του Βαγγέλη Αξιώτη*
Συνεχίζουμε στην οικογένεια Lamiaceae με το πολύ γνωστό γένος Thymus. Το γένος στο οποίο ανήκουν τα είδη θυμαριού. Αποτελείται περίπου από 150 διαφορετικά είδη και έχουμε ήδη αναφερθεί σε προηγούμενα άρθρα τόσο στις εθνοφαρμακολογικές του ιδιότητες, όσο και στην εξάπλωση και στα είδη που εμφανίζονται στα νησιά της Περιφέρειας Βορείου Αιγαίου. Είναι γνωστό ότι στην Σάμο εμφανίζεται το ενδημικό είδος θυμαριού, Thymus sipyleus για το οποίο είναι απαραίτητη η προστασία του. Το είδος του θυμαριού, το οποίο έχει μελετηθεί ιδιαίτερα για τις ιδιότητές του είναι το Thymus vulgaris, το οποίο είναι καλλιεργούμενο στα νησιά μας.
Η παρουσία απιγενίνης στα εκχυλίσματά του το καθιστά ένα από τα κύρια είδη στην οικογένεια Lamiaceae, γνωστό στην παραδοσιακή ιατρική για την αντιμικροβιακή και αντιφλεγμονώδη δράση του. Αναφορές για την χρήση του σε παθήσεις του κεντρικού νευρικού συστήματος καθώς επίσης και στην ογκολογία είναι ακόμα σε πειραματικό στάδιο in–vitro. Αναλύσεις με τεχνική αέριας χρωματογραφίας GC–MS ανέδειξαν την παρουσία στο αιθέριο έλαιο: thymol (41%), geraniol (26,4%), thujanol (42,2% cis–sabinene hydrate και 7,3% trans–sabinene hydrate), και linalool (72,5%) ενώ κάποιες ποικιλίες εμπεριέχουν borneol και carvacrol. (τα ποσοστά είναι ενδεικτικά). Η γεωγραφική προέλευση καθώς επίσης και οι κλιματολογικές συνθήκες επηρεάζουν σημαντικά το χημικό προφίλ του θυμαριού. Τα τερπενοειδή τα οποία σχετίζονται με αναισθητική δράση είναι thymol και eugenol. Παράλληλα έχει αναφερθεί ότι η θυμόλη μπορεί να σταματήσει την σύνθεση της βιταμίνης Κ, η οποία έχει σημαντικό ρόλο στην συσσωμάτωση των αιμοπεταλίων και άρα στην πήξη του αίματος.
Άρα μπορεί να θεωρηθεί σημαντικός αντιπηκτικός παράγοντας. Επιστημονικές αναφορές υπάρχουν και για την πιθανή δράση της θυμόλης σε συνθήκες οξείας φλεγμονής στους πνεύμονες. Μία πιθανή εξήγηση είναι ανοσιολογική και έχει βρεθεί ότι σε πειραματόζωα μειώνει την έκφραση της TNF-α, την συγκέντρωση της IL-6, και σταματάει μία σειρά από ανοσιολογικές αντιδράσεις οι οποίες σχετίζονται με την φλεγμονή στο αναπνευστικό σύστημα. Επίσης υδατικά εκχυλίσματα θυμαριού μειώνουν την σύνθεση του ΝΟ, μειώνοντας την έκφραση του iNOS mRNA, δράση η οποία μπορεί να συνδυαστεί με την γενικότερη αντιφλεγμονώδη δράση τους. Παράλληλα η αντιοξειδωτική και αντιφλεγμονώδη δράση των εκχυλισμάτων προσδίδει και αντιπυρετική δράση σε μοντέλα πόνου σε πειραματόζωα. Τέλος, πρέπει να αναφερθεί η κλινική αναφορά της συγκριτικής δράσης των υδατικών εκχυλισμάτων του θυμαριού με την ibuprofen, σε πόνο που σχετίζεται με την δυσμηνόρροια.
