (ΕAe), συναντάμε την νήσο Χίο, τις Οινούσσες και τα νησιά Ψαρά και Αντίψαρα. Παρακάτω θα αναλύσουμε τα βασικά χαρακτηριστικά των νήσων αυτών, όπως γεωμορφολογία και κλίμα.

Έτσι λοιπόν η νήσος Χίος είναι ορεινό νησί με έκταση 842 km2 και μήκος ακτών 229 km. Το νησί σπονδυλώνεται από βορρά προς νότο από οροσειρά που καταλήγει στην βουνολοφώδη περιοχή των Μαστιχοχωρίων. Η ψηλότερη κορυφή της είναι το Πελιναίο Όρος (1.297 μ.) στο βόρειο άκρο. Νοτιότερα από το Πελιναίο, υψώνεται το Όρος (1126 μ.) και στη συνέχεια ο Κοκλιάς (770 μ.), ο Προβατάς (807 μ.) και το Λεπρό (650 μ.). Υπάρχουν και άλλα χαμηλότερα όρη που το ύψος τους κυμαίνεται μεταξύ των 400 και 600 μέτρων, όπως ο Αίπος, ο Κένταυρος, η Κολούμπα. Τις πεδιάδες της Χίου αποτελούν οι παραλιακές πεδινές περιοχές της πρωτεύουσας του νησιού, καθώς και της Καλαμωτής. Η πρώτη βρίσκεται στο κέντρο της ανατολικής πλευράς και η δεύτερη στο ΝΑ τμήμα του νησιού. Οι ακτές του νησιού δεν παρουσιάζουν έντονο διαμελισμό. Στις δυτικές ακτές σχηματίζεται μια μεγάλη ανοικτή κόλπωση που δίνει στο νησί το σχήμα ημισελήνου. Το νοτιότερο άκρο της είναι το Ακρωτήριο Μάστιχο ή Ούρα, ενώ το βορειότερο άκρο της είναι το Ακρωτήριο Επανωχωρίου ή Επανωμεριάς. Το νησί χωρίζεται από τη χερσόνησο της Ερυθραίας της Μικράς  Ασίας με το δίαυλο της Χίου ή στενό του Τσεσμέ, πλάτους 6 μιλίων.

Στην Χίο γεωλογικά επικρατούν οι σχηματισμοί της Πελαγονικής ζώνης. Αποτελούνται κυρίως από κρυσταλλικούς ασβεστόλιθους και γνευσιοσχιστόλιθους, όπως επίσης και σχηματισμούς του Παλαιοζωικού. Σύμφωνα με την γεωλογική χαρτογράφηση των Besenecker H. (1962-1967), τα παλαιότερα πετρώματα της Χίου εντοπίζονται στο βορειοδυτικό τμήμα της και συνίστανται κυρίως από παλαιοζωικά κλαστικά πετρώματα (γραούβακες, σχιστόλιθους, πυριτόλιθους), καθώς και ασβεστόλιθους. Το υπόλοιπο μεγαλύτερο μέρος του νησιού αποτελείται κυρίως από μεσοζωικούς ασβεστόλιθους και δολομίτες, οι οποίοι καλύπτουν διάφορες χρονολογικές περιόδους. Επίσης πρέπει να αναφερθεί ότι στην Χίο εκδηλώθηκε περιορισμένης έκτασης μειοκαινική ηφαιστειακή δραστηριότητα. Στις πεδινές εκτάσεις συναντώνται προσχωσιγενή εδάφη. Το μεγαλύτερο µέρος των εδαφών είναι αυτόχθονα ή κολλουβιακά και περιέχουν µικρούς λίθους και χαλίκια. Στα Μεστά είναι πετρώδη, ενώ στο Εµπορειό εμφανίζονται ερυθρογαίες.

Το κλίμα της Χίου χαρακτηρίζεται ως παραδοσιακό μεσογειακό κλίμα, δηλαδή υποτροπικά ξηρό. Οι χειμώνες είναι σχετικά ήπιοι με λίγες βροχοπτώσεις και τα καλοκαίρια όχι ιδιαίτερα θερμά με άφθονη ηλιοφάνεια. Η θερμή περίοδος διαρκεί από τον Μάιο μέχρι τον Σεπτέμβριο και η ψυχρή από τον Οκτώβριο μέχρι τον Απρίλιο.

