Του Γρηγόρη Δουμούζη – Θεολόγου, MSc Θεολογίας, Φοιτητή Κοινωνιολογίας του Παν. Αιγαίου
Αύριο έχουμε μια απ’ τις μεγαλύτερες εορτές της Εκκλησίας μας. Εορτάζουμε τη φανέρωση της Αγίας Τριάδος, την αποκάλυψη του Θεού και τη φανέρωσή Του στον κόσμο. Η εορτή των Θεοφανείων μάς παρουσιάζει για ποιο λόγο ζούμε και ποιος είναι ο λόγος της ύπαρξής μας.
Στόχος μας δεν είναι να γίνουμε καλύτεροι άνθρωποι, στόχος μας δεν είναι να περάσουμε ευχάριστα τη ζωή μας, στόχος μας δεν είναι να λυθούν όλα τα προβλήματά μας. Ο σπουδαίος συγγραφέας, Λέων Τολστόι, γράφει στο έργο του «Άννα Καρένινα»: «Το αιώνιο λάθος των ανθρώπων είναι να ταυτίζουν την ευτυχία τους με την πραγματοποίηση των πόθων τους». Φυσικά, χωρίς αμφιβολία, και αυτά είναι καλά και απαραίτητα στη ζωή μας. Κανείς δεν το αρνείται αυτό. Το ζητούμενο, όμως, είναι η ζωή μας να γίνει «θεοφάνεια» και να συμβεί η αποκάλυψη του Θεού μέσα στην καρδιά μας.
Άλλωστε, γι’ αυτό το λόγο μάς έφερε ο Θεός στην ύπαρξη: Για να μας αποκαλυφθεί, για να μας φανερωθεί και να έχουμε σχέση μαζί Του. Αυτός είναι ο λόγος της Εκκλησίας μας. Είναι σημαντικό να συνειδητοποιήσουμε πως ό,τι κι αν κάνουμε, δεν μπορούμε ν’ ανακαλύψουμε το Θεό. Ο Θεός μόνο αποκαλύπτεται. Άρα, ποιος είναι ο στόχος και ο λόγος της ζωής μας; Να «καλλιεργήσουμε» την ύπαρξή μας, ώστε να καταστούμε δεκτικοί των αποκαλύψεων του Θεού. Σαφώς, αυτό δε θα γίνει επειδή είμαστε κάποιοι, επειδή είμαστε μεγάλοι και σπουδαίοι, αλλά επειδή Κάποιος μας αγαπάει.
Πιθανότατα, πολλοί από εμάς βρισκόμαστε μέσα στην άγνοια, μέσα στην αμαρτία, μέσα στην προσωπική μας κόλαση, αλλά ακόμη και για μας είναι εφικτή αυτή η δυνατότητα σχέσης με το Θεό, εξαιτίας της αγάπης Του. Δηλαδή, αν και βρισκόμαστε μέσα στην πτώση μας, στην «αναπηρία» μας και στα σκότη μας, επιμένουμε και κρατάμε μέσα μας «άσβεστο» τον πόθο μας γι’ αυτές τις αποκαλύψεις του Θεού.
Αυτό είναι που ελευθερώνει την ύπαρξή μας. Αυτό μόνο την αναπαύει και την ειρηνεύει. Δεν την αναπαύουν ούτε οι λογισμοί μας, ούτε οι ιδέες μας, ούτε η σοφία μας. Ο Θεός είναι κάτι άλλο, τα ξεπερνάει όλα αυτά. Η σχέση μας με το Θεό δεν είναι ένα ψυχολογικό γεγονός, ούτε μια θρησκευτική έξαψη, αλλά είναι ένα οντολογικό και υπαρξιακό γεγονός.
Θα ρωτήσει κάποιος: «Σε ποιους αποκαλύπτεται ο Θεός;». Απ’ την πείρα της Εκκλησίας ξέρουμε: Στους ταπεινούς, στους ήσυχους και στους προσευχόμενους. Αυτούς, δηλαδή, που έχουν επαφή με την καρδιά τους και μια υγιή σχέση με τον εαυτό τους. Είναι αυτοί που «παλεύουν» μέσα στην καρδιά τους με τα πάθη τους και τους λογισμούς τους.
Σ’ όλο αυτό είναι απαραίτητο να εμβαθύνουμε και εμείς. Να διεισδύσουμε στην καρδιά μας και, παρά την πτώση μας, παρά την αδυναμία μας, παρά την αμαρτωλότητά μας, να ελπίζουμε σ’ αυτή την προοπτική ζωής: ότι ναι, μπορεί να γίνει ορατός ο Θεός στη ζωή μας. Μόνο έτσι δικαιώνεται η ύπαρξή μας, μόνο έτσι καταξιώνεται ο άνθρωπος.
Αυτή η εορτή, επομένως, των Θεοφανείων είναι η ελπίδα μας, είναι η προοπτική της ζωής μας, είναι το κριτήριο και ο δείκτης μας. Μας λέει ο Χριστός: «Για σένα άνθρωπε σαρκώθηκα, ανέβηκα στον σταυρό, αναστήθηκα, αναλήφθηκα, ώστε να σου δώσω αυτή τη δυνατότητα. Ποια δυνατότητα; Να γίνεις δεκτικός της αγάπης μου, γιατί σε αγαπώ πιο πολύ απ’ ό,τι εσύ αγαπάς τον εαυτό σου και θέλω να στο δείξω αυτό».
Η Εκκλησία, λοιπόν, μ’ αυτή την εορτή μάς «ανοίγει» διάπλατα αυτή τη δυνατότητα: να γίνουμε «δοχεία» της χάριτος και των αποκαλύψεων του Θεού. Προσέξτε: όχι να γίνουμε καλοί άνθρωποι, αλλά να γίνουμε «θείοι άνθρωποι». Ο Μητροπολίτης Περγάμου, Ιωάννης Ζηζιούλας, έλεγε: «Χωρίς Χριστό και Εκκλησία δεν υπάρχει σωτηρία και ο λόγος είναι ένας: η σωτηρία είναι οντολογική και όχι ηθική υπόθεση, είναι νίκη κατά του θανάτου».
Αυτό σημαίνει κάτι πολύ βαθύ. Έστω ότι είμαστε καλοί και σπουδαίοι άνθρωποι. Νικήθηκε ο θάνατος; Ασφαλώς και όχι. Ο θάνατος νικιέται μόνο μέσα απ’ την προσωπική, μοναδική και ανεπανάληπτη σχέση με το πρόσωπο του Θεού. Ας είμαστε οι χειρότεροι άνθρωποι. Δεν έχει καμιά σημασία αυτό στα «μάτια» του Θεού. Λέει ο Ντοστογιέφσκι: «Ο Θεός δε θα μας κρίνει γι’ αυτά που πράξαμε, αλλά γι’ αυτά που ποθήσαμε». Αυτό βλέπει ο Θεός και τίποτα άλλο: τον πόθο που έχουμε για σχέση μαζί Του.
Γράφει ο Αλέξανδρος Κατσιάρας: «Δύσκολο πράγμα η σχέση με το Θεό γιατί βγάζει άχρηστη απ’ την αρχή τη φιλαυτία μας. Η ασκητική της σχέσης συνίσταται σε τούτο το «ασκητικό κατόρθωμα», να δεχτείς ότι μπορεί κάποιος, εν προκειμένω ο Θεός, να σ’ αγαπά, όχι επειδή τα κατάφερες, αλλά επειδή Εκείνος έτσι θέλει να σ’ αγαπά, χωρίς καμιά αιτία ή έμπνευση. Όπως είναι και πολύ εύκολη η σχέση με το Θεό, αν αποδεχτείς ότι ο Θεός θέλει και σε αγαπά χωρίς να πρέπει να κάνεις κάτι, πέρα απ’ το να δεχτείς ότι τίποτα δεν μπορείς να κάνεις για τον εμπνεύσεις και να τον προσελκύσεις, όπως και τίποτα δεν μπορείς να κάνεις για να τον αποτρέψεις να σ’ αγαπά».
Με λίγα λόγια, ο Θεός περιμένει από εμάς τη μετάνοια, την ταπείνωση και τη συντριβή. Ν’ αρνηθούμε κάθε λογισμό, κάθε ιδέα και κάθε έχθρα με το συνάνθρωπό μας, ώστε μέσα μας ήσυχα να γίνουμε «δοχεία» της χάριτος και των αποκαλύψεων του Θεού. Αυτό το γεγονός θα είναι μια «θεοφανεία», μια πλήρης αποκάλυψη της αγάπης του Θεού στην καρδιά μας. Αυτό πώς γίνεται; Μας το δείχνει η σημερινή εορτή η οποία μας λέει: «Είναι εφικτό στον άνθρωπο να πλησιάσει το Θεό, αφού ο Θεός πλησιάζει πρώτος τον άνθρωπο».