Του Γρηγόρη Δουμούζη – Θεολόγου, MSc Θεολογίας, Κοινωνιολόγου
Την Κυριακή θ’ ακούσουμε στο ευαγγέλιο την παραβολή του Σπορέως (Λκ. η΄ 5-15). Την γνωρίζουμε όλοι. Ο λόγος του Θεού είναι αυτός που δίνει κατεύθυνση ζωής. Ο σπορέας σπέρνει το θείο λόγο και ανάλογα με τη δεκτικότητα του ανθρώπου, δηλαδή τη διάθεσή του, έχει ανάλογο «καρπό» και ανάλογη έκφραση στη ζωή του. Σίγουρα, όλοι μας θέλουμε να έχουμε στη ζωή μας μια κατεύθυνση και έναν προσανατολισμό. Τα έχει ανάγκη ο άνθρωπος. Όμως, συχνά, λειτουργούμε στα τυφλά. Αγνοούμε το λόγο του Θεού. Ζούμε, ως επί το πλείστον, μ’ έναν μηχανιστικό τρόπο, όπως μας έρθει. Δεν έχουμε άξονα ζωής.
Ένα σφάλμα μας, το οποίο έχει φοβερές προεκτάσεις, είναι ότι δεν μελετούμε το λόγο του Θεού και δεν μας απασχολεί. Προκύπτουν, έτσι, διάφορα ερωτήματα: «Τι κατεύθυνση ζωής έχουμε; Πώς μπορώ να είμαι «πνευματικός άνθρωπος»; Πώς μπορώ να είμαι «χριστιανός», αν δεν ξέρω ποια πορεία ν’ ακολουθήσω;». Γενικά, παρουσιάζουμε μια αδιαφορία απέναντι σ’ αυτό. Βολευόμαστε στις απόψεις μας και δεν ερευνούμε το λόγο του Θεού και δεν «ενεργοποιούμε» την καρδιά μας.
Όμως, οι Πατέρες μάς το τονίζουν: «Η αρχή της αμαρτίας είναι η λήθη». Να ξεχάσουμε γιατί ζούμε και ποιος είναι ο προορισμός μας. Η αμαρτία, ουσιαστικά, είναι υποκατάσταση μιας απουσίας. Μου λείπει ένα νόημα, μου λείπει μια κατεύθυνση ζωής, δεν ξέρω πού πατάω, με αποτέλεσμα να οδηγούμαι στην αμαρτία. Καθημερινά έχουμε τέτοιες προκλήσεις που μας θέτουν το ερώτημα: «Πώς να ζήσω; Ποια επιλογή να κάνω;». Απαντήσεις σ’ όλα αυτά δίνει ο λόγος του Θεού.
Αυτός ο λόγος άλλοτε «καρποφορεί» και άλλοτε όχι. Όπως είπαμε, αυτό εξαρτάται απ’ τη βούληση του ανθρώπου. Αναφέρει ο Χριστός στην παραβολή πως κάποιοι σπόροι πέφτουν στον δρόμο. Αυτό σημαίνει πως ακούνε το λόγο του Θεού οι άνθρωποι, αλλά έρχεται ο διάβολος και τον κλέβει απ’ την καρδιά τους. Έρχονται τα πετεινά του ουρανού και τον παίρνουν.
Υπάρχει κι η άλλη κατηγορία που το έδαφος είναι πετρώδες. Αυτό συμβολίζει πως, ενώ ο άνθρωπος δέχεται στην αρχή το λόγο του Θεού, μετά έρχεται ο πειρασμός και τον κερδίζει. Αυτό σημαίνει ότι δεν έχουμε αποδεχθεί ποιος είναι η ζωή και ποια είναι η χαρά μας. Στη συνέχεια, υπάρχει κάποια γη που καρποφορεί. Όμως, έρχονται οι μέριμνες και οι ανάγκες της ζωής και μας πνίγουν. Τι σημαίνει «έρχονται οι μέριμνες»; Σημαίνει πως, ενώ μπορεί να είμαστε καλοί χριστιανοί, να αποφεύγουμε τους πειρασμούς, την ίδια στιγμή να έχουμε έναν μέγιστο πειρασμό: Τα υλικά αγαθά. Να είμαστε κολλημένοι στα πράγματα. Η ζωή μας και η καταξίωσή μας να είναι τα κτήματά μας.