Από το θυμάρι παιρνάμε στο γένος της Σατουρέιας ή αλλιώς θρούμπι (εικόνα 1). Είναι και αυτά πολύ γνωστά αρωματικά φυτά της οικογένειας Lamiaceae, τα οποία τα βρίσκουμε παντού στα νησιά του βορειοανατολικού Αιγαίου. Οι κυριότεροι δευτερογενείς μεταβολίτες με γνωστή δράση είναι: carvacrol, γ–terpinene, p–cymene, α–terpinene και myrcene. Από τα σεσκιτερπένια το πολύ γνωστό β–bisabolene. Η βιολογική δράση των παραπάνω μεταβολιτών είναι ευρεία και περιλαμβάνει ένα μεγάλο φάσμα, αλλά εμείς θα επικεντρωθούμε σε δράσεις οι οποίες σχετίζονται με τον πόνο. Επιστημονικές μελέτες αναφέρουν ότι το υδροαλκοολικό εκχύλισμα από το υπέργειο τμήμα της σε συγκεντρώσεις (500-2000mg/kg) και πολυφαινολικού κλάσματος στις ίδιες συγκεντρώσεις εμφανίζουν αναλγητική δράση και πιθανόν να σχετίζεται με τον αποκλεισμό των υποδοχέων της αδενοσίνης.
Τέλος, στην ίδια οικογένεια ανήκει και το γένος Stachys. Γένος με πάνω από 300 είδη στην περιοχή της μεσογείου και με πολλά είδη και υποείδη στην περιοχή του Αιγαίου. Έχουμε αναφερθεί σε κάποια από τα είδη Stachys και στην νήσο Λέσβο, όπως Stachys cretica subsp lesbiaca (εικόνα 2), Stachys arvensis, Stachys obliqua, Stachys spinulosa. Έχουν πραγματοποιηθεί συγκριτικές μελέτες για την σύσταση των αιθερίων ελαίων από διάφορα είδη στάχυ, ταυτοποιώντας περίπου 79 μεταβολίτες (98,2% του αιθερίου έλαιου). Οι πιο σημαντικοί από τους οποίους είναι: germacrene–D (13,2%), β–phellandrene (12,7%), β–pinene (10,2%), myrcene (9,4%), α–pinene (8,4%) και Ζ-β–ocimene (5,8%).
Επιστημονικές αναφορές προσδίδουν στα υδατικά εκχυλίσματα από τα υπέργεια τμήματα του φυτού αντιφλεγμονώδη, αντιπυρετική και αντιοξειδωτική δράση. Παράλληλα τσάι από το υπέργειο τμήμα του στάχυ χρησιμοποιείται στην λαϊκή ιατρική για στομαχικές διαταραχές. Σε πειραματόζωα έχει αναφερθεί ότι παίζει σημαντικό ρόλο στην αντιμετώπιση του προεμμηνορροϊκού συνδρόμου με σημαντικό ρόλο στην πρόληψη δημιουργίας ελκών στο στομάχι. Μία πολύ σημαντική παρενέργεια αποτελεί και η αποβολή εμβρύων στα πειραματόζωα και άρα δεν πρέπει να χρησιμοποιείται από τις εγκύους. Γενικά πάντως πειραματικά έχει αποδειχθεί η αναλγητική δράση των υδροαλκοολικών, υδατικών εκχυλισμάτων του στάχυ, καθώς επίσης και το πολυφαινολικό του εκχύλισμα.
Είναι φανερό ότι τα περισσότερα, αν όχι όλα τα αποτελέσματα των εκχυλισμάτων ή των αιθέριων ελαίων στον πόνο είναι σε στάδιο πειραματικό ή υπάρχουν αναφορές στην λαϊκή ιατρική συνδυαστικά με άλλα φαινόμενα που σχετίζονται με τον πόνο, όπως φλεγμονή, λοιμώξεις κτλ. Υπάρχουν κάποιες αναφορές με την δράση κάποιων συγκεκριμένων μεταβολιτών σε υποδοχείς του «πόνου», αλλά περισσότερη έρευνα είναι απαραίτητη.
(Οι φωτογραφίες είναι από το βιβλίο «Φυτά της Ελλάδας. Η έρευνα στην Λέσβο», Μάκης Αξιώτης, Βαγγέλης Αξιώτης, εκδόσεις Ενδελέχεια).
*Φαρμακοποιός / Χημικός Φαρμάκων, διδάκτορας Ιατρικής σχολής “La Sapienza” της Ρώμης.
Μεταδιδακτορικός ερευνητής της Φαρμακευτικής σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών.