Την παρέμβαση του υπευθύνου αγροτικού Λέσβου της Νέας Αριστεράς, Στρατή Νικολάου, προκάλεσε το ρεπορτάζ μας για την ελεύθερη πτώση στις τιμές του ελαιολάδου, που δημοσιεύθηκε στο φύλλο της περασμένης Πέμπτης και συγκεκριμένα η ανάλυση που κάναμε για τις τιμές παραγωγού στο ιταλικό ελαιόλαδο που βρίσκονται πάνω από τα 8 ευρώ το κιλό, ενώ στην Ισπανία και στην Ελλάδα καθώς και στις άλλες χώρες (Τυνησία κλπ.) που παράγουν ελαιόλαδο, οι τιμές είναι δυσανάλογα χαμηλές.
Ο κ. Νικολάου επιβεβαιώνει το ρεπορτάζ μας ότι οι Ιταλοί αγοράζουν το ελαιόλαδο από τον παραγωγό σε τιμές πολύ υψηλότερες από αυτές τόσο της χώρας μας όσο και της Ισπανίας, σχολιάζοντας ότι η Ιταλία είναι χώρα εισαγωγής ελαιολάδου, ενώ οι υπόλοιπες χώρες, με την οποία την συγκρίναμε, όπως η Ελλάδα και η Ισπανία, είναι χώρες εξαγωγής. Με δυο λόγια το λάδι που παράγει η Ιταλία δεν φτάνει για να καλύψει την αγορά της, ενώ στην χώρα μας το λάδι περισσεύει, άρα πρέπει να εξαχθεί.
«Η Ιταλία ως χώρα είχε στρατηγική να δημιουργήσει ιταλικό ελαιόλαδο με ισχυρή ταυτότητα και brand name “made in Italy”, το οποίο κατόρθωσε με συνεχείς ελέγχους ιχνηλασιμότητας να το επιβάλει στην αγορά διαφυλάσσοντάς το από νοθείες ή ξένες προσμίξεις», τονίζει ο κ. Νικολάου. Και συνεχίζει: «Το λάδι αυτό έχει κερδίσει την εμπιστοσύνη κυρίως των Ιταλών καταναλωτών, οι οποίοι είναι διατεθειμένοι να το πληρώσουν λίγο παραπάνω στο ράφι για να το αγοράσουν.
Αυτό, το extra παρθένο ιταλικό λάδι, που μπαίνει στην παραπάνω ετικέτα οι Ιταλοί τυποποιητές αναγκάζονται να αγοράζουν σε υψηλότερες τιμές, αφού δεν είναι αρκετό για να καλύψει την αγορά της Ιταλίας. Στα βιομηχανικά ελαιόλαδα ή στα εισαγόμενα ελαιόλαδα οι τιμές που προσφέρουν οι Ιταλοί έμποροι είναι αυτές της τρέχουσας διεθνούς αγοράς», αναφέρει ο υπεύθυνος αγροτικού της Νέας Αριστεράς.
Ο Στρατής Νικολάου για τον οποίο αξίζει να σημειώσουμε ότι είναι εξαιρετικός γνώστης των θεμάτων του αγροτικού και κτηνοτροφικού τομέα καθώς και των ντιρεκτίβων σε ευρωπαϊκό επίπεδο, διαπιστώνει ότι η Ιταλία με στρατηγική που έχτισε πάνω στην ταυτότητα και την ποιότητα του ιταλικού λαδιού προστατεύει τα συμφέροντα του Ιταλού ελαιοπαραγωγού και καταναλωτή. Άλλη στρατηγική για τον έλεγχο της παγκόσμιας αγοράς με βάση την ποσότητα έχει χτίσει η Ισπανία.
Και καταλήγοντας παρατηρεί ότι «στη χώρα μας δυστυχώς εθνική στρατηγική για το ελαιόλαδο δεν υπάρχει, με αποτέλεσμα ο καθένας να κάνει ό,τι θέλει. Η κυβέρνηση ζητά από τους Έλληνες τυποποιητές (ΣΕΒΙΤΕΛ) να ρίξουν τις τιμές στο ράφι, αυτοί ζητάνε την κατάργηση της πώλησης χύμα ελαιολάδου από τους παραγωγούς, γιατί χάνουν πωλήσεις στο ράφι, ενώ οι καταναλωτές προσπαθούν να αγοράσουν το λάδι κατευθείαν από τον παραγωγό φθηνότερα, χωρίς κανένα έλεγχο. Έτσι αντί για σχεδιασμό και στρατηγική, αντί για κανόνες και ελέγχους στην αγορά, αντί να χτίζουμε πάνω στην ταυτότητα και στην ποιότητα του ελληνικού ελαιόλαδου καταλήγουμε, με ευθύνη της κυβέρνησης, στην μάχη του «16κιλου τενεκέ λαδιού» σαν να ήταν αυτό το ζήτημα που θα έλυνε όλα τα προβλήματα».