Μπορεί να είμαι χριστιανός, να τηρώ την τάξη της Εκκλησίας, αλλά αυτό να είναι ένα παραμύθι. Δεν έχει σημασία τι κάνω εξωτερικά, αλλά τι «κλέβει» την καρδιά μου. Την «έκλεψαν» τα πράγματα, που σημαίνει πως αντικειμενοποιώ τη ζωή μου και για μένα ο Χριστός δεν είναι Πρόσωπο. Είναι ένας ο οποίος θα με επιβραβεύσει ή θα με κατακρίνει. Είναι νόμος και εξουσία ο Χριστός για τον «άνθρωπο των πραγμάτων». Όλες οι σχέσεις αυτού του ανθρώπου είναι υπό αυτό το πρίσμα: Πού έχω κέρδος και πού όφελος. Οι άνθρωποι που τον περιβάλλουν ικανοποιούν την ιδιοτέλειά του. Αυτό είναι μια μάστιγα που υπάρχει και μέσα στην Εκκλησία δυστυχώς. Οι περισσότεροι επενδύουμε στα πράγματα και όχι στο Πρόσωπο του Χριστού και διαμέσου του Χριστού σε κάθε πρόσωπο, σε κάθε αδελφό μας. Έτσι, είμαστε ανίκανοι να συγχωρούμε και να δεχόμαστε τους ανθρώπους στην καρδιά μας.
Μετά, αναφέρει η παραβολή ότι υπάρχει και η γόνιμη γη που καρποφορεί. Ποια είναι η γόνιμη γη; Είναι ο ταπεινός άνθρωπος. Ποιος είναι ο ταπεινός άνθρωπος; Όχι ο κλαψιάρης που κλαίγεται και λέει «πόσο αμαρτωλός είμαι». Ο ταπεινός λέει: «Θέλω τη Ζωή, αλλά δεν την έχω. Δεν μπορώ να πιστέψω στον εαυτό μου ότι θα μου δώσει τη ζωή. Δεν πιστεύω ότι τα πράγματα και οι άνθρωποι θα μου δώσουν τη ζωή. Εσύ είσαι η Ζωή, αλλά με ξεπερνάς». Κατ’ αυτό τον τρόπο, ο άνθρωπος συντρίβεται απ’ τον πόθο για το Θεό και ταπεινώνεται.
Αυτός ο πόθος ο ανεκπλήρωτος είναι που κάνει τη γη «ταπεινή» και «καρποφόρα». Όσο ο άνθρωπος ταπεινώνεται σ’ αυτόν τον πόθο για το Θεό, σ’ αυτή την εκζήτηση του Θεού, τόσο γίνεται δεκτικός των δωρεών του Θεού και καρποφορεί η γη. Αν δεν έχουμε τη σοφία να το κάνουμε αυτό, είτε γιατί έτσι έχουμε μάθει στη ζωή μας, είτε γιατί έχουμε μέριμνες, πειρασμούς και ηδονές, όπως αναφέρει το ευαγγέλιο, τότε, όλα αυτά μας ξεγελούν. Ο άνθρωπος οδηγείται στη λήθη: Ξεχνάει να μελετά το λόγο του Θεού και να μην τον απασχολεί.
Και πάλι, όμως, η αγάπη του Θεού επιτρέπει τις δυσκολίες και τα προβλήματα, ώστε να μας χαμηλώσει εσωτερικά. Ν’ αρχίσουμε σιγά-σιγά ν’ αποβάλουμε το θόρυβο που μας περιβάλει, ώστε ν’ ακούσουμε επιτέλους τους πόθους της καρδιάς μας που περιφρονήσαμε. Να έρθουμε σ’ επαφή με την καρδιά μας. Να έχουμε ικανότητα να ακούμε το λόγο του Θεού.
Λένε πολλοί άνθρωποι σήμερα: «Δυσκολεύομαι στη σχέση μου και στη ζωή μου. Δεν μπορώ να σχετιστώ με τους ανθρώπους. Δεν μπορώ να συνεννοηθώ με κανέναν. Για ποιο λόγο;». Η απάντηση είναι γιατί δεν ακούμε τον άλλον άνθρωπο. Ακούμε τον εαυτό μας. Μάλιστα, αυτό που ακούμε δεν είναι ο πραγματικός μας εαυτός, είναι η ψευδαίσθηση και η φαντασία του εαυτού μας. Όταν δεν ακούω την πραγματική ανάγκη της καρδιάς μου και την αγάπη του Θεού, τότε, είμαι ανίκανος να σχετιστώ με τους ανθρώπους, είμαι ανίκανος να ακούω. Ταυτόχρονα, ούτε ακούγομαι, γιατί αυτά που λέω είναι ψέματα, φαντασιώσεις και λόγια του αέρα.
Άρα, όλη η κατάσταση και η αλλοίωσή μας προέρχεται απ’ την προσωπική μας σχέση τόσο με το Θεό, όσο και με τον εαυτό μας. Στο βαθμό που δεν ακούνε μόνο τ’ αυτιά μας, αλλά και η καρδιά μας το λόγο του Θεού και μας αλλοιώνει, είμαστε ικανοί ν’ απολαμβάνουμε αυτή τη μακαριότητα της ζωής που μας δίνει ο Χριστός. Κάνοντας αυτό, ξεκινάει για όλους μας η πραγματική και αληθινή ζωή.