Τα Ψαρά μαζί με τα Αντίψαρα είναι σύμπλεγμα νήσων που βρίσκονται 48 μίλια βορειοδυτικά της νήσου Χίου, έδρα του ομώνυμου δήμου, της περιφέρειας Βορείου Αιγαίου. Έχει συνολική έκταση 44,5km2 και μήκος ακτών 45 χλμ. Νήσος ορεινή και βραχώδης, με υψηλότερη κορυφή τον Προφήτη Ηλία που έχει ύψος 531μ. Σε τοποθεσίες κοντά στην θάλασσα σχηματίζονται στενές λωρίδες καλλιεργήσιμης γης που τις διασχίζουν μικροί χείμαρροι. Ένα μέρος του νησιού καλύπτεται από ηφαιστειακούς σχηματισμούς (τόφφοι και ιγνιμπρίτες). Απαντώνται επίσης κλαστικά και ανθρακικά πετρώματα. Τη βάση των σχηματισμών την αποτελούν φυλλίτες και γραούβακες, πάνω στους οποίους έχουν αποτεθεί μεταμορφωμένοι γνεύσιοι και αργότερα ηφαιστίτες. Στις κοιλάδες του νησιού στην δυτική πλευρά παρατηρούνται επίσης αλλούβιοι σχηματισμοί.

Ευδοκιμούν λιγοστά οπωροφόρα δέντρα (αχλαδιές, δαμασκηνιές, συκιές, βερικοκιές και ελάχιστα αμπέλια). Την χλωρίδα του νησιού την καθορίζουν μόνο φρυγανικά οικοσυστήματα με κυρίαρχο είδος την αστοιβή, αλλά και ποώδη χειλανθή φυτά, ιδίως το θυμάρι. Σε παραθαλάσσιες τοποθεσίες ευδοκιμούν ομάδες φυλλοβόλου λυγαριάς.

Οι Οινούσσες είναι ένα νησιωτικό σύμπλεγμα του ανατολικού Αιγαίου το οποίο βρίσκεται σε απόσταση 2 km από τις βορειοανατολικές ακτές της Χίου και 8km από τις ανατολικές ακτές της Μικράς Ασίας. Αποτελείται από ένα σύμπλεγμα 6 νήσων (Οινούσσες, Παναγία, Βάτος, Βατοπούλα, Ποντικός και Αρχοντόνησο). Το κύριο νησί είναι οι Οινούσσες με μία έκταση 14km2 και συνολικό μήκος 8 km. Τα άλλα νησιά είναι μικρότερα με μια έκταση συνολική 3km2 και μήκη από 300 km έως και 100μ. Γεωλογικά αποτελείται κυρίως από ψαμμίτες, μάργες και ασβεστόλιθους. Στο νησί αναπτύσσονται επιμεταμορφωμένοι προπαλαιοζωικοί σχηματισμοί που αποτελούνται από ασβεστόλιθους, φυλλίτες, χαλαζιακές στρώσεις, πηλίτες, ψαμμίτες και κροκαλοπαγή. Στις μικρές πεδινές εκτάσεις έχει συσσωρευτεί υλικό από την αποσάθρωση των παραπάνω σχηματισμών καθώς και αλλουβιακές προσχώσεις. Σε όλο το νησί εμφανίζεται πλούσιος μανδύας αποσάθρωσης, λόγω των ήπιων μορφολογικών κλίσεων που επικρατούν γενικά. Το μεγαλύτερο ύψος εμφανίζεται στην κεντρική νήσο του συμπλέγματος με ύψος 182μ. από την επιφάνεια της θάλασσας.

Το κλίμα είναι το ίδιο με αυτό της νήσου Χίου (ομβροθερμικό διάγραμμα), με ξηρή περίοδο από μέσα Απριλίου έως τέλη Οκτωβρίου. Η χλωρίδα αποτελείται από 264 είδη φυτών, που εμφανίζονται στην Χίο και στα υπόλοιπα νησιά του ΒΑ Αιγαίου.

Στην νήσο Χίο και την ευρύτερη θαλάσσια περιοχή απαντώνται οι εξής σημαντικές περιοχές, χαρακτηρισμένες ως Ζώνες Ειδικής Προστασίας (ΖΕΠ) (SPA – Special Protection Areas), με βάση την οδηγία 2009/147/ΕΚ (Εικόνα): Νησιά Αντίψαρα και νησίδες Δασκαλιό, Ματρογιώργο, Πρασονήσι, Κατωνήσι, Μεσιακό, Κουτσουλιά (GR4130002), η Βόρεια Χίος (GR4130003) και η νησίδα Βενετικό (GR4130004). Στην βάση δεδομένων του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου (ΦΙΛΟΤΗΣ) έχει ενταχθεί επίσης και η κατηγορία «Άλλοι βιότοποι» και προτείνεται να χαρακτηριστούν ως τοπία ιδιαίτερου φυσικού κάλλους παρουσιάζοντας ιδιαίτερα περιβαλλοντικά ή άλλα χαρακτηριστικά. Αυτοί οι βιότοποι είναι: Νήσος Οινούσσες (ΑΒ5080107), Νήσος Ψαρά (ΑΒ5080030), Όρος Πελιναίο Χίου (ΑΒ5090006).

