του Βαγγέλη Αξιώτη*
Όπως ανέφερα στο προηγούμενο άρθρο, τα νησιά της περιφέρειας Βόρειο-Ανατολικού Αιγαίου εντάσσονται σε δύο διαφορετικές φυτογεωγραφικές περιοχές. Η νήσος Λήμνος και Άγιος Ευστράτιος εντάσσονται στην φυτογεωγραφική περιοχή NAe, ενώ όλες οι υπόλοιπες νήσοι (Λέσβος, Χίος, Ψαρά, Οινούσσες, Σάμος, Ικαρία και Φούρνοι) ανήκουν στην φυτογεωγραφική περιοχή EAe.
Οι διαφοροποιήσεις έγκεινται στις διαφορετικές βιοκλιματικές συνθήκες που επικρατούν. Για παράδειγμα η νήσος Λήμνος, σύμφωνα με το κλιματικό διάγραμμα του Emberger (πηγή Μαυρομάτης 1980), ανήκει στην ημίξηρη βιοκλιματική ζώνη, ενώ η νήσος Λέσβος, Χίος, Σάμος και Ικαρία ανήκουν στην ύφυγρη ζώνη.
Το έδαφος των νησιών της περιφέρειας είναι κατά 33% ορεινό, κατά 35% ημιορεινό και κατά 32% πεδινό. Τα εδαφολογικά χαρακτηριστικά εμφανίζουν έντονη διαφοροποίηση τόσο μεταξύ των νήσων όσο και στο εσωτερικό τους.
Η νήσος Λήμνος καλύπτει μια επιφάνεια 482km2 κατέχοντας μία ιδιαίτερη γεωγραφική, βιογεωγραφική και οικολογική θέση στην περιοχή του Βόρειο-Ανατολικού Αιγαίου. Είναι ένα νησί απομονωμένο από τα νησιά, όπως η Σαμοθράκη και η Ίμβρος στα βόρειο-ανατολικά και η Λέσβος στα νότιο-ανατολικά. Σε αντίθεση με τα υπόλοιπα νησιά της περιφέρειας, η Λήμνος δεν χαρακτηρίζεται από μεγάλα υψόμετρα, αλλά ούτε από ασβεστολιθικά, βραχώδη οικοσυστήματα, όπως στην Λέσβο, Χίο, Σάμο και Ικαρία. Αντίθετα έχει μία επίπεδη ακτογραμμή μήκους 263km, η οποία συνεχίζεται στο εσωτερικό της με υγροτόπους και έλη. Ολόκληρη η έκταση της Λήμνου καλύπτεται από βοσκότοπους και αγροτικές εκτάσεις.
Το γεωλογικό υπόβαθρό της διαμορφώνεται από μολασσικούς σχηματισμούς ηλικίας ηωκαίνου-ολιγόκαινου, μέσα στους οποίους παρεμβάλλονται διεισδύσεις με ηφαιστειακά πετρώματα. Οι ηφαιστειακοί σχηματισμοί αποτελούν ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του νησιού το οποίο εκδηλώθηκε στις αρχές του μειοκαίνου και στις αρχές του πλειοκαίνου. Τα παλαιότερα ηφαιστειακά πετρώματα καλύφθηκαν από τεταρτογενείς αποθέσεις σε συγκεκριμένες περιοχές του νησιού. Δυτικά εμφανίζονται εκχύσεις ανδεσίτη, τραχειτικών και δακιτικών λαβών, καθώς επίσης και ηφαιστειακοί τόφφοι. Οι τόφφοι είναι πυροκλαστικά πετρώματα τα οποία αποτελούνται κυρίως από υλικά ηφαιστειακής προέλευσης, κυρίως στάχτη.
Στις σχηματιζόμενες κοιλάδες εμφανίζονται αλλουβιακές αποθέσεις, οι οποίες είναι κυρίως αποθέσεις αργίλου, άμμου και φερτών υλικών εξαιτίας της ροής του νερού. Δηλαδή ένα περιβάλλον ανάλογο με αυτό που εμφανίζεται στους ποταμούς και στις παραποτάμιες πεδιάδες. Πρέπει να αναφέρουμε ότι τα εδάφη που προέρχονται από αλλουβιακές αποθέσεις δεν είναι εξελιγμένα και η σύστασή τους εξαρτάται από τα ορυκτά και πετρώματα που παρασύρονται από τον χείμαρρο. Ένα χαρακτηριστικό της Λήμνου είναι επίσης οι αμμοθίνες, οι οποίες παρατηρούνται σε μεγάλη έκταση στις νότιο- ανατολικές και βορειοδυτικές παράκτιες περιοχές του νησιού.
Στην νήσο Λήμνο εμφανίζονται 3 ευρύτερες περιοχές ενταγμένες στο ευρωπαϊκό δίκτυο Natura 2000, οι οποίες πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για περίπτωση καλλιέργειας. Οι περιοχές αυτές είναι: Νησίδες και βραχονησίδες Λήμνου (νήσος Σεργίτσι και νησίδες Διαβάτες, Κομπιό, Καστριά, Τηγάνι, Καρκαλάς, Πρασονήσι) με κωδικό GR411008 και συνολικής έκτασης 125 εκταρίων (περιοχή 1 στον χάρτη), λίμνες χορταρολίμνη και αλυκή, κόλπος Μούδρου, Έλος, Διαπόρι και χερσόνησος Φακός με κωδικό GR4110006 με έκταση 16,293 εκτάρια (περιοχή 2 στον χάρτη) και η τρίτη περιοχή είναι η Λίμνη Αλυκή και η θαλάσσια περιοχή με κωδικό GR4110001 και έκταση 18,232 εκτάρια (περιοχή 3 στον χάρτη).
Το κλίμα της περιοχής είναι ύφυγρο ή σχεδόν ημι-άνυδρο, με μια μέση ετήσια βροχόπτωση τα 500mm. Οι άνεμοι είναι συχνοί, που πνέουν κυρίως από βόρεια ή βορειοανατολικά, συμβάλλοντας στο χαρακτηριστικό ξηρό κλίμα του νησιού (Οικονομίδου 1981, Browicz 1991). Ανήκει στην κλιματική ζώνη Β σύμφωνα με τον Κ.Εν.Α.Κ. (ΦΕΚ 407/9.4.2010), όπως και τα υπόλοιπα νησιά της Περιφέρειας. Όσον αφορά τώρα τις μικρές νησίδες που βρίσκονται στο νότιο και νότιο-δυτικό τμήμα του νησιού καθώς επίσης και η νησίδα Σεργίτσι στην βόρεια Λήμνος, παρουσιάζουν μικρό βαθμό απομόνωσης και η γεωλογία και η τοπογραφία τους είναι παρόμοια με αυτή της Λήμνου.
Νοτιοδυτικά της Λήμνου βρίσκεται ο Άγιος Ευστράτιος, ο οποίος έχει συνολική έκταση 43,3km2 και περίμετρο 17ν.μ. Το έδαφος είναι ηφαιστιογενές, ημιορεινό και η μεγαλύτερη πεδιάδα του βρίσκεται στο βορειοανατολικό μέρος, στην θέση Αλωνίτσι όπου ήταν ένας εκτεταμένος αμπελώνας. Στην ανατολική ακτογραμμή υπάρχουν απόκρημνες ακτές, οι οποίες καταλαμβάνουν το μεγαλύτερο τμήμα. Γεωλογικά το νησί εμφανίζει μεγάλη συγγένεια με την νήσο Λήμνο και εμφανίζει ηφαιστειακά πετρώματα Ολιγοκαινικής-Κάτω Μειοκαινικής ηλικίας, τα οποία συμπλέκονται με μολασσικούς σχηματισμούς, χαρακτηριστικά που εμφανίζονται και στην Λήμνο. Επίσης εμφανίζονται ηφαιστειακοί τόφφοι που καλύπτονται από ιζηματογενείς σχηματισμούς (υπολείμματα οργανικών ασβεστόλιθων) και λιμναίες αποθέσεις αργιλομαργαϊκών υλικών.
Το κλίμα του Αγίου Ευστρατίου κατατάσσεται στα ημίυγρα με μέτριες βροχοπτώσεις και σπάνια χιόνια. Μπορεί να χαρακτηριστεί γενικά εύκρατο με πολύ χαμηλό βαθμό βροχοπτώσεων.
Ο Άγιος Ευστράτιος ανήκει στις ζώνες Natura 2000 με κωδικό GR4110014 και με έκταση 11,299 εκτάρια (περιοχή 4 στο χάρτη).
