Του Γρηγόρη Δουμούζη – Θεολόγου, MScΘεολογίας, Κοινωνιολόγου
Ο Χριστός στο ευαγγέλιο της Κυριακής (Λκ. ε΄ 1-11) καθιστά τους Αποστόλους «αλιείς των ανθρώπων». Εξ αφορμής αυτού του γεγονότος, ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος αναφέρει: «Ο Κύριος διάλεξε αγράμματους αλιείς να τους δώσει τη χάρη Του, για να καταλάβουμε ότι όλα όσα γίνονται είναι του Θεού και της χάριτός Του». Αυτό συνηθίζει ο Θεός. Να διαλέγει τους «αδύναμους» και να τους κάνει «καθοδηγητές» ανθρώπων, ή να τους δίνει διάφορα χαρίσματα, ώστε να καταλάβουμε ότι τίποτα δεν είναι δικό μας, αλλά όλα είναι «δώρα» του Θεού.
Κάποιος εύλογα θα μπορούσε να ρωτήσει: «Γιατί επιλέγει αυτούς τους μαθητές; Ποιες προϋποθέσεις είχαν;». Χωρίς αμφιβολία, ο Θεός όταν δίνει ένα χάρισμα, βλέπει πρώτα τις προϋποθέσεις που έχει ο κάθε άνθρωπος. Βλέπουμε, όσον αφορά στους αποστόλους, πως όταν ο Χριστός τούς ζήτησε να ανέβει στο πλοίο για να διδάξει στο πλήθος, αλλά και όταν πρότεινε στους μαθητές να ρίξουν τα δίχτυα σε μέρος που πίστευαν ότι δεν θα υπήρχε αποτέλεσμα, εκείνοι έκαναν υπακοή. Δηλαδή, το πρώτο που μαρτυρεί την αγαθή διάθεση των μαθητών είναι η «υπακοή». Έτσι, αφέθηκαν στο Θεό.
Στη συνέχεια, όταν διαπίστωσε το θαύμα ο Πέτρος, τι λέει; «Φύγε από μένα Κύριε γιατί είμαι αμαρτωλός». Ταπείνωση και συναίσθηση της αμαρτωλότητας. Συνήθως, οι άνθρωποι που δέχονται τη χάρη του Θεού, ταράσσονται γιατί δεν πιστεύουν ότι ο Θεός τους δίδει αυτό που τους δίδει, λόγω της αίσθησης της αμαρτωλότητος. Άρα, οι προϋποθέσεις για να γίνουμε δεκτικοί στις ενέργειες, στα χαρίσματα και στα «δώρα» του Θεού, είναι η υπακοή και η συναίσθηση της αμαρτωλότητάς μας. Όπως μας λέει και ο Άγιος Ισαάκ ο Σύρος: «Ανώτερος απ’ αυτόν που βλέπει αγγέλους, είναι αυτός που έχει επίγνωση της αμαρτωλότητάς του».
Επίσης, προξενεί εντύπωση σε πολλούς ο λόγος του Χριστού, με τον οποίο τους καθιστά «αλιείς των ανθρώπων». Αυτός ο λόγος φανερώνει σ’ εμάς πως είμαστε σε λάθος δρόμο όταν νομίζουμε ότι με τις δικές μας δυνάμεις και τις δικές μας παιδαγωγικές μεθόδους ή ποιμαντικές θ’ αλλοιώσουμε τους ανθρώπους και θα τους διορθώσουμε.Οι άνθρωποι δεν θέλουν ούτε καθοδήγηση, ούτε επίπληξη, ούτε έλεγχο. Θέλουν ζωντανούς φορείς της χάριτος του Θεού.
