Της Ροζαλίας Μυγιάκη, διπλωματούχου Τοπογράφου Μηχανικού
Το Εθνικό Κτηματολόγιο είναι ένα ενιαίο και διαρκώς ενημερωμένο σύστημα πληροφοριών που καταγράφει τις νομικές και τεχνικές πληροφορίες για τα ακίνητα. Η σύνταξή του αποσκοπεί στη δημιουργία ενός σύγχρονου, αυτοματοποιημένου αρχείου ακίνητης ιδιοκτησίας, όλα τα στοιχεία του οποίου έχουν αποδεικτικό χαρακτήρα, εξασφαλίζοντας τη μεγαλύτερη δυνατή δημοