Η Ικαρία είναι το δυτικότερο ελληνικό νησί του κεντρικού ανατολικού Αιγαίου Πελάγους και βρίσκεται ανάμεσα στα νησιά της Μυκόνου και της Σάμου. Έχει έκταση 255,4km2 με ορθογώνιο σχήμα. Ο μακρύτερος άξονας είναι 42km και εκτείνεται από Α.ΒΑ προς μια κατεύθυνση Δ.ΝΔ., ενώ το σημείο με το μεγαλύτερο πλάτος μετρά 9km. Ολόκληρο το νησί καταλαμβάνεται από την οροσειρά Αθέρας (1.037μ.), με μία απότομη νότια πλευρά αλλά ένα ομαλότερο βόρειο τμήμα.
Από γεωλογική άποψη η Ικαρία ανήκει στη γεωτεκτονική ζώνη του κυκλαδίτικου τόξου με αποκλειστικά κρυσταλλοσχιστώδη μεταμορφωμένα πετρώματα. Το δυτικό τμήμα της Ικαρίας αποτελείται από γνευσιακό γρανίτη, ενώ το ανατολικό τμήμα αποτελείται από γνεύσιο, μοσχοβιτικό σχιστόλιθο, μάρμαρο και ημιμεταμορφωμένο αργιλικό σχιστόλιθο. Τα πετρώματα του ανατολικού τμήματος διαχωρίζονται από μια μεγάλη γρανιτική φλέβα. Σύμφωνα με το ομβροθερμικό διάγραμμα, το κλίμα της Ικαρίας ανήκει στην κατηγορία ΙV2, δηλαδή κατά κύριο λόγο τυπικό μεσογειακό κλίμα με σποραδικές βροχοπτώσεις το χειμώνα και σχεδόν 5,5 μηνών μακρά ξηρή περίοδο (από τα τέλη Απριλίου έως και τις αρχές Οκτωβρίου). Επίσης σημαντικό παράγοντα της βλάστησης αποτελούν και οι ισχυροί βόρειοι άνεμοι που επικρατούν στο νησί.
Η ευρύτερη περιοχή της Ικαρίας μαζί με τους Φούρνους, λόγω της μεγάλης βιοποικιλότητας, έχει ενταχθεί στο πρόγραμμα Natura 2000 για διατήρηση των φυσικών οικοτόπων. Πιο συγκεκριμένα όλο το νοτιοδυτικό τμήμα του νησιού έχει ενταχθεί στο δίκτυο Natura 2000. Το ακρωτήριο ∆ράκανο, το όρος Αθέρας και το φαράγγι της Χάλαρης έχουν ενταχθεί στο δίκτυο Natura 2000.
Η Ικαρία εμφανίζει έναν αριθμό 829 φυτικών ειδών/υποειδών από τα οποία το 4,9% είναι ενδημικά. Παρακάτω θα κάνουμε αναφορά σε κάποια από αυτά τα είδη. Είναι σημαντικό να αναφέρουμε ότι με βάση την συνολική επιφάνεια του νησιού (255,4km2 ) συγκριτικά με τα υπόλοιπα νησιά της Περιφέρειας Βορείου Αιγαίου, εμφανίζει το μεγαλύτερο ποσοστό ενδημικών ειδών και ακολουθεί η Σάμος με 3,7%.
Οι Φούρνοι αποτελούν νησιωτικό σύμπλεγμα που βρίσκεται στο ανατολικό Αιγαίο, μεταξύ των νησιών της Ικαρίας και της Σάμου και αποτελείται από 17 νησάκια. Τα μεγαλύτερα νησιά είναι οι Φούρνοι και Θύμαινα που καλύπτουν μια έκταση περίπου 30km2 και 10km2 αντίστοιχα. Η υψηλότερη κορυφή στο νησί των Φούρνων έχει ύψος 430m. Τα πετρώματα είναι στην πλειοψηφία τους παλαιοζωικά μεταμορφωμένα. Συναντώνται μάρμαρα, σχιστόλιθοι, ασβεστόλιθοι και δολομίτες. Οι σχιστόλιθοι αποτελούν τους κυρίαρχους λιθολογικούς σχηματισμούς του νησιού των Φούρνων. Πρόκειται για σχιστόλιθους χλωριτικούς, μαρμαρυγιακούς, χαλαζιακούς ή γλαυκοφανιτικούς, συχνά µε ενστρώσεις µαρµάρων. Το υπόλοιπο τμήμα του νησιού αποτελείται από Μεσοζωικούς σχηματισμούς που µπορεί να είναι µάρµαρα, φυλλίτες και πρασινοσχιστόλιθοι. Τα εδάφη του συμπλέγματος νησιών είναι αυτόχθονα ή αλλουβιακά, μετρίου βάθους, αναβαθµιδωµένα στις περισσότερες περιοχές µε ξερολιθιές. Oλόκληρη η ομάδα των νήσων αποτελείται από μάρμαρα και σχιστόλιθους. Το κλίμα ανήκει στην ίδια κατηγορία με αυτό της Ικαρίας.
Η χλωρίδα του νησιού αποτελείται συνολικά από 264 είδη από τα οποία το 1,5% είναι ενδημικά. Έχει ενδιαφέρον το γεγονός ότι το σύμπλεγμα των Φούρνων με συνολική επιφάνεια 40 km2 έχει ένα ποσοστό ενδημικών μεγαλύτερο από αυτό της Λέσβου (1,6%).
Έτσι λοιπόν αναφορικά με τα ενδημικά είδη, από την οικογένεια Brassicaceae θα αναφέρουμε τα είδη Erysimum senoneri (Reut)Wettst. subsp. icaricum Snogerup, Iberis runemarkii Greuter & Burdet, Rorippa icarica Rech. F.. Το Ερύσιμο είναι ενδημικό των Κυκλάδων (Τήνος, Κέα, Σέριφος, Άνδρος, Μήλος, Ίος, Σίκινος, Θήρα) και η Ικαρία εμφανίζει το δικό της. Πολυετής θάμνος που ανθίζει την περίοδο από Μάρτιο – Μάιο με άνθη με έντονο κίτρινο χρώμα που βγαίνουν σε ομάδα των 2-20. Θα το βρούμε σε κρημνούς, πλατώματα ασβεστολιθικών βράχων σε υψόμετρο από 0-800μ. Επίσης η Rorippa icarica, ενδημικό είδος το οποίο συλλέχθηκε για πρώτη φορά το 1934 από τον Rechinger στην Ικαρία σε υψόμετρο 900μ. Είναι ένα είδος το οποίο πλέον έχει καταχωρηθεί στο κόκκινο βιβλίο των απειλούμενων ειδών.
Στην οικογένεια Iridaceae θα βρούμε τον κρόκο του Καρτράιτ (Crocus cartwrightianus). Πολυετής βολβώδης πόα, με λεπτά, λογχοειδή φύλλα, πράσινα με λευκές γραμμώσεις στο κέντρο. Το άνθος του είναι μικρό και αρωματικό και η περίοδος ανθοφορίας του είναι από τον Οκτώβριο-Δεκέμβριο. Για τον κρόκο πρέπει να αναφέρουμε ότι οι ανθήρες του εμφανίζουν φαρμακευτική δράση και είναι καταγεγραμμένες οι δράσεις του στην εθνοφαρμακολογία των νήσων του Βορείου Αιγαίου. Ολόκληρο το φυτό μπορεί να χρησιμοποιηθεί σαν αναλγητικό (τσάι), αντισπασμωδικό, βλενολλυτικό και ηρεμιστικό σε δόσεις που δεν υπερβαίνουν τα 10γρ. Στην περίφημη οικογένεια των Lamiaceae ανήκει και η ενδημική θρούμπι, Satureja icarica P.H. Davis. Συγκαταλέγεται στα φαρμακευτικά/ ενδημικά και απειλούμενα είδη της Ικαρίας. Για την κοινή Satureja thymbra, είναι πασίγνωστες εθνοφαρμακολογικά τόσο η αντιβακτηριακή δράση της στο γαστρεντερικό και ουροποιητικό σύστημα, όσο και η αντιμυκητιασική δράση του αιθέριου ελαίου της. Θα είχε ενδιαφέρον να μελετηθεί το φυτοχημικό προφίλ της ενδημικής Satureja στα πλαίσια των συνεργασιών με την Περιφέρεια.
Στα ενδημικά είδη της Ικαρίας θα βρούμε και την μοναδική Παιώνια, Paeonia mascula (L.) Mill.subsp. icarica Tzanoud., η οποία καταχωρήθηκε σαν ενδημικό υποείδος από τον καθηγητή κ. Τζανουδάκη το 1977. Σε προηγούμενα άρθρα έχουμε αναφερθεί στα είδη Παιώνιας που εμφανίζονται σε όλα τα νησιά της Περιφέρειας Βορείου Αιγαίου, τις διαφορές τους, καθώς επίσης και την καλλιέργειά τους και εκμετάλλευσή τους στην βιομηχανία παραφαρμάκων και δερμοκαλλυντικών. Στην οικογένεια Veronicaceae θα βρούμε άλλο ένα ενδημικό της Ικαρίας και των Φούρνων με φαρμακευτικό ενδιαφέρον. Την λεγόμενη Δακτυλίτιδα ή με το επιστημονικό όνομά της Digitalis cariensis subsp. ikarica (P.H. Davis) Strid. Ανθίζει από τον Απρίλιο – Ιούλιο.
Τέλος, θα ήθελα να αναφέρω το Verbascum ikaricum Murb., το οποίο εντοπίστηκε στην Ικαρία. Μία καταγραφή των ειδών που παρουσιάζονται στην Ικαρία πραγματοποιήθηκε από τον καθηγητή Δημήτρη Χριστοδουλάκη το 1995 (The Flora of Ikaria). Ανανεωμένες καταγραφές μπορούμε να έχουμε και από τον άτλαντα του Strid “Atlas of the Aegean Flora”.
Με την Ικαρία και τους Φούρνους ολοκληρώνουμε την συνοπτική και γρήγορη περιγραφή της πλούσιας φυτικής βιοποικιλότητας των νησιών της Περιφέρειας Βορείου Αιγαίου. Ξεκινήσαμε από Βόρεια με την Λήμνο, μοναδικό νησί που ανήκει δικαιολογημένα σε ανεξάρτητη φυτογεωγραφική ζώνη από τα υπόλοιπα νησιά της Περιφέρειας (NAe). Όλα τα υπόλοιπα νησιά εντάσσονται στην φυτογεωγραφική ζώνη EAe, για τους λόγους στους οποίους αναφερθήκαμε σε προηγούμενο άρθρο. Στόχος αυτής της γρήγορης ανασκόπησης είναι να δημιουργηθεί στον αναγνώστη τόσο η εικόνα μίας «κοινής ταυτότητας» ειδών στα νησιά του βορείου Αιγαίου με τις ακτές της Μικράς Ασίας, όσο και το μοναδικό φαινόμενο του νησιωτικού ενδημισμού το οποίο είναι πιο έντονο στις νήσους Σάμο και Ικαρία, εξαιτίας της γεωμορφολογικής τους ιδιομορφίας.
Στα επόμενα άρθρα, επιλεγμένα φυτά των νησιών της περιφέρειας Βορείου Αιγαίου θα επιλεγούν με βάση εθνοφαρμακολογικές αναφορές και θα αναφερθούν οι ομοιότητές τους με την γειτονική Τουρκία.
*Φαρμακοποιός / Χημικός Φαρμάκων, διδάκτορας Ιατρικής σχολής “La Sapienza” της Ρώμης
Μεταδιδακτορικός ερευνητής της Φαρμακευτικής σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Email: [email protected]