Όσον αφορά τώρα την φυτική βιοποικιλότητα των νησιών, η Λήμνος εμφανίζει συνολικά 681 φυτικά είδη και υποείδη με ένα ποσοστό ενδημικών που κυμαίνεται στο 1,5%. To Pancratium maritimum ή κρίνος της θάλασσας, το Cichorium pumilium ή ραδίκι, Μatricaria chamomila ή χαμομήλι, Mentha longifolia ή μέντα, Melissa officinalis ή μελισσόχορτο και Cistus creticus ή λαδανιά είναι κάποια από τα φυτά τα οποία φυτρώνουν και στην Λήμνο και τα οποία έχουν ιδιαίτερο φαρμακευτικό ή παραφαρμακευτικό ενδιαφέρον. Η αναλυτική λίστα των φυτών παρουσιάζεται στα παραδοτέα της προγραμματικής σύμβασης που ολοκληρώθηκε τον Μάρτιο του 2018 μεταξύ του εργαστηρίου μας (ερευνητική ομάδα καθηγητή κ. Λέανδρου Σκαλτσούνη του τομέα Φαρμακογνωσίας και Χημείας Φυσικών Προϊόντων της Φαρμακευτικής σχολής του ΕΚΠΑ και της Περιφέρειας Βορείου Αιγαίου). Στην λίστα αυτή παρουσιάζεται αναλυτικά το είδος του φυτού, η κοινή ονομασία του, η εποχή ανθοφορίας, το μέρος του φυτού από το οποίο υπάρχει μεγάλο ενδιαφέρον για απομόνωση δευτερογενών μεταβολιτών με φαρμακευτική δράση και οι δυνατότητες καλλιέργειας.
Πρέπει επίσης να γίνει αναφορά στον γλυκάνισο (Pimpinella anisum) της Λήμνου, ο οποίος είναι γνωστός για την χρήση του στην ποτοποιία. Οι θεραπευτικές ιδιότητες του αιθέριου έλαιου είναι ευρέως γνωστές με κυριότερες τις διουρητικές, αποχρεμπτικές, σπασμολυτικές και αντιφυσητικές ιδιότητες. Μεγάλη σημασία πρέπει να δοθεί στον χαρακτηρισμό του γλυκάνισου ως προϊόντος ΠΟΠ, μαζί με αυτό του Λισβορίου της Λέσβου για να μπορέσει να προστατευτεί η υποβάθμισή του από την είσοδο γλυκάνισου από την Τουρκία στην εγχώρια αγορά.
Σε επόμενο άρθρο θα πραγματοποιηθεί ανάλυση για τα βήματα που πρέπει να γίνουν έτσι ώστε να γίνει μια σωστή συνεργασία μεταξύ της επιστημονικής κοινότητας και της πολιτείας.
Για τα ενδημικά φυτά της Λήμνου και του Αγίου Ευστρατίου αξίζει να αναφέρουμε το Allium pilosum Sm. (Άγιος Ευστράτιος), Centaurea raphanina Sm. subsp. mixta (DC.) Runemark, Erysimum rechingeri Javorka και Polygonum icaricum Rech.f.
Για τα απειλούμενα φυτά πρέπει να αναφέρουμε το Myosorus heldreichii H.Lév. (Άγιος Ευστράτιος) το οποίο είναι ευάλωτο λόγω βόσκησης, Consolida arenaria Carlström (Λήμνος) το οποίο είναι απειλούμενο και Centaurea rechingeri Phitos (Λήμνος), το οποίο έχει χαρακτηριστεί ευάλωτο στην κόκκινη λίστα με τα απειλούμενα είδη.
Τέλος, θα πρέπει να γίνει γνωστό ότι η Περιφέρεια Βορείου Αιγαίου συνεχίζει την προσπάθειά της όσον αφορά την αξιοποίηση των προϊόντων αγροδιατροφής, συνάπτοντας μία δεύτερη προγραμματική σύμβαση ερευνητικού έργου για τα μελισσοκομικά προϊόντα και τα υποπροϊόντα οινοποιείων στα οποία η Λήμνος έχει βασική θέση στις αναλύσεις μαζί με την Σάμο, γνωρίζοντας την σημασία του κρασιού στην τοπική οικονομία του νησιού. Θα γίνει εκτενής αναφορά σε επόμενα άρθρα για την σημασία της αξιοποίησης των προϊόντων και υποπροϊόντων οινοποίησης και πώς μπορεί η Περιφέρεια Βορείου Αιγαίου να γίνει πρωτοπόρος στην καινοτομία του τομέα αγροδιατροφής.
*Φαρμακοποιός / Χημικός Φαρμάκων, διδάκτορας Ιατρικής σχολής “La Sapienza” της Ρώμης
Μεταδιδακτορικός ερευνητής της Φαρμακευτικής σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Email: [email protected]