Όσον αφορά τον αριθμό των φυτικών ειδών/υποειδών, στο νησί της Χίου έχουν καταγραφεί 1.260 είδη από τα οποία το ποσοστό των ενδημικών ανέρχεται σε 1,4% και στις Οινούσσες έχουν καταγραφεί 270 είδη και υποείδη με το ίδιο ποσοστό ενδημισμού της Χίου. Για την χλωρίδα της Χίου, Ψαρών και Αντίψαρων θα αναφερθούμε σε επόμενο άρθρο.

Στις Οινούσσες και στηριζόμενοι στην χλωριδική μελέτη που πραγματοποιήθηκε το 1993 (Panitsa et al., 1993), εμφανίζονται 51 οικογένειες και 204 γένη φυτικών ειδών. Η συγκεκριμένη ανάλυση αποδεικνύει τα μεσογειακά χαρακτηριστικά της χλωρίδας με κυρίαρχα τα φρυγανικά οικοσυστήματα. Από τις υπόλοιπες οικογένειες παρουσιάζονται τα εξής: Leguminosae (50), Compositae (37), Gramineae (30), Labiatae (12), Caryophyllaceae (12), Liliaceae (12), Cruciferae (10), Umbelliferae (8), Plantaginaceae (6) και Scrophulariaceae (6). Πρέπει να αναφέρουμε την Pistacia terebinthus L. subsp. palaestina (Boiss), Αristolochia parviflora SM, Cistus creticus L., Anthemis chia L., Crepis dioscoridis L., Helichrysum stoechas (L) MOENCH subsp. barrelieri και Helichrysum orientale (L.) DC, Hypericum perforatum L., Coridothymus capitatus (L.), Lavandula stoechas L., Origanum onites L., Salvia verbenaca L., Satureja juliana L. και Satureja thymbra L., Sideritis curvidens, Stachys cretica L. subsp. smyrnae, Anthyllis hermanniae L., Malva cretica και Malva parvifora, Mandragora autumnalis. Επίσης παρατηρήθηκαν διάφορα είδη Allium όπως Allium capani, Allium flavum L. subsp. tauricum, Allium guttatum subsp. sardoum, Allium neapolitanum, Allium roseum. Από τις ορχιδέες παρατηρήθηκαν τα είδη Limodorum abortivum, Neotinea maculata, Ophrys doerfleri, Orchis sancta L., Serapias vomeracea subsp. laxiflora.

Όπως αναφέραμε προηγουμένως, αυτό που επικρατεί στις Οινούσσες είναι τα φρυγανικά οικοσυστήματα. Σε αυτά εμφανίζονται τα είδη, όπως Sarcopoterium spinosum, Cistus creticus, Pistacia lentiscus Centaurea spinosa, Erica manipuliflora, Spartium junceum, Calicotome villosa (Panitsa et al., 1993). Επίσης οι  παραθαλάσσιες περιοχές καλύπτονται από είδη Limonium, όπως Limonium virgatum και Limonium graecum.

Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να αναλύσουμε την φυτική βιοποικιλότητα των μικρών νήσων της Περιφέρειας Βορείου Αιγαίου, με στόχο να αναδείξουμε τις δυνατότητες καλλιέργειας, αξιοποίησης φυτικών ειδών, ακόμα και αν στις νήσους αυτές έχει παρατηρηθεί μία γενική υποβάθμιση των οικοσυστημάτων εξαιτίας της εντατικής καλλιέργειας από την παρουσία του ανθρώπου, η οποία αποδεικνύεται από την παρουσία θεροφύτων (Barbero et al., 1990).

 

*Φαρμακοποιός / Χημικός Φαρμάκων, διδάκτορας Ιατρικής σχολής “La Sapienza” της Ρώμης

Μεταδιδακτορικός ερευνητής της Φαρμακευτικής σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Email: [email protected]

spot_img

More articles