Η ΛΙΒΥΗ ΩΣ ΜΟΧΛΟΣ ΠΙΕΣΗΣ: Ο Χαφτάρ, το μεταναστευτικό και τα στρατηγικά διλήμματα της Ευρώπης

Screenshot
Spread the love

Της Μάρως Καραμανώλη, Οικονομολόγου – Κοινωνιολόγου

Η μεταναστευτική κρίση στην Κεντρική Μεσόγειο δεν είναι πια απλώς αποτέλεσμα κοινωνικοοικονομικών ανισοτήτων ή πολιτικών συγκρούσεων στις χώρες προέλευσης. Εξελίσσεται πλέον σε εργαλείο γεωπολιτικής πίεσης, με πρωταγωνιστές δρώντες που επιδιώκουν πολιτική αναγνώριση, πόρους και διεθνή επιρροή. Η περίπτωση του Χαλίφα Χαφτάρ στην ανατολική Λιβύη είναι ενδεικτική: Αξιοποιεί τις μεταναστευτικές ροές ως μέσο διαπραγμάτευσης με Ευρωπαίους και περιφερειακούς παράγοντες. 

Από την άλλη πλευρά, η Ευρωπαϊκή Ένωση, εγκλωβισμένη σε θεσμικά ελλείμματα και αντιφατικές στρατηγικές, αδυνατεί να διαμορφώσει συνεκτική πολιτική για την περιοχή. Στο επίκεντρο, η Ελλάδα – χώρα πρώτης γραμμής, αλλά χωρίς την απαραίτητη επιρροή στις ευρωαφρικανικές εξελίξεις.

Η Λιβύη ως «πύλη» και η πολλαπλή αποσταθεροποίηση

Η Λιβύη παραμένει ένα από τα κύρια σημεία αναχώρησης μεταναστών και προσφύγων προς την Ευρώπη. Η πολιτική κατάρρευση που ακολούθησε την πτώση του Καντάφι το 2011 οδήγησε σε ένα μακροχρόνιο εμφύλιο πόλεμο, με δύο κέντρα εξουσίας: Τη διεθνώς αναγνωρισμένη Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας (GNA) στη Δύση και την ανατολική διοίκηση υπό τον Χαφτάρ. Το κενό εξουσίας και η διασπασμένη διακυβέρνηση κατέστησαν τη χώρα ελκυστική για δίκτυα διακινητών και εγκληματικές οργανώσεις, οι οποίες λειτουργούν με ατιμωρησία και μερικές φορές με πολιτική κάλυψη ή ανοχή.

Στην Ανατολική Λιβύη, ο Χαφτάρ χρησιμοποιεί τη ροή μεταναστών όχι απλώς ως πηγή εσόδων (μέσω εκβιαστικών τελών και προστασίας), αλλά ως εργαλείο άσκησης πίεσης προς την ΕΕ, με σκοπό την πολιτική νομιμοποίηση του καθεστώτος του και την άρση του αποκλεισμού του από τη διεθνή αναγνώριση και τη χρηματοδότηση [^1].

Η εξωτερική ανάθεση της μεταναστευτικής πολιτικής

Η απάντηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο φαινόμενο των μαζικών αφίξεων μεταναστών από τη Λιβύη δεν ήταν η ενίσχυση της θεσμικής παρουσίας της στην περιοχή, αλλά η εξωτερική ανάθεση της ευθύνης σε τρίτες χώρες. Μέσω του Νέου Συμφώνου για τη Μετανάστευση και το Άσυλο, η ΕΕ επιχειρεί να περιορίσει τις αφίξεις, αναθέτοντας στην Τυνησία, τη Λιβύη, την Αίγυπτο και το Μαρόκο ρόλο «φραγμών» προς τις ευρωπαϊκές ακτές [^2].

Η πολιτική αυτή συνοδεύεται από οικονομική στήριξη και τεχνική βοήθεια, κυρίως μέσω του EUTFforAfrica και της αποστολής EUBAMLibya, η οποία παρέχει κατάρτιση και επιτήρηση στα δυτικά σύνορα της χώρας. Ωστόσο, οι ενισχύσεις αυτές κατευθύνονται αποκλειστικά προς τη δυτική κυβέρνηση, αποκλείοντας πλήρως την ανατολική διοίκηση του Χαφτάρ, γεγονός που έχει πυροδοτήσει στρατηγικές απαντήσεις εκ μέρους του [^3].

