Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΣΤΟΝ ΚΑΜΒΑ ΤΟΥ ΛΑΪΚΟΥ ΖΩΓΡΑΦΟΥ: Το ιστορικό υπόβαθρο στο έργο του Θεόφιλου

Spread the love

του Παράσχου  Μανιάτη*

Ο Θεόφιλος Χατζημιχαήλ (1870-1934) υπήρξε ένας από τους πιο χαρακτηριστικούς λαϊκούς ζωγράφους της νεότερης Ελλάδας. Μεγάλωσε στη Βαρειά της Μυτιλήνης μέσα σε περιβάλλον γεμάτο διηγήσεις για ήρωες και θαύματα, γεγονός που καθόρισε το βλέμμα του. Ο παππούς του, αγιογράφος στο επάγγελμα, του μετέδωσε από νωρίς την αγάπη για τη ζωγραφική αλλά και για τις ιστορίες του ελληνικού έθνους. Από μικρός έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την παράδοση και την ιστορία, στοιχεία που θα καθορίσουν ολόκληρη την τέχνη του.

Ο λαϊκός ζωγράφος Θεόφιλος Χατζημιχαήλ είχε στενή σχέση με τη Σμύρνη, καθώς έζησε εκεί για αρκετά χρόνια. Πήγε στη Σμύρνη γύρω στα τέλη του 19ου αιώνα, αναζητώντας δουλειά και καλύτερη τύχη. Ο Θεόφιλος είχε έναν θείο στη Σμύρνη.

Η παιδεία του ήταν αυτοδίδακτη, αλλά βαθιά εμποτισμένη με το πνεύμα του ελληνισμού. Πίστευε πως η τέχνη του μπορούσε να λειτουργήσει ως φορέας μνήμης και ταυτότητας. Με φουστανέλα και ζωγραφικά εργαλεία στη μέση, περιπλανήθηκε στη Θεσσαλία, το Πήλιο και τη Μυτιλήνη, ζωγραφίζοντας σε τοίχους, καφενεία και σπίτια σκηνές εμπνευσμένες από την ελληνική ιστορία. Οι μορφές των ηρώων και των αγίων γίνονταν για εκείνον όχι απλώς εικαστικά θέματα, αλλά ζωντανά σύμβολα ενός αδιάσπαστου έθνους.

Μυθολογία και αρχαιότητα ζωντανεύουν στα έργα του

Η αρχαία Ελλάδα και η μυθολογία αποτελούν το πρώτο μεγάλο κεφάλαιο της θεματολογίας του Θεόφιλου. Στους πίνακές του παρελαύνουν μορφές, όπως ο Ηρακλής, ο Θησέας, η Αθηνά και ο Μέγας Αλέξανδρος, δοσμένες με λαϊκή αμεσότητα και έντονο πατριωτικό συναίσθημα. Στον πίνακα «Ο Μέγας Αλέξανδρος φονεύων τον Μιθριδάτη» (1927) ο ζωγράφος παρουσιάζει τον νεαρό βασιλιά έφιππο, επιβλητικό και σχεδόν θεϊκό, μέσα σε σκηνή που θυμίζει λαϊκή ξυλογραφία. Δεν τον ενδιέφερε η αρχαιολογική ακρίβεια, αλλά η μεταφορά του ηρωισμού και του ενθουσιασμού που ενέπνεε το θέμα.

Η ίδια αίσθηση κυριαρχεί και σε έργα, όπως «Η μονομαχία του Αχιλλέα» ή «Ο Θησέας», όπου η αφήγηση παραμένει απλή, δυνατή και συγκινητική. Στα έργα του με θέματα από το δωδεκάθεο, όπως «Η Αθηνά και η Άρτεμις» ή «Η Άρτεμις κυνηγώντας», οι μορφές παρουσιάζονται με τη γνωστή επίπεδη προοπτική και τα καθαρά, φωτεινά χρώματα του Θεόφιλου. Έτσι, η μυθολογία γίνεται οικεία και λαϊκή – μια ιστορία που θα μπορούσε να ειπωθεί στο καφενείο, ανάμεσα σε φίλους.

Το ύφος του συνδυάζει στοιχεία της βυζαντινής εικονογραφίας με τη λαϊκή τέχνη. Οι μορφές είναι μετωπικές, οι χώροι απλοί, και το χρώμα λειτουργεί συμβολικά. Ο Θεόφιλος δεν μιμείται τους αρχαίους καλλιτέχνες, αλλά δημιουργεί ένα είδος «λαϊκής αρχαιότητας», όπου οι ήρωες και οι θεοί γίνονται φορείς της ελληνικής ψυχής.

Βυζαντινές αναφορές και ιστορική συνέχεια

Η ιστορική του ευαισθησία επεκτείνεται στο Βυζάντιο, το οποίο αντιμετωπίζει ως κρίκο ανάμεσα στην αρχαία και τη νεότερη Ελλάδα. Από παιδί, μαθητεύοντας κοντά στον αγιογράφο παππού του, γνώρισε τα χαρακτηριστικά της βυζαντινής τεχνοτροπίας: Την αυστηρή σύνθεση, τις επίπεδες μορφές και τα χρυσά χρώματα. Αυτά τα στοιχεία θα τα μεταφέρει και στα κοσμικά του έργα, δημιουργώντας πίνακες που θυμίζουν «κοσμικές εικόνες».

