- Παρέμβαση από ΣΥΡΙΖΑ με ερώτηση Αραχωβίτη – Τελιγιορίδου στην Αθήνα και δριμύ κατηγορώ από Νικολάου σε τοπικό επίπεδο
Τρέχουν και δεν φτάνουν από το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης για να τα μαζέψουν όπως-όπως για τη συνδεδεμένη ενίσχυση των κτηνοτρόφων, καθώς το θέμα που αποκάλυψαν στο φύλλο τους τη Δευτέρα τα Νέα της Λέσβου έχει πανελλαδική έκταση, μια και αγγίζει και άλλες κτηνοτροφικές περιοχές της χώρας.
Όπως γράψαμε τη Δευτέρα, για πρώτη φορά φέτος στην πληρωμή των συνδεδεμένων ενισχύσεων που καταβάλλονται μάλιστα με καθυστέρηση ένα μήνα ο ΟΠΕΚΕΠΕ πέταξε εκτός πληρωμών όσους κτηνοτρόφους είχαν μεγάλες αποκλίσεις στον αριθμό των ζώων που δηλώνουν, σε συνάρτηση με τις δηλωθείσες ποσότητες γάλακτος. Όσοι κτηνοτρόφοι έχουν απόκλιση άνω του 20% βρίσκονται αυτή τη στιγμή εκτός πληρωμών, ενώ άλλοι συνάδελφοί τους με μικρότερες αποκλίσεις έχουν υποστεί κυρώσεις (ποινές), δηλαδή τους έχουν πιστωθεί λιγότερα χρήματα για την συνδεδεμένη ενίσχυση.
Στο ρεπορτάζ μας στο φύλλο της Δευτέρας γράψαμε για περίπου 400 άτομα που έχουν πεταχτεί εκτός συστήματος, τελικά όμως σύμφωνα με νεότερα στοιχεία πρόκειται για 470 άτομα, περισσότεροι από τον αριθμό που σημειώσαμε από την πρώτη επεξεργασία των στοιχείων. Σε αυτούς δεν συνυπολογίζονται όσοι κτηνοτρόφοι έχουν υποστεί κυρώσεις, δηλαδή έχουν παρακρατήσεις από τις επιδοτήσεις τους λόγω απόκλισης του γάλακτος με τα πρόβατα που δηλώνουν σε μικρότερο όμως ποσοστό από το 20%.
Χθες στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης έγινε σύσκεψη και έπεσαν στο τραπέζι διάφορες προτάσεις για την διαχείριση του προβλήματος. Μια απ’ αυτές, που είναι και η δικαιότερη, κάνει λόγο για πληρωμή όλων των κτηνοτρόφων και αυτών που έχουν πεταχτεί εκτός συστήματος μέχρι του ποσού που δικαιούνται σε αναλογία ζώων και γάλακτος. Αν, δηλαδή, ένας κτηνοτρόφος δηλώνει 100 πρόβατα και για να πάρει το σύνολο της επιδότησης για τα 100 πρόβατα θα πρέπει να δηλώσει 10 τόνους γάλα αλλά δήλωσε 7,8 τόνους, τότε η πρόταση είναι να πληρωθεί τη συνδεδεμένη ενίσχυση για την αναλογία του γάλακτος που ισχύει για τους 7,8 τόνους. Ωστόσο ανάμεσα στους δικαιούχους της συνδεδεμένης ενίσχυσης (που υπενθυμίζουμε αφορά το κρέας αλλά συνυπολογίζεται με το γάλα) βρίσκονται και κτηνοτρόφοι, που για αντικειμενικούς λόγους είχαν μικρότερη παραγωγή. Υπ’ αυτήν την έννοια το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης θα έπρεπε εξατομικευμένα να προσεγγίσει το θέμα όταν ακόμα ήταν καιρός και όχι να προχωρήσει σε οριζόντιες περικοπές επί δικαίων και αδίκων.
Παρέμβαση από ΣΥΡΙΖΑ
Μπροστά σε αυτό το πρόβλημα, που αντιμετωπίζει η κτηνοτροφία, άμεση ήταν η αντίδραση του ΣΥΡΙΖΑ, με ερώτηση που κατέθεσαν ο Τομεάρχης Αγροτικής Ανάπτυξης του κόμματος Σταύρος Αραχωβίτης, η αναπληρώτρια Τομεάρχης Ολυμπία Τελιγιορίδου, με τη συνυπογραφή 36 ακόμη βουλευτών.
Ο ΣΥΡΙΖΑ μιλά για χάος στον ΟΠΕΚΕΠΕ που δημιούργησε η κυβέρνηση της ΝΔ και η αδυναμία της να ολοκληρώσει τη σωστή διαδικασία των πληρωμών, αποδίδοντας τα πραγματικά ποσά που δικαιούνται οι κτηνοτρόφοι, που αποδεικνύουν για ακόμα μια φορά ότι το επιτελικό κράτος της ΝΔ πλήττει σοβαρά τον Έλληνα αγρότη. Και συνεχίζει: «Εν μέσω πανδημίας, η απόδοση της συνδεδεμένης ενίσχυσης αποτελεί προϋπόθεση για την επιβίωση των κτηνοτροφικών εκμεταλλεύσεων και τη συνέχιση της δραστηριότητάς τους. Ο Υπουργός οφείλει να ξεκαθαρίσει αν προτίθεται να διορθώσει τα τραγικά λάθη που έγιναν και να αποδώσει τα 7 εκατομμύρια, που υπολείπονται από τις πληρωμές, στους Έλληνες κτηνοτρόφους».