Ρωσική επιρροή και στρατηγικά διλήμματα

Η κατάσταση περιπλέκεται ακόμα περισσότερο από την αυξανόμενη παρουσία της Ρωσίας στην Ανατολική Λιβύη. Η Wagner, ή οι διάδοχοί της, διατηρούν στρατιωτική και επιχειρησιακή παρουσία στην περιοχή, ενώ η Μόσχα εμφανίζεται ως σύμμαχος του Χαφτάρ, επιδιώκοντας σταθερά σημεία ελέγχου στη Μεσόγειο και στο ενεργειακό παίγνιο της Βορείου Αφρικής [^4].

Η ΕΕ, αδύναμη να παρέμβει άμεσα, βρίσκεται σε δίλημμα: Είτε να συνεργαστεί με έναν defacto ισχυρό δρώντα όπως ο Χαφτάρ, με τίμημα τη θεσμική της αξιοπιστία, είτε να επιμείνει στην απομόνωσή του, ρισκάροντας την επιδείνωση των μεταναστευτικών πιέσεων.

Η Ελλάδα στην «πρώτη γραμμή»

Η Ελλάδα, όπως και η Ιταλία, βρίσκεται στην άμεση ακτίνα των επιπτώσεων αυτής της γεωπολιτικής εξίσωσης. Αν και έχει συμβάλει ενεργά στις αποστολές της ΕΕ στη Μεσόγειο (π.χ. IRINI, PoseidonSea), η συμμετοχή της στη χάραξη της ευρωπαϊκής στρατηγικής παραμένει περιορισμένη.

Το ελληνικό συμφέρον επιβάλλει μια πιο ενεργή εξωτερική πολιτική προς τη Λιβύη, πέρα από την εστίαση στα θέματα ΑΟΖ. Η Αθήνα θα πρέπει να συμβάλει στη διαμόρφωση μιας πολιτικής που δεν θα βλέπει μόνο τη Λιβύη ως «χώρα διέλευσης», αλλά ως πεδίο ανασυγκρότησης θεσμών, οικονομικής συνεργασίας και στρατηγικής ισορροπίας.

Καταλήγοντας, η μεταναστευτική κρίση στη Λιβύη δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί ως τεχνικό ή διαχειριστικό ζήτημα. Είναι έκφραση μιας νέου τύπου γεωπολιτικής σύγκρουσης, όπου μη κρατικοί ή αμφισβητούμενοι δρώντες, όπως ο Χαφτάρ, χρησιμοποιούν την κινητικότητα των πληθυσμών ως εργαλείο πίεσης και διαπραγμάτευσης. Αν η ΕΕ συνεχίσει να αποφεύγει την απευθείας εμπλοκή με τις πραγματικότητες επί του πεδίου, κινδυνεύει να χάσει την επιρροή της όχι μόνο στη Λιβύη, αλλά και στη συνολική σταθερότητα της Μεσογείου. Η Ελλάδα, λόγω γεωγραφίας αλλά και ιστορικών δεσμών, δεν μπορεί να μείνει αμέτοχη.

Βιβλιογραφικές παραπομπές:

  • [^1]: Tubiana, J., Saeneen, C., &Gramizzi, C. (2017). Multilateral damage: The impact of EU migration policies on central Saharan routes. Global Initiative Against Transnational Organized Crime.
  • [^2]: Carrera, S., Stefan, M., &Cortinovis, R. (2019). The External Dimension of the EU Migration Pact: Effective or Externalizing Responsibility?. CEPS Policy Insights.
  • [^3]: Paoletti, E. (2020). The Migration of Power and North-South Inequalities: The Case of Italy and Libya. Palgrave Macmillan.
  • [^4]: Stronski, P. (2021). Russia’s Growing Role in North Africa: Implications for Europe and the United States. Carnegie Endowment for International Peace.

Μείνετε ενημερωμένοι με τα πιο σημαντικά νέα

Πατώντας το κουμπί Εγγραφή, επιβεβαιώνετε ότι έχετε διαβάσει και συμφωνείτε με τηνΠολιτική Απορρήτου και τουςΌρους Χρήσης
Διαφήμιση