Στον πίνακα «Ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Παλαιολόγος» αποτίει φόρο τιμής στον τελευταίο αυτοκράτορα της Πόλης, τον οποίο παρουσιάζει σαν μάρτυρα του ελληνισμού. Σε άλλα έργα, όπως «Το συμπόσιο της αυτοκράτειρας Ευδοκίας» ή «Ο Σουλτάν Μωάμεθ και ο Πατριάρχης Γεννάδιος», συνδυάζει τη βυζαντινή λαμπρότητα με τη λαϊκή αφήγηση. Οι σκηνές του θυμίζουν χρονικά της παράδοσης, όπου η Ιστορία αποδίδεται όχι ψυχρά, αλλά με τη ζεστασιά της πίστης και του μύθου.

Ο Θεόφιλος φιλοτέχνησε επίσης πολλές αγιογραφίες και θρησκευτικά έργα σε εκκλησίες της Λέσβου και του Πηλίου. Εκεί, η πνευματικότητα της βυζαντινής τέχνης συνυπάρχει με τη λαϊκή απλότητα. Οι ήρωες και οι άγιοι αποκτούν κοινή υπόσταση, συμβολίζοντας τη συνέχεια του ελληνικού φρονήματος μέσα στους αιώνες.

Ήρωες της Επανάστασης 

Η Επανάσταση του 1821 αποτέλεσε για τον Θεόφιλο το πιο αγαπημένο του θέμα. Στους πίνακές του απεικονίζονται οι μορφές των αγωνιστών με ένταση και θαυμασμό. Ο Αθανάσιος Διάκος, ο Μάρκος Μπότσαρης, ο Καραϊσκάκης και ο Κατσαντώνης είναι για τον ζωγράφο όχι απλώς πρόσωπα της Ιστορίας, αλλά σύμβολα ελευθερίας.

Στο έργο «Ο θάνατος του Μάρκου Μπότσαρη» παρουσιάζει τη στιγμή της πτώσης του ήρωα με συγκίνηση και λαϊκό πάθος. Οι μορφές, τα άλογα και οι καπνοί δημιουργούν μια σκηνή γεμάτη δράση και συναίσθημα. Παρόμοια δύναμη έχει και ο πίνακας «Ο Γεώργιος Καραϊσκάκης κυνηγώντας τους Τούρκους», όπου ο ήρωας προβάλλει αγέρωχος, μέσα σε σύνθεση γεμάτη ενέργεια και κίνηση.

Ο Θεόφιλος δεν έβλεπε την Ιστορία ως παρελθόν, αλλά ως ζωντανή μνήμη. Ζωγράφιζε με ειλικρίνεια και πίστη στα εθνικά ιδανικά, ακόμα κι όταν αυτό τον έθετε σε κίνδυνο. Κατά τη διαμονή του στη Σμύρνη, οι τουρκικές αρχές τον θεώρησαν ύποπτο για τα «πατριωτικά» του έργα. Ο ίδιος όμως συνέχισε να δημιουργεί, πιστεύοντας πως η τέχνη οφείλει να διαφυλάσσει την ιστορική συνείδηση του λαού.

Η άλλη όψη του ιστορικού του έργου

Πέρα από τις μάχες και τους ήρωες, ο Θεόφιλος αγάπησε εξίσου την ειρηνική όψη της ελληνικής ζωής: Τα έθιμα, τα τραγούδια και τα παραμύθια του λαού. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο πίνακας «Ερωτόκριτος και Αρετούσα» (1933), εμπνευσμένος από το ομώνυμο κρητικό έπος. Η σκηνή του νεαρού Ερωτόκριτου που χαιρετά την αγαπημένη του αποδίδεται με ευαισθησία και φωτεινά χρώματα, σαν εικονογράφηση δημοτικού τραγουδιού. Ο ζωγράφος δείχνει έτσι ότι η πολιτιστική συνέχεια του έθνους είναι εξίσου σημαντική με την ιστορική.

Πολλά έργα του αποτυπώνουν σκηνές της καθημερινότητας: Αρτοποιούς, ψαράδες, γιορτές και πανηγύρια. Οι πίνακες αυτοί αποτελούν ανεκτίμητα εθνογραφικά τεκμήρια, καθώς καταγράφουν τον τρόπο ζωής μιας Ελλάδας που χανόταν. Ο Θεόφιλος δεν παρατηρούσε απλώς, αλλά συμμετείχε ενεργά: Σε εορτές και αποκριάτικα δρώμενα ντυνόταν ως Μεγαλέξανδρος ή Κολοκοτρώνης και αναπαριστούσε ιστορικές σκηνές με τα παιδιά του χωριού. Για εκείνον, η ιστορία δεν ήταν μουσειακό αντικείμενο, αλλά ζωντανό βίωμα.

