Το νησί της Σάμου βρίσκεται στο ανατολικό τμήμα του κεντρικού Αιγαίου πελάγους πολύ κοντά στα παράλια της Μικράς Ασίας (Κουσάντασι ή Νέα Έφεσος). Στο ανατολικό άκρο της Σάμου (Ποσειδώνιο) και το άκρο της Μυκάλης της Μικράς Ασίας υπάρχει το χαρακτηριστικό στενό πέρασμα πλάτους 1.200μ. και μήκους περίπου 12km. Στα δυτικά της Σάμου βρίσκεται η Ικαρία και τα μικρότερα νησιά Φούρνοι.
Η έκταση του νησιού ανέρχεται σε 477,2km2 . Ο μεγάλος άξονας της νήσου εκτείνεται από τα ανατολικά προς τα δυτικά και έχει μήκος 45km και το πλάτος του νησιού είναι περίπου 20km. Η νήσος Σάμος έχει μία ακτογραμμή μήκους 159km με έντονο διαμελισμό (κολπίσκους, επικλινείς ακτές που εναλλάσσονται με απόκρημνα και βραχώδη ακρωτήρια. Ορεινό νησί (69,5% ορεινό, 22% ημιορεινό και 8,5% πεδινό). Οι δύο βασικοί ορεινοί όγκοι του νησιού είναι το όρος Καρβούνι ή Άμπελος (κεντρικό τμήμα της νήσου με διακλαδώσεις στα νοτιοανατολικά, με κορυφή τον Προφήτη Ηλία, υψόμετρο 1.140μ.) και το όρος Κέρκη ή Κερκετέας (στο δυτικό τμήμα του νησιού με κορυφή την Βίγλα με υψόμετρο τα 1.440μ.). Αυτοί οι ορεινοί όγκοι, διαμορφώνουν και την μοναδική φυτική βιοποικιλότητα του νησιού. Είναι χαρακτηριστικό ότι το υψόμετρό τους ξεπερνάει τόσο τα βουνά της Λέσβου όσο και της Χίου, στα οποία αναφερθήκαμε σε προηγούμενα άρθρα. Τα πετρώματα που τους χαρακτηρίζουν είναι κρυσταλλοσχιστώδη, γεωλογικοί σχηματισμοί που χαρακτηρίζουν την Ικαρία. Το κεντρικό τμήμα του νησιού καταλαμβάνεται κυρίως από σχιστόλιθους και μάρμαρα. Ο ορεινός όγκος του Κέρκη στο δυτικό τμήμα του νησιού αποτελείται εξ ολοκλήρου, από λευκά μάρμαρα κατά κανόνα δολομιτικά, χωρίς σχιστολιθικές ενστρώσεις. Οι λεκάνες ανάμεσα στα βουνά Κέρκη και Καρβούνη χαρακτηρίζονται από ασβεστόλιθους, μάργες και τόφφους.
Το κλίμα της Σάμου χαρακτηρίζεται ήπιο με μέση θερμοκρασία τους 18-18,5⁰C με χαμηλότερη μέση θερμοκρασία (Ιανουάριο) τους 11⁰C. Η άμεση γειτνίαση του νησιού με την θάλασσα επηρεάζει καθοριστικά τις ισόθερμες του νησιού και φυσικά το μικροκλίμα που ευνοεί την πλούσια χλωρίδα του. Όσον αφορά τις βροχές στην Σάμο κατά την διάρκεια του έτους εμφανίζεται ένα μέγιστο τον χειμώνα, και συγκεκριμένα τον μήνα Δεκέμβριο και ένα ελάχιστο το καλοκαίρι κατά τον μήνα Ιούλιο. Η ξερή περίοδος στο νησί διαρκεί περίπου 5 μήνες, από τα τέλη Μαΐου μέχρι και τα τέλη Οκτωβρίου και οφείλεται κυρίως στους βόρειους ξηρούς ηπειρωτικούς ανέμους (μελτέμια), που επικρατούν την εποχή αυτή στην ευρύτερη περιοχή του Αιγαίου. Το ετήσιο ύψος βροχής στην Σάμο κάθε χρόνο το ταξινομεί στο κλασικό μεσογειακό κλίμα.