Αυτό που φαίνεται από την ερώτηση που καταθέτει ο κ. Αραχωβίτης είναι πως από την εμπλοκή στις πληρωμές βρίσκονται στα ταμεία του υπουργείου 7 εκατομμύρια ευρώ, τα οποία κινδυνεύουν να χαθούν, ενώ θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί αυτό το αδιέξοδο.
Σε τοπικό επίπεδο ο υπεύθυνος αγροτικού του ΣΥΡΙΖΑ Λέσβου, Στρατής Νικολάου, βρίσκεται από τις προηγούμενες ημέρες σε επαφή με τους κτηνοτρόφους στα χωριά της Λέσβου έχοντας ήδη καταγράψει και σχηματίσει άποψη για το μέγεθος του προβλήματος στην περιοχή μας.
Τα Νέα της Λέσβου απευθύνθηκαν χθες στον κ. Νικολάου, ο οποίος απάντησε σε σχετική ερώτησή μας ότι «η Κυβέρνηση της ΝΔ βαδίζει δυστυχώς χωρίς συνεκτική στρατηγική σε ό,τι αφορά στα πρόσφατα, λόγω πανδημίας, αλλά και τα χρονίζοντα προβλήματα της αγροτικής οικονομίας, και είναι πλέον ορατό ότι δεν διαθέτει βαθύτερη γνώση για το τι συμβαίνει στον αγροτικό κόσμο. Είδαμε πώς αντιμετώπισε τις οικονομικές ενισχύσεις για την covid 19 στην κτηνοτροφία, στους ελαιοπαραγωγούς, στα κηπευτικά, τις λαϊκές αγορές, στους δασικούς χάρτες, αλλά και στην εξόφληση της βασικής ενίσχυσης και του πρασινίσματος, που ακόμα οφείλει στους δικαιούχους. Το αρμόδιο Υπουργείο βρίσκεται σε μια λογική “βλέποντας και κάνοντας”. Γράφει, σβήνει, ξαναγράφει και όποιος πληρωθεί τελικά!
Από τον προϋπολογισμό των 55 εκατομμυρίων ευρώ για την πληρωμή των συνδεδεμένων ενισχύσεων διέθεσε τελικά μόνο 46,5 εκατομμύρια ευρώ περίπου. Το μεγάλο άνοιγμα των 7,5 εκατ. ανάμεσα στον προϋπολογισμό και τις πληρωμές δείχνει ότι τους έχει ξεφύγει η πραγματικότητα και, γι’ αυτό, τώρα αμέσως πρέπει να δώσει αυτά τα 7,5 εκατομμύρια, που “περίσσεψαν” στους κτηνοτρόφους πληρώνοντας όλες τις συνδεδεμένες ενισχύσεις στο κρέας. Η κτηνοτροφία είχε μεγάλες απώλειες τόσο από την πανδημία όσο και από την απότομη και μεγάλη αύξηση των ζωοτροφών, ενώ από το κράτος έχει ενισχυθεί ελάχιστα. Αντί να της δώσουν λοιπόν αυτά που πρέπει και χρειάζεται για να στηριχτεί της κόβουν και αυτά που δικαιούται από τις κοινοτικές ενισχύσεις».
Ο υπεύθυνος αγροτικού του ΣΥΡΙΖΑ Λέσβου καταλογίζει στην κυβέρνηση ότι ενίσχυσε τους παραγωγούς και τους εμπλεκόμενους στον αγροδιατροφικό τομέα μόνο με το 1,5% των χρημάτων που δαπάνησε συνολικά για το σκοπό αυτό, ενώ τα χρήματα που θα διαθέσει, από τα 32 δις του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, για Προγράμματα Αγροτικής Ανάπτυξης, είναι μόλις 767 εκατομμύρια, εκ των οποίων τα 200 εκατομμύρια είναι για αρδευτικά έργα με ΣΔΙΤ, 47 εκατομμύρια για τον ψηφιακό μετασχηματισμό της γεωργίας και μόνο 520 εκατομμύρια για τις υπόλοιπες αγροτικές επενδύσεις.
«Αποδεικνύεται λοιπόν άνθρακες ο θησαυρός και του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας για τον αγροτικό κόσμο, καθώς είμαστε αντιμέτωποι με μια κυβέρνηση που αδυνατεί να δει την πραγματική εικόνα της αγροτικής ανάπτυξης και πολιτικής, που δεν έχει ούτε κεντρική στρατηγική, ούτε προτεραιότητες», τονίζει καταλήγοντας ο κ. Νικολάου.