- Μια ενδιαφέρουσα καταγραφή μέσα από το ημερολόγιο του Αριστοτέλη Ι. Αριστοτέλους
Το «Ημερολόγιο Ενός Στρατιώτη (Αύγουστος 1922)» που κυκλοφόρησε πριν από 10 χρόνια, το 2009, είναι μια ενδιαφέρουσα καταγραφή των δραματικών γεγονότων της Μικρασιατικής Καταστροφής μέσα από τα μάτια ενός στρατιώτη. Η κ. Θεοδοσία Αλφ. Δελή δημοσίευσε το ημερολόγιο του πατέρα της Αριστοτέλη Ι. Αριστοτέλους.
Ο Αριστοτέλης Αριστοτέλους γεννήθηκε το 1897 στην Καισάρεια της Καππαδοκίας. Πατέρας του ήταν ο Ιωάννης Αριστοτέλους και μητέρα του η άξια Μαρία Κεσίσογλου, καταγόμενοι και οι δυο από τα μέρη της Καππαδοκίας. Ο Ιωάννης Αριστοτέλους απόφοιτος της ονομαστής Ροδοκανακείου Σχολής υπηρέτησε δάσκαλος στην Καισάρεια στην Πέργαμο και στα Μοσχονήσια.
Το 1914 ήρθε στη Μυτιλήνη με την οικογένειά του. Δίδαξε στα Δημοτικά σχολεία της Βρίσας και της Μόριας. Η πρώτη δουλειά του Αριστοτέλη ήταν τελωνειακός υπάλληλος. Το 1917 στρατεύθηκε και πήγε στη Μ. Ασία όπου υπηρέτησε μέχρι το 1922. Όταν επέστρεψε, ασχολήθηκε με το εμπόριο. Το 1929 ανέλαβε την αντιπροσωπεία της καπνοβιομηχανίας Γ.Α Κεράνης. Παντρεύτηκε την Μαριάνθη Χατζοπούλου το γένος Τζιβόγλου. Απέκτησε δυο παιδιά, τη Θεοδοσία και τον Ιωάννη (Νάκη). Συνταξιοδοτήθηκε το 1971. Πέθανε το 1989. Οι σελίδες του ημερολογίου του δίνουν μια ανάγλυφη εικόνα της δραματικής οπισθοχώρησης τον Αύγουστο του 1922.
Ο Αριστοτέλης Αριστοτέλους περιγράφει κάθε μια μέρα του στο μέτωπο από την Τρίτη 9 Αυγούστου 1922 μέχρι τις 5 Σεπτεμβρίου 1922, οπότε επέστρεψε στη Μυτιλήνη. Στις 24 Αυγούστου 1922 γράφει: «Βαδίζαμεν καθ’ όλην τη νύκταν της 23ης προς την 24ην Αυγούστου. Ο Κασαμπάς δεν αμφιβάλλω ότι μετεβλήθη εις τέφραν. Αι ουρανομήκεις φλόγες της καιόμενης πόλεως εθεώντο και εξ αυτής της Μαγνησίας, ήτις απέχει περί τα 30 χιλιόμετρα. Καθ’ όλην την νύκτα της 23ης εβλέπαμε έναν τεράστιον όγκον πυρός. Εφαίνετο ως ένας πύρινος λόφος, αλλά μήπως έκαη μόνο ο Κασαμπάς; Όλη η απέραντος έκτασις από Αφιόν μέχρι Σμύρνης μετεβλήθη εις τέφραν. Κατά τας νυχτερινάς πορείας, όπου κι αν έστρεφες την κεφαλήν σου θα έβλεπες φλόγας. Τη δε ημέραν αι ηλιακαί ακτίνες δεν είχον τη δύναμιν να διασχίσωσιν το πυκνόν στρώμα του καπνού που εκάλυπτεν τον ορίζοντα…».
Την Κυριακή 28 Αυγούστου 1922 γράφει σε κάποιο σημείο των απομνημονευμάτων του: «… Προχωρώ προς την αποβάθραν της Πούντας. Και εδώ άπειρο νοσηλευτικό υλικό σκορπισμένο. Πλοίο δεν φαίνεται κανένα ούτε και ο στόλος είναι εδώ. Έχει φύγει από χθες. Τώρα άρχισα ν’ αντιλαμβάνωμαι το δυσχερές της θέσεώς μου καθώς και των άλλων στρατιωτών. Εν τω μεταξύ ο δρόμος γέμισε γυναικόπαιδα, τα οποία κατέρχονται σχεδόν γυμνά από τα προάστια της Σμύρνης. Τώρα μου μπήκε η μυϊα στο αυτί. Χωρίς άλλο οι Κεμαλικοί έφθασαν στα προάστια της Σμύρνης κι εγώ υπέθετα ότι θα είναι ανατολικώς της Μαγνησίας. Επιταχύνω το βήμα μου δια την Στρατιάν. Όλη η προκυμαία της Σμύρνης γεμάτη από πρόσφυγας, που περιμένουν πλοία να φύγουν. Βελόνη να ρίξης δεν θα πέση χάμω…».