Εμείς επειδή, ως επί το πλείστον, δεν είμαστε ζωντανοί φορείς της χάριτος του Θεού, περισσότερο βασανίζουμε τους ανθρώπους ελέγχοντάς τους, διορθώνοντάς τους και καθοδηγώντας τους. Ο Χριστός μάς δείχνει πως για να μπορέσουμε να θεραπεύσουμε τον διπλανό μας άνθρωπο, βασική προϋπόθεση αποτελεί πρώτα να θεραπεύσουμε τον εαυτό μας. Ποια είναι η θεραπεία του εαυτού μας; Η συναίσθηση της αμαρτωλότητάς μας και το «άνοιγμά» μας στο έλεος του Θεού. Σίγουρα, οι γνώσεις είναι χρήσιμες, η κατάρτιση και αυτή είναι σημαντική, όπως και η δουλειά με τον εαυτό μας. Όμως, χωρίς βάση την επιδίωξη της εμπειρίας του Θεού και της σχέσης μαζί Του, όλα είναι απλώς μια ταλαιπωρία και ένας θόρυβος.
Ο κόσμος δεν αλλάζει με τη δική μας επέμβαση. Ο κόσμος και οι συνάνθρωποί μας δεν διορθώνονται με τις συμβουλές και τη διαρκή αγωνία γι’ αυτούς, αλλά ο κόσμος θ’ αλλάξει αν βρούμε την ειρήνη μέσα μας. Είναι αυτό που αναφέρει ο Άγιος Σεραφείμ του Σάρωφ: «Βρες την ειρήνη του Θεού και πολλοί θ’ αναπαυτούν κοντά σου». Μην ξεχνάμε πως η αιώνια ζωή δεν διδάσκεται με ρητορείες, αλλά με αγκαλιές, αγάπη και φως. Άλλωστε, αυτό θα είναι η Βασιλεία του Θεού: Μια μεγάλη αγκαλιά, μια μεγάλη επιστροφή στον «κόλπο» που μας γέννησε. Επιστροφή στο Φως, Φως γεμάτο ειρήνη και χαρά.
Η ειρήνη του Θεού, όμως, έρχεται όταν «ανοιχτούμε» στο Θεό, όταν παύσουμε να πιστεύουμε στις δυνάμεις μας και στον εαυτό μας, όταν καταλάβουμε ότι ο εαυτός μας δεν είναι το κέντρο του κόσμου, ότι δεν είμαστε εμείς οι θεοί και σεβαστούμε την καρδιά μας, ώστε να την τροφοδοτήσουμε απ’ αυτό που είναι ζωή. Δηλαδή, να την τροφοδοτήσουμε με το έλεος και την αγάπη του Θεού. Όταν ο άνθρωπος «ανοιχτεί» στο έλεος του Θεού και γλυκαθεί, τότε, πολλοί θ’ αναπαυτούν κοντά σ’ αυτόν τον άνθρωπο.
Άρα, ας μην ταλαιπωρούμε τον κόσμο και ας μην θέλουμε να διορθώσουμε τους ανθρώπους. Μόνο να ζητήσουμε να δεχθούμε το Θεό μέσα στην καρδιά μας, να «κατοικήσει» η αγάπη του Θεού μέσα μας και, τότε, τα πράγματα θα μπουν στη σειρά. Δεν διορθώνεται το κακό με το να το πληγώσουμε και να το πλήξουμε, αλλά διορθώνεται αν εμείς αλλάξουμε. Έλεγε ο Άγιος Πορφύριος: «Μέσα μας υπάρχει ένα σκοτάδι. Εμείς δεν πρέπει να μείνουμε στο σκοτάδι, αλλά ν’ ανοίξουμε μια τρύπα να μπει το φως, να μπει ο Χριστός».
Αυτό, λοιπόν, έγινε και με τους Αποστόλους. Έγιναν «αλιείς ανθρώπων» γιατί Αυτός που αλιεύει τους ανθρώπους και τους σώζει είναι το έλεος και η χάρις του Θεού. Επομένως, ο/η αληθινός/ή παιδαγωγός, ο αληθινός πατέρας, η αληθινή μητέρα και ο/η αληθινός/ή δάσκαλος/δασκάλα είναι αυτός/ή που παύει να ζει και να ενεργεί ο/η ίδιος/α, αλλά αντ’ αυτού/αυτής αφήνει το έλεος του Θεού να δράσει και να ενεργήσει. Τότε, θα υπάρχει ανάπαυση, ελευθερία και ενότητα στον χώρο που υπάρχουμε και ζούμε.