Αναφορικά τώρα με την χλωρίδα που χαρακτηρίζει το νησί θα στηριχτώ στις παρατηρήσεις του μοναδικού διδακτορικού του Χριστοδουλάκη και στον άτλαντα του Strid για την χλωρίδα του Αιγαίου. Αρχικά πρέπει να αναφέρω ότι η Σάμος με βάση την διαίρεση του αιγαιικού χώρου σε επιμέρους χλωριδικές περιοχές, ανήκει στην ανατολική χλωριδική περιοχή (Rechinger 1943, 1950), που περιλαμβάνει τα ανατολικά νησιά του Αιγαίου και τις χερσονήσους της Μικράς Ασίας. Σε όλα τα άρθρα μου για τα νησιά της Περιφέρειας Βορείου Αιγαίου κάνω αναφορά για το γεγονός ότι η χλωρίδα τους έχει πολλά κοινά taxa με την ανατολική στεριά της Μικράς Ασίας. Στο επόμενο άρθρο θα παρουσιάσω τα είδη που εμφανίζονται τόσο στην Μικρά Ασία (παράλια) όσο και στην νήσο Σάμο.
Ο αριθμός των φυτικών ειδών στην Σάμο ανέρχεται περίπου στα 1.056 (αριθμός ο οποίος σταθερά αλλάζει), από τα οποία το 3,7% είναι ενδημικά. Η Σάμος μαζί με την Ικαρία εμφανίζει το μεγαλύτερο ποσοστό ενδημικών ειδών από τα υπόλοιπα νησιά της Περιφέρειας Βορείου Αιγαίου, κάτι το οποίο οφείλεται στην ιδιαίτερη μορφολογία του εδάφους, χαρακτηριστικά που αναφέραμε σε προηγούμενο άρθρο όσον αφορά τον ενδημισμό. Έτσι λοιπόν στο βουνό Άμπελος θα βρούμε το είδος πεύκης Pinus nigra και Pinus brutia. Επίσης στα όρη αυτά θα βρούμε την Castanea sativa και την Quercus coccifera, ενώ ανάμεσα στους Κοσμαδαίους και στο Κακοπέρατο στα 650μ., κοντά στο Καρλόβασι, θα βρούμε το είδος Quercus ilex. Από την οικογένεια Moraceae θα βρούμε την Morus nigra και Morus alba (καλλιεργούμενο), καθώς επίσης και Ficus carica. Στην οικογένεια Polygonaceae εμφανίζονται τα Polygonum maritimum, Rumex tuberosus στο βουνό Άμπελος γύρω στα 600-650μ. Το συγκεκριμένο φυτό θα το βρούμε σε πετρώδη οικοσυστήματα, απόκρημνα βράχια και δάση με πεύκη. Στην οικογένεια Chenopodiaceae θα βρούμε τα αλόφυτα με ιδιαίτερο παραφαρμακευτικό ενδιαφέρον. Χαρακτηριστικά θα αναφέρω την Beta vulgaris, Chenopodium opulifolium, Arthrocnemum fruticosum, Salicornia europea και Salsola kali. Από την οικογένεια Caryophyllaceae θα ήθελα να αναφέρω δίπλα στην κοινή σε όλα τα νησιά του Αιγαίου, Silene cretica, την ενδημική Silene samia, είδος που πρωτοαναφέρθηκε από τον Χριστοδουλάκη το 1982 στην νότια πλευρά του βουνού Κέρκη σε χαλικώδη, απόκρημνα και ασβεστολιθικά βράχια.
