- Ζητούν την επαναφορά των αυτόνομων ψηφοδελτίων για τα χωριά, μαζί με την διαχείριση πόρων για την αντιμετώπιση προβλημάτων καθημερινότητας
«Δεν δεχόμαστε να γίνουμε παρατρεχάμενοι ψηφοκουβαλητές στα ψηφοδέλτια των υποψήφιων Δημάρχων», είπαν με λίγα λόγια οι Πρόεδροι των χωριών στον αναπληρωτή Υπουργό Εσωτερικών που συνάντησαν διά ζώσης την περασμένη εβδομάδα, στην Καλλονή, κι αφού δεν βρήκαν καμία ανταπόκριση στα αιτήματά τους για την αλλαγή του εκλογικού νόμου, τού έστειλαν και επιστολή τονίζοντας την ανάγκη να ισχύσει το σύστημα του 2019 με τις αυτόνομες κάλπες για τις Κοινότητες. Το Δίκτυο Κοινοτήτων υποστηρίζει ότι ο νέος νόμος θέλει διορισμένους και όχι αιρετούς Κοινοτάρχες, πηγαίνοντας κόντρα στην λαϊκή βούληση και στην ψήφο των πολιτών στα χωριά.
Σύμφωνα με το άρθρο 29 του νόμου, δεν θα μετρά η ψήφος των δημοτών κάθε χωριού για την εκλογή Προέδρου και Συμβουλίου της Κοινότητας, αλλά θα ορίζονται στην πλειοψηφία, κατά 60%, όποιοι θα είναι στο ψηφοδέλτιο του Δημάρχου, ανεξάρτητα αν στο χωριό τους μειοψήφησαν! Στις δε περιπτώσεις που εκλεγεί στον δεύτερο γύρο Δήμαρχος ο υποψήφιος που έχει έρθει δεύτερος στον πρώτο γύρο, θα ορισθούν στις Κοινότητες δοτά Συμβούλια.
Στις Κοινότητες με 301 έως 2.000 κατοίκους θα ορίζονται στα τριμελή Συμβούλια, 2 από το συνδυασμό του Δημάρχου και 1 από όλους τους άλλους συνδυασμούς. Στις Κοινότητες με 2.001 έως 10.000 κατοίκους θα ορίζονται στα πενταμελή συμβούλια, 3 από το συνδυασμό του Δημάρχου και 2 από όλους τους άλλους συνδυασμούς, ενώ στο 11μελές Συμβούλιο της Κοινότητας Μυτιλήνης, θα ορίζονται 7 από το συνδυασμό του Δημάρχου και 4 από όλους τους άλλους συνδυασμούς.
Συνοψίζοντας τα παραπάνω, οι Συντονιστές του Δικτύου Κοινοτήτων, Κίμωνας Χρυσίδης, Βασίλης Μαμώλης και Θέμης Καμμένος τονίζουν ότι «οι κάτοικοι των χωριών, από όλες τις παρατάξεις, χάνουν το δημοκρατικό δικαίωμα να εκλέγουν στα χωριά τους Πρόεδρο και Συμβούλιο όποιους εκείνοι επιθυμούν και κρίνουν ικανούς, αφού με το νέο νόμο μπαίνουν στο εκβιαστικό δίλημμα να επιλέξουν Δήμαρχο και Συμβούλιο Κοινότητας, “πακέτο”»!
Επιπλέον, τίθεται και ένα άλλο σοβαρό ζήτημα που δεν έχει συζητηθεί μέχρι τώρα. Εφόσον οι Πρόεδροι των Κοινοτήτων θα ανήκουν στις δημαρχιακές παρατάξεις, θα παύονται από τα καθήκοντά τους αν διαγραφούν από τη δημοτική παράταξη, σύμφωνα με τη νομολογία για τους εκπροσώπους σε Συμβούλια και Επιτροπές. Επομένως κάθε Πρόεδρος που θα γίνεται, ενδεχομένως, ενοχλητικός, λόγω διεκδίκησης λύσεων σε προβλήματα των συγχωριανών του, μπορεί να καθαιρείται. «Για να επιβληθούν τα παραπάνω, καταργήθηκαν τα αυτόνομα ψηφοδέλτια για τα Συμβούλια των Κοινοτήτων και όσοι επιθυμούν να είναι υποψήφιοι Πρόεδροι ή Σύμβουλοι θα πρέπει να γίνουν παρατρεχάμενοι ψηφοκουβαλητές, στα δημαρχιακά ψηφοδέλτια», επισημαίνει το Δίκτυο.
Όπως είναι γνωστό, Δήμαρχος θα εκλέγεται όποιος πάρει το 43% των ψήφων στον πρώτο γύρο, ή βγει πρώτος στον δεύτερο γύρο. Στα 35 μέλη του Δημοτικού Συμβουλίου Μυτιλήνης, οι 21 Σύμβουλοι θα είναι από τον συνδυασμό του Δημάρχου (που μπορεί στον πρώτο γύρο να έχει βγει δεύτερος) και οι 14 από όλους τους άλλους συνδυασμούς. Από τα 25 μέλη του Δημοτικού Συμβουλίου Δυτικής Λέσβου, τα 15 μέλη θα είναι από το συνδυασμό του Δημάρχου και τα 10 από όλους τους άλλους συνδυασμούς. Επομένως, οι Δημοτικές Ενότητες (πρώην Καποδιστριακοί Δήμοι) θα έχουν μειωμένη ή καμιά εκπροσώπηση στα Δημοτικά Συμβούλια.
Και οι Πρόεδροι των χωριών καταλήγουν υποστηρίζοντας με βεβαιότητα ότι «ο νόμος 4804 που επέβαλε η κυβέρνηση το 2021 θα απομακρύνει από τις Κοινότητες και τους Δήμους πολλά αυτοδιοικητικά στελέχη με εμπειρία θητειών, αλλά και πρωτοεκλεγμένους με τα αυτόνομα ψηφοδέλτια στις Δημοτικές Εκλογές του 2019, που αγωνίζονται καθημερινά για τα προβλήματα των συγχωριανών τους και αντιστέκονται στον μαρασμό των χωριών μας. Αρχές και δημότες ζητούν λογαριασμό από τους Προέδρους για κάθε έλλειψη, ζημιά ή ανάγκη. Πώς οι Πρόεδροι θα ανταποκριθούν χωρίς ευρύτερη στήριξη, χωρίς διαχείριση πόρων και άσκηση τοπικών αρμοδιοτήτων, στα πλαίσια της ενδοδημοτικής αποκέντρωσης; Αξιώνουμε την επαναφορά των αυτόνομων ψηφοδελτίων για τις Κοινότητες, μαζί με την διαχείριση πόρων του δημοτικού προϋπολογισμού για την αντιμετώπιση προβλημάτων καθημερινότητας των συγχωριανών μας και άσκηση τοπικών αρμοδιοτήτων, σαν στοιχειώδη μέτρα για να μην εγκαταλειφθούν Κοινότητες και χωριά».