«Όχι στην εμπορευματοποίηση του νερού και στις συγχωνεύσεις», είπαν ομόφωνα οι εργαζόμενοι στις Δημοτικές Επιχειρήσεις Ύδρευσης – Αποχέτευσης που πραγματοποίησαν συνεδρίαση την Παρασκευή, στην Αθήνα, για το επίμαχο νομοσχέδιο του Υπουργείου Περιβάλλοντος. Οι εργαζόμενοι υπογράμμισαν σε όλους τους τόνους ότι «το νερό είναι κοινωνικό αγαθό και πηγή ζωής, που δεν μπορεί να μεταφερθεί στα χέρια ιδιωτών», ενώ ταυτίστηκαν και με τη θέση της ΕΔΕΥΑ ότι πρέπει να μείνει στην αρμοδιότητα των Δήμων, όπως προβλέπεται στο Σύνταγμα.
Στη συνεδρίαση της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας των εργαζομένων συμμετείχε από τη Λέσβο η Πρόεδρος του Συλλόγου Εργαζομένων της ΔΕΥΑΛ, Μαρία Σηφάκη. Όπως δήλωσε η κ. Σηφάκη στα “Νέα της Λέσβου” αποφασίστηκε να οργανωθούν δυναμικές κινητοποιήσεις για να πάρουν πίσω το Υπουργείο και η κυβέρνηση το εν λόγω νομοσχέδιο. «Η θέση μας είναι ξεκάθαρη εδώ και 2 χρόνια, δηλαδή από την πρώτη στιγμή που τέθηκε επί τάπητος η προοπτική των συνενώσεων. Μόλις λίγα λεπτά πριν ξεκινήσει η συνεδρίαση παραλάβαμε το σχέδιο νόμου, αφού μέχρι τώρα δεν είχαμε καμία επίσημη ενημέρωση από το Υπουργείο. Είμαστε έτοιμοι να προχωρήσουμε σε κινητοποιήσεις, σε συνεργασία και με την Ένωση των ΔΕΥΑ και η αρχή θα γίνει με τη συμμετοχή μας στην απεργία της Τετάρτης, με κύριο αίτημα την απόσυρση του νομοσχεδίου», τόνισε η ίδια.
Αξίζει να σημειωθεί ότι αρχικά το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας σχεδίαζε να δημιουργήσει δύο Επιχειρήσεις σε όλη την χώρα, μία στη Νότια Ελλάδα με επικεφαλής την ΕΥΔΑΠ και μία στη Βόρεια Ελλάδα με επικεφαλής την ΕΥΑΘ. Στην πορεία διέρρευσε ο σχεδιασμός για μία Επιχείρηση ανά Περιφέρεια και στη συνέχεια, μετά από τις αντιδράσεις, κατέληξε σε μία Επιχείρηση ανά Νομό, που θα ονομάζεται ΜειΔΕΥΑ.
Όπως τονίστηκε στη συνεδρίαση της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας των εργαζομένων, «είναι ξεκάθαρη η πρόθεση της κυβέρνησης, ο έλεγχος του πόσιμου νερού να περάσει σταδιακά στην ΕΥΔΑΠ και ΕΥΑΘ, σε δύο Επιχειρήσεις και με ιδιώτες μετόχους. Η μεταρρύθμιση αυτή, αν τελικά προχωρήσει, θα δημιουργήσει σημαντικότατα προβλήματα στις σχέσεις εργασίας των εργαζομένων αλλά και δυσμενέστερους όρους εργασίας. Μειώνει τις αποδοχές των εργαζομένων. Δεν προστατεύει το αμετάθετο με συνέπεια να μετακινούνται οι εργαζόμενοι καθημερινά στην έδρα της Επιχείρησης. Δεν κατοχυρώνει τις θέσεις εργασίας. Δεν αναγνωρίζει τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας και καταργεί παροχές που χρόνια χορηγούνται».