Οι τοιχογραφίες του σε σπίτια και καφενεία μετέτρεψαν τους δημόσιους χώρους σε υπαίθρια μουσεία μνήμης. Ο θαμώνας που έμπαινε σε ένα καφενείο ζωγραφισμένο από τον Θεόφιλο ένιωθε ότι περιβάλλεται από τη δόξα των προγόνων και τη ζεστασιά της λαϊκής ζωής.

Παρακαταθήκη 

Το έργο του Θεόφιλου αποτελεί έναν ζωντανό καθρέφτη της ελληνικής ψυχής. Σε μια εποχή που η επίσημη τέχνη μιμούνταν τα ευρωπαϊκά πρότυπα, εκείνος ύμνησε με απλότητα τη ρωμιοσύνη. Όπως είπε ο Γιάννης Τσαρούχης, «ο Θεόφιλος ζωγραφίζει τον ενθουσιασμό του, όχι τα πράγματα». Με αυτή τη φράση συνοψίζεται η δύναμη του έργου του: Μια τέχνη αυθόρμητη, χωρίς επιτήδευση. 

Το ελληνικό κράτος έχει ανακηρύξει όλα τα έργα του εθνική πολιτιστική κληρονομιά, αναγνωρίζοντας τη μοναδική του συμβολή. Η φήμη του εξαπλώθηκε χάρη στον Στρατή Ελευθεριάδη (Tériade), ο οποίος οργάνωσε μετά τον θάνατό του μεγάλες εκθέσεις σε Ελλάδα και εξωτερικό. Το 1961, έργα του παρουσιάστηκαν στο Λούβρο, προσελκύοντας το διεθνές ενδιαφέρον. Ο Οδυσσέας Ελύτης και ο Γιώργος Σεφέρης τον επαίνεσαν ως τον πιο γνήσιο εκφραστή της ελληνικής λαϊκής ψυχής.

Σήμερα, έργα του στεγάζονται σε μουσεία της Λέσβου και του Βόλου, ενώ συχνά διοργανώνονται αφιερωματικές εκθέσεις. Μέσα από τους πίνακές του, η Ιστορία και η Παράδοση συνομιλούν. Ο Θεόφιλος κατάφερε με πινέλο και πίστη να αφηγηθεί την πορεία του ελληνισμού από την αρχαιότητα ως τη νεότερη εποχή.

Η τέχνη του δεν περιορίζεται στο αισθητικό επίπεδο· είναι πράξη μνήμης και τιμής. Κάθε του έργο θυμίζει πως η Ελλάδα ζει μέσα στις εικόνες και στις αφηγήσεις του λαού της. Ο Θεόφιλος, με τη φτωχή φορεσιά και τη μεγάλη καρδιά, ζωγράφισε όσα οι ιστορικοί έγραψαν με λόγια: Τον αγώνα, τη λεβεντιά, την πίστη και την αγάπη για την πατρίδα. Στον καμβά του, το παρελθόν και το παρόν ενώνονται σε μια ενιαία, πολύχρωμη μορφή – την ψυχή της Ελλάδας.

Αφιερωμένο στον λαϊκό ζωγράφο Θεόφιλο

Στη Μυτιλήνη γεννήθηκες, και στην Μυτιλήνη πέθανες, αλλά το έργο σου ταξιδεύει, σε κάθε γωνιά της γης.

Με τα γαλάζια εκστατικά σου μάτια, και με το ταλέντο σου μοναδικό, αποτύπωσες την Ελλάδα, με τον πιο αυθεντικό τρόπο.

Οι εικόνες σου ζωντανές, με χρώματα έντονα και ζωηρά, μας μεταφέρουν σε έναν κόσμο, που μοιάζει να είναι ονειρικός.

Όμορφες γυναίκες με μακριά μαλλιά, με ρούχα παραδοσιακά,

άνδρες με λεβεντιά και ανδρεία, σε πανηγύρια και γάμους.

Φύση καταπράσινη, γεμάτη ελαιώνες και κλήματα,
κι ο ουρανός, μπλε και γαλάζιος,
σαν να τον ζωγράφισε η ψυχή του Αιγαίου.

Ο Θεόφιλος, ο λαϊκός ζωγράφος, η τέχνη του είναι διαχρονική, και θα

μας συντροφεύει για πάντα, σαν ένα όνειρο γλυκό…

*Ο Παράσχος Μανιάτης είναι καθηγητής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, κάτοχος 5 διδακτορικών διπλωμάτων από Σουηδικά και Αμερικανικά Πανεπιστήμια στους κλάδους: Logistics για Μηχανικούς, Μάνατζμεντ για Μηχανικούς, Οικονομικά & Χρηματοοικονομικά,Πολιτικές Επιστήμες & Δημόσιες Σχέσεις και Μαέστρος Μουσικής. Δίδαξε 41 χρόνια σε 9 δημόσια Πανεπιστήμια και 3 ιδιωτικά Πανεπιστήμια σε έξι χώρες

Μείνετε ενημερωμένοι με τα πιο σημαντικά νέα

Πατώντας το κουμπί Εγγραφή, επιβεβαιώνετε ότι έχετε διαβάσει και συμφωνείτε με τηνΠολιτική Απορρήτου και τουςΌρους Χρήσης
Διαφήμιση