Το είδος της παιώνιας που εμφανίζεται στην Σάμο είναι η Paeonia mascula subsp.mascula, το ίδιο πανέμορφο είδος παιώνιας με το μοβ άνθος που εμφανίζεται και στον καστανιώνα της Αγιάσου της Λέσβου. Σύμφωνα με την διδακτορική διατριβή του Τζανουδάκη οι παρατηρήσεις του είδους έγιναν στο βουνό Κέρκη, πάνω από τους Δρακαίους σε υψόμετρο από 900-1.100μ. σε πευκοδάση και σε βραχώδεις και σκιερούς τόπους. Οικοσυστήματα δηλαδή αναγκαία για την αργή ανάπτυξη και πολλαπλασιασμό αυτού του ιδιαίτερα ευαίσθητου είδους. Στην οικογένεια Brassicaceae θέλω να αναφέρω το ενδημικό της Σάμου, Alyssum samium το οποίο αναφέρθηκε για πρώτη φορά από τον Τζανουδάκη. Μικρό, θαμνώδες φυτό, καλυμμένο με αργυρόγκριζο τρίχωμα. Ανθίζει την άνοιξη και εμφανίζεται σε σχισμές ή κοιλότητες διαβρωμένων ασβεστολιθικών βράχων με λίγο χώμα σε υψόμετρο 800-950μ. Στην νήσο Λέσβο έγινε αναφορά στο Alyssum lesbiacum. Θα είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον να πραγματοποιηθεί συγκριτική φυτοχημική ανάλυση αυτών των δύο ειδών στο πλαίσιο των συνεργασιών με την Περιφέρεια Βορείου Αιγαίου. Από τα πλατάνια, στην Σάμο ευδοκιμεί μέσα στις λαγκαδιές το είδος Platanus orientalis. Στην οικογένεια Anacardiaceae θα βρούμε την Pistacia terebinthus, Pistacia lentiscus σε θαμνώδεις τόπους και πευκοδάση.
Πολύ σημαντικό κομμάτι στην αγροδιατροφική οικονομία της Σάμου είναι το κρασί και στην οικογένεια Vitaceae φυσικά συγκαταλέγεται η καλλιεργούμενη Vitis vinifera. Η βασική ποικιλία είναι το άσπρο μοσχάτο Σάμου ή αλλιώς «μοσχούδι», το οποίο καλύπτει το 98% του αμπελώνα της Σάμου. Το υπόλοιπο 2% θα βρούμε τις ερυθρές ποικιλίες «ρητινό», «φωκιανό» και «αυγουστιάτης». Η μεγάλη παραγωγή κρασιού στην νήσο Σάμο οδηγεί και σε μεγάλες ποσότητες υποπροϊόντων. Ένα μεγάλο ποσοστό του συνολικού βάρους των σταφυλιών που οινοποιούνται, περίπου 17%, αποτελούν τα λεγόμενα υποπροϊόντα (στέμφυλα, οινολάσπη, βόστρυχοι). Αυτοί οι μεγάλοι όγκοι αποβλήτων σε συνδυασμό με το μεγάλο οργανικό φορτίο που φέρουν, αποτελούν τεράστιο περιβαλλοντικό πρόβλημα.
Από αυτά τα υποπροϊόντα όμως υπάρχει η δυνατότητα απομόνωσης μεγάλης ποσότητας πολυφαινολών που κατέχουν σημαντικές βιολογικές δράσεις, όπως αντιοξειδωτική, αντιμικροβιακή και έχουν μεγάλο ενδιαφέρον για την παραφαρμακευτική βιομηχανία και για την βιομηχανία καλλυντικών. Και σε αυτόν τον τομέα η Περιφέρεια Βορείου Αιγαίου ενέκρινε την συνεργασία με το εργαστήριό μας για την μελέτη των υποπροϊόντων της οινοποίησης με στόχο την δημιουργία πρώτης ύλης, πλούσιας σε πολυφαινόλες, με ιδιαίτερη εμπορική και οικονομική σημασία με την ταυτότητα της Περιφέρειας Βορείου Αιγαίου.
Από την οικογένεια Cistaceae θα αναφέρουμε τα είδη Cistus creticus, Cistus parviflorus και Cistus salvifolius. Από τα Liliaceae θα αναφέρω τα είδη Asphodelus aestivus και Colchicum variegatum και τα δύο με σημαντικές εθνοφαρμακολογικές αναφορές. Το τελευταίο εμφανίζεται στο βουνό Κέρκη σε υψόμετρα από 900-1.000μ.
Στο επόμενο άρθρο θα αναφερθώ στην πιο σημαντική οικογένεια αρωματικών και φαρμακευτικών φυτών, αυτή των Lamiaceae. Σε αυτή την οικογένεια εμφανίζονται αρκετά σημαντικά ενδημικά είδη.
*Φαρμακοποιού / Χημικού Φαρμάκων, διδάκτορα Ιατρικής σχολής “La Sapienza” της Ρώμης
Μεταδιδακτορικού ερευνητή της Φαρμακευτικής σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Email: [email protected]