Στη Βουλή προς ψήφιση έχει κατατεθεί η διάταξη για την ρύθμιση οφειλών προς τους Δήμους σε έως και 60 δόσεις και με απαλλαγή έως 95% από τις προσαυξήσεις για τους ευάλωτους οφειλέτες, που προβλέπεται σε σχετικό νομοσχέδιο του Υπουργείου Εσωτερικών. Η ρύθμιση αφορά οφειλές που βεβαιώθηκαν έως 31 Αυγούστου 2024, ενώ ειδικά για οφειλές που ξεπερνούν τα 10.000 ευρώ θεσπίζεται η δυνατότητα προσφυγής στις ευνοϊκές διατάξεις του εξωδικαστικού μηχανισμού. Στόχος του Υπουργείου – όπως σημειώνεται στο νομοσχέδιο – είναι η διευκόλυνση των οφειλετών και η αύξηση των εισπράξεων από το σύνολο των οφειλών προς τους Δήμους που φτάνουν τα 3,6 δις ευρώ.
Όπως είπε στα “Νέα της Λέσβου” ο Αντιδήμαρχος Οικονομικών Μυτιλήνης, Παναγιώτης Καρέκος, τα χρέη, επιχειρήσεων κυρίως, προς τον Δήμο, έχουν αυξηθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια λόγω της οικονομικής κρίσης και δυσπραγίας και εξαιτίας του “λουκέτου” που έχει μπει σε επαγγελματικές δραστηριότητες διαφόρων τομέων. Για τον λόγο αυτό η εν λόγω ρύθμιση, με τους ευνοϊκούς όρους που περιλαμβάνει, αναμένεται να αποτελέσει ευκαιρία αφενός για τους οφειλέτες προκειμένου να τακτοποιήσουν τα χρέη τους και αφετέρου για τον Δήμο ώστε να εισπράξει τα οφειλόμενα. «Μιλάμε για μερικές εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ που έχουν συσσωρευτεί ως χρέη τα τελευταία χρόνια και σε ορισμένες περιπτώσεις οι προσαυξήσεις είναι μεγαλύτερες από το αρχικό ποσό της οφειλής. Θα πρέπει να γίνει γνωστή η ρύθμιση και να την “εκμεταλλευτούν” οι οφειλέτες για να κλείσουν τους παλιούς λογαριασμούς και να σταματήσουν να επιβαρύνονται», σημείωσε ο αρμόδιος Αντιδήμαρχος.
Όπως προβλέπει το νομοσχέδιο για τους ευάλωτους οφειλέτες, εφόσον έχει εκδοθεί σχετική βεβαίωση, χρέη που έχουν βεβαιωθεί έως και 31 Αυγούστου μετά από αίτηση ρυθμίζονται με απαλλαγή από τόκους, προσαυξήσεις και πρόστιμα εκπρόθεσμης υποβολής δήλωσης ή μη υποβολής ή ανακριβούς δήλωσης ή λόγω μη καταβολής τέλους, ως εξής: Αν εξοφληθούν εφάπαξ η απαλλαγή φθάνει το 95%, σε 2 έως 6 δόσεις το 85%, σε 7 έως 12 δόσεις 80% και σε 13 έως 60 μηνιαίες δόσεις υπάρχει απαλλαγή κατά 75%.
Για όλα τα φυσικά πρόσωπα τα οποία δεν έχουν την ιδιότητα του ευάλωτου οφειλέτη, τα χρέη που έχουν βεβαιωθεί έως 31 Αυγούστου 2024 μπορούν να ρυθμιστούν μετά την υποβολή σχετικής αίτησης σε έως 60 ισόποσες μηνιαίες δόσεις. Η αίτηση για ένταξη στη ρύθμιση θα πρέπει να υποβληθεί έως τις 30 Νοεμβρίου 2024 και η πληρωμή είτε του εφάπαξ ποσού, είτε της πρώτης δόσης πρέπει να γίνει μέσα σε τρεις ημέρες από την ώρα της έγκρισης υπαγωγής, διαφορετικά η ρύθμιση καταργείται αυτοδικαίως. Οι επόμενες δόσεις καταβάλλονται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του αντίστοιχου μήνα, χωρίς να απαιτείται ιδιαίτερη ειδοποίηση του οφειλέτη. Η καθυστέρηση καταβολής δόσης συνεπάγεται επιβάρυνση με μηνιαία προσαύξηση 5% επί του ποσού της δόσης, από την επομένη της ημέρας που όφειλε αυτή να καταβληθεί.
Κατά τη διάρκεια της ρύθμισης, εφόσον δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις δέσμευσης χορήγησης αποδεικτικού φορολογικής ενημερότητας από άλλη αιτία και ο οφειλέτης έχει καταβάλει το 5% της ρυθμιζόμενης οφειλής του για ποσό έως 5.000 ευρώ ή το 10% για οφειλή μεγαλύτερη από 5.001 ευρώ, ο Δήμος ή το Νομικό Πρόσωπο προβαίνει σε εντολή άρσης της δέσμευσης αυτής προς την αρμόδια Δ.Ο.Υ. και σε εντολή για επαναδέσμευση σε περίπτωση καθυστέρησης καταβολής έστω και μίας από τις δόσεις.
Με τις ίδιες προϋποθέσεις, αναστέλλονται η λήψη αναγκαστικών μέτρων και η διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης επί κινητών ή ακινήτων του οφειλέτη. Η αναστολή αυτή δεν ισχύει για κατασχέσεις οι οποίες έχουν επιβληθεί στα χέρια τρίτων ή για τις οποίες έχουν εκδοθεί οι σχετικές παραγγελίες, τα αποδιδόμενα, όμως, από αυτές ποσά λαμβάνονται υπόψη για την κάλυψη δόσης ή δόσεων της ρύθμισης, εφόσον δεν πιστώνονται με άλλες οφειλές που δεν έχουν ρυθμιστεί. Αν ο οφειλέτης απωλέσει το ευεργέτημα της ρύθμισης, τα μέτρα που έχουν ανασταλεί συνεχίζονται.
Σε περίπτωση μη καταβολής δύο συνεχόμενων δόσεων ή τριών δόσεων συνολικά, η ρύθμιση διακόπτεται και βεβαιώνονται εκ νέου τα οφειλόμενα, μαζί με τα πρόστιμα και τις προσαυξήσεις που έχουν διαγραφεί.
Εξάλλου, στο ίδιο νομοσχέδιο προβλέπεται ότι απαλλάσσονται οι ιδιοκτήτες μη ηλεκτροδοτούμενων κτιρίων από δημοτικά τέλη, εφόσον προσκομίσουν υπεύθυνη δήλωση και βεβαίωση του αρμόδιου διαχειριστή δικτύου περί μη ηλεκτροδότησης και δεν αναζητούνται τυχόν οφειλές για την περίοδο πριν την υποβολή της σχετικής δήλωσης. Τέλος, εκσυγχρονίζεται το πλαίσιο επιβολής του τέλους παρεπιδημούντων, προκειμένου να επιβάλλεται από τους Δήμους με τρόπο δικαιότερο και αναλογικότερο, σύμφωνα με τις ιδιαιτερότητες κάθε περιοχής και την επιβάρυνση που υφίσταται από τους επισκέπτες και τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται σε αυτή. Συγκεκριμένα, κάθε Δήμος θα ορίζει το ποσοστό του τέλους, ακόμη και ανά περιοχή, στο 0,5% ή 0,75%, ώστε να ανταποκρίνεται καλύτερα στις καθημερινές ανάγκες της εύρυθμης λειτουργίας του, στη συντήρηση των υποδομών και την εξυπηρέτηση κατοίκων και επισκεπτών.