“Αιγαιοπελαγίτες πρόσφυγες στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο” είναι το θέμα της εκδήλωσης που συνδιοργανώνουν αύριο Τετάρτη, 29 Ιανουαρίου, στις 6:30 μ.μ., στην Αίθουσα Εκδηλώσεων του Νέου Κτιρίου του Αρχαιολογικού Μουσείου Μυτιλήνης, η Ένωση Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Πελοποννήσου – Ηπείρου και Νήσων με τους Φίλους Ιστορικής Μνήμης και Πολιτιστικής Δημιουργίας (ΦΙΜΠΟΔ).
Στο πλαίσιο της εκδήλωσης θα παρουσιασθεί το βιβλίο του δημοσιογράφου Ικαριώτη Νάσου Μπράτσου “Αιγαιοπελαγίτες πρόσφυγες στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο (Τουρκία – Μέση Ανατολή – Αφρική – Κύπρος). Μια οδύσσεια επιβίωσης μέσα από αφηγήσεις των πρωταγωνιστών. Ο συγγραφέας, Νάσος Μπράτσος, σε μια μίνι συνέντευξη μίλησε στα «Νέα της Λέσβου» για το βιβλίο που θα παρουσιασθεί στη Μυτιλήνη.
-Πότε κυκλοφόρησε το βιβλίο;
«Κυκλοφόρησε Δεκέμβριο του 2017 η πρώτη έκδοση και άνοιξη του 2019 η δεύτερη έκδοση με περισσότερα στοιχεία».
–Πώς προέκυψαν τα περισσότερα στοιχεία;
«Στις εκδηλώσεις που κάναμε για την παρουσίαση του βιβλίου, συγγενείς ανθρώπων που υπήρξαν πρόσφυγες ή και οι ίδιοι, όσοι μπορούσαν να ήταν σε καλή κατάσταση έρχονταν στην εκδήλωση και μοιράζονταν τη δική τους εμπειρία. Οι μαρτυρίες τους προστέθηκαν στη νέα έκδοση του βιβλίου».
-Είναι πολλές οι μαρτυρίες που παρουσιάζονται στο βιβλίο;
«Είναι συνεντεύξεις από δεκάδες ανθρώπους, με φωτογραφίες από το οικογενειακό τους αρχείο και ντοκουμέντα της εποχής».
-Είναι κυρίως από την Ικαρία ή και από άλλα νησιά του Αιγαίου;
«Ο βασικός όγκος είναι από Ικαρία. Προσπάθησα να βρω και από άλλα νησιά και υπάρχουν μαρτυρίες κυρίως από νότιο Αιγαίο. Λίγες περιπτώσεις από Χίο και λίγες από Σάμο. Από Λέσβο υπάρχουν ελάχιστες παρότι γνωρίζουμε ότι υπήρξαν και από εκεί πρόσφυγες που πέρασαν στην Τουρκία και από εκεί στη Μέση Ανατολή. Είχα δει μαρτυρίες σε ντοκιμαντέρ της Τουρκίας».
-Τι ήταν εκείνο που τους έκανε να φύγουν από τον τόπο τους;
«Κυρίως η πείνα. Η πείνα τους ανάγκαζε να φύγουν. Η Λέσβος ίσως επηρεάστηκε λιγότερο από την πείνα γιατί είχε τις ελιές. Στα άλλα νησιά η κατάσταση ήταν πολύ δύσκολη, όπως βέβαια και στην Ηπειρωτική Ελλάδα. Απαγόρευσαν τότε και την αλιεία, οπότε ήταν δύσκολο να ζήσουν. Στην Ικαρία μάλιστα επειδή υπήρχε μεγάλο ρεύμα ναυτικών που έφευγαν από το νησί η γη δεν είχε καλλιεργηθεί».
-Ποια ήταν η διαδρομή που ακολουθούσαν;
«Έμπαιναν σε βάρκες, ανά οικογένειες, ανά ομάδες – όπως γίνεται και τώρα στην προσφυγική κρίση που ζούμε και πήγαιναν Τουρκία και από εκεί στο Χαλέπι – που ήταν ενδιάμεσος σταθμός – και στη συνέχεια μοιράζονταν σε διάφορες χώρες. Στον Τσεσμέ ήταν σημείο συγκέντρωσης, εκεί τους μάζευαν για καιρό. Λόγω του ότι μάλιστα εκεί συγκεντρώνονταν πολλοί πρόσφυγες, οι συνθήκες ήταν δραματικές. Οι Εγγλέζοι έκαναν κουμάντο στις προσφυγικές ροές. Ένα μικρό ποσοστό από αυτούς πήγαιναν στην Κύπρο. Οι περισσότεροι πήγαιναν στο Χαλέπι. Εκεί τους κατέγραφαν και από εκεί πήγαιναν Λίβανο, Αίγυπτο, Αφρική, Αιθιοπία. Στις άλλες χώρες ζούσαν σε προσφυγικούς καταυλισμούς, ενώ στην Αιθιοπία έμεναν σε σπίτια, έκαναν τη δουλειά που έκαναν στην Ελλάδα με την προϋπόθεση να πάρουν μαζί έναν ντόπιο να του δείξουν τη δουλειά. Ήταν φιλέλληνας ο αυτοκράτορας Αιθιοπίας Χαϊλέ Σελασιέ».
-Ήταν και μέλη της οικογένειάς σας ανάμεσα στους Ικαριώτες που έγιναν πρόσφυγες;
«Είχε φύγει όλο το σόι της μητέρας μου 7 άτομα, με δική τους βάρκα. Ο παππούς πέθανε στον Τσεσμέ από το φαγητό. Από την πείνα, τους έδιναν εκεί διάφορα φαγητά αμφιβόλου ποιότητας. Από γαστρεντερικά προβλήματα έφυγε, όπως και άλλοι τότε. Οι θείοι μου κατατάχθηκαν στο πολεμικό ναυτικό ο ένας, ο άλλος ναυτεργάτης, ενώ η μητέρα μου με τις θείες μου βρέθηκαν σε ξενοδοχείο στο Λίβανο, μισθωμένο για πρόσφυγες. Εκεί πήγαν και σχολείο. Γύρισαν το 1945 όταν τέλειωσε ο πόλεμος, με μεγάλα πλοία υπερωκεάνια γύρισαν πίσω. Όταν γύρισαν, η κατάσταση ήταν δύσκολη στα νησιά και αρχές του ‘50 με το ρεύμα εσωτερικής μετανάστευσης έφυγε και η οικογένειά μου για Αθήνα».
-Ποιο είναι το μήνυμα που θέλετε να στείλετε στον αναγνώστη μέσα από το βιβλίο;
«Είναι διπλό το μήνυμα. Ακόμα και αν δεν είχαμε σήμερα το θέμα με το προσφυγικό στα νησιά, η ιστορία του προσφυγικού την εποχή του β’ Παγκόσμιου Πολέμου είναι πτυχή της ιστορίας της εθνικής αντίστασης. Βοήθησαν το στρατό άνδρες, αλλά και γυναίκες. Γι’ αυτό στις εκδηλώσεις μας για την παρουσίαση του βιβλίου έχουν έρθει και μέλη της εθνικής επιτροπής διεκδίκησης των γερμανικών αποζημιώσεων. Το αναγνώρισαν σαν κομμάτι αυτής της ιστορίας. Από την άλλη μεριά αναπόφευκτα συνδέεται με την προσφυγική κρίση που βιώνουμε στα νησιά. Είναι ένα συγκινησιακό πεδίο. Όπως η μάνα με τις θείες μου ήταν σε μισθωμένο για πρόσφυγες ξενοδοχείο στο Λίβανο, έτσι είναι τώρα κάποιες οικογένειες και κάποια παιδιά, ζούνε σε τέτοιους χώρους και τα παιδιά πηγαίνουν στα ελληνικά σχολεία, όπως και τότε που πήγαιναν τα ελληνόπουλα στα σχολεία του Λιβάνου. Είχε βέβαια πρέπει να πω και τότε και περιστατικά με παραβατικές συμπεριφορές Ελλήνων προσφύγων. Το λένε στο βιβλίο, άνθρωποι μέσα από τις προσωπικές εμπειρίες τους. Πάντα ανάμεσα στο πλήθος, υπάρχουν και άνθρωποι που εκδηλώνουν τέτοιες συμπεριφορές».