Του Γρηγόρη Δουμούζη – Θεολόγου, MScΘεολογίας, Κοινωνιολόγου
Στο κέντρο της Σαρακοστής, η Εκκλησία μας για να μας ενισχύσει, τοποθετεί στο κέντρο του ναού τον τίμιο σταυρό, το σύμβολο της νίκης, το σύμβολο της θυσίας και το τεκμήριο της αγάπης του Θεού. Είναι γεγονός πως στην Εκκλησία ζούμε παράδοξα πράγματα. Παίρνουμε κουράγιο απ’ τον σταυρό. Γνωρίζουμε πως ο σταυρός ήταν σύμβολο «αισχύνης» και «πόνου» και για μας είναι, πλέον, ένα σύμβολο «έμπνευσης» και «δυνάμεως». Ακατανόητα πράγματα. Αυτό συμβαίνει διότι ο σταυρός είναι η απόδειξη της αγάπης του Θεού. Λέει στο συναξάρι της ημέρας κάτι ωραίο: «Όταν βρίσκεσαι μέσα στην έρημο και είσαι διψασμένος και κουρασμένος, ψάχνεις μια όαση για ν’ αναπαυτείς. Σαν όαση προβάλλεται μέσα στη Σαρακοστή ο σταυρός».
Όπως όταν γίνεται μια πομπή και έρχεται ο βασιλιάς, προηγούνται τα σύμβολα που προαναγγέλλουν τον ερχομό του, έτσι και ο σταυρός προαναγγέλλει τον ερχομό του δικού μας βασιλιά: του Χριστού. Περιμένουμε τον προσδοκώμενο βασιλιά, τον σταυρωμένο και αναστημένο. Μέσα σ’ αυτή την κόπωση που αρχίζουμε να νιώθουμε, προβάλλεται η χαρά και η ελπίδα της αναστάσεως.
Σήμερα εμείς οι χριστιανοί μπορεί εύκολα να λέμε πως «αγαπάμε τον Χριστό», αλλά δυσκολευόμαστε να πούμε πως «αγαπάμε τον σταυρό». Τον φοβόμαστε. Κι, όμως, ο σταυρός είναι ο τρόπος που «ανοίγονται» οι «πύλες» του παραδείσου. Ο σταυρός είναι στάση ζωής και ήθος. Δηλαδή, είναι η διάθεσή μας να «βγούμε» απ’ τον εαυτό μας και να συναντήσουμε τον αδελφό μας. Η διάθεσή μας ν’ αφήσουμε το θέλημά μας και να το ταυτίσουμε με το θέλημα του Θεού.
Ο Χριστός είναι ξεκάθαρος: «Όποιος θέλει να με ακολουθήσει, ν’ απαρνηθεί τον εαυτό του, να πάρει τον σταυρό του και να με ακολουθήσει». Το ν’ ακολουθήσω τον Χριστό σημαίνει να «βγω» απ’ τον εαυτό μου, απ’ το λογισμό μου και τις βεβαιότητές μου. Αληθινά σχετίζομαι με κάποιον, και πρωτίστως με τον Χριστό, όταν μπορώ και είμαι ικανός να «βγαίνω» απ’ τον εαυτό μου. Αν δεν έχω αυτή την ικανότητα, τότε, είμαι ανίκανος για σχέση. Έτσι, μένω απομονωμένος. Αυτή είναι η κόλαση.
Έτσι, λοιπόν, η πνευματική ελευθερία συνοδεύεται με την «έξοδο» απ’ τα δικά μου. Αυτό, όμως, απαιτεί μια προϋπόθεση. Ποια; Να πιστεύουμε στον Χριστό, δηλαδή να Τον εμπιστευόμαστε, παραδεχόμενοι ότι Αυτός είναι η σωτηρία μας. Ζώντας αυτή την αλήθεια, διευρύνονται οι εσωτερικοί μας ορίζοντες και ο άνθρωπος του Θεού είναι ένας «οικουμενικός άνθρωπος». Μπορεί και «αγκαλιάζει» όλη την οικουμένη μέσα στην καρδιά του και ποθεί όλοι οι άνθρωποι να σωθούν. Ποθεί όλοι οι λαοί του κόσμου να βρουν το φως του Θεού και να τους αποκαλυφθεί η αλήθεια.
Αυτός ο τρόπος αποκαλύπτεται καθημερινά σε όλους εμάς απ’ τον ίδιο τον Χριστό. Ποιος είναι αυτός ο τρόπος; Καθημερινά θυσιάζεται στην Αγία Τράπεζα το Σώμα και το Αίμα Του. Μας δίνεται ο Ίδιος σαν τροφή να ζήσουμε. Η Θεία Λειτουργία, αν θα μπορούσαμε να δώσουμε έναν ορισμό, είναι «η προσφορά του Υιού του Ανθρώπου αιώνια στον Πατέρα». Δεν ζητάει να μας φάει ο Ίδιος και να μας διαλύσει, αλλά γίνεται τροφή ο Ίδιος και διαλύεται για να ζήσουμε εμείς.
Ο άνθρωπος που μετέχει στη Θεία Ευχαριστία αληθινά, βιώνει αυτό το ήθος και τους «καρπούς» αυτής της θυσίας. Εάν πραγματικά ο άνθρωπος ζει το μυστήριο του Χριστού, αυτό φαίνεται στη ζωή του. Βγαίνει από την Εκκλησία με άλλον αέρα. Άρα, ο Χριστιανός δεν «παίρνει τα όπλα» να πολεμήσει τον άλλον, αλλά «πετάει τα όπλα», «γκρεμίζει τις άμυνες» και έρχεται να μαρτυρήσει έναν άλλον τρόπο ζωής και να φανερώσει ότι η δύναμή μας είναι η θυσία, είναι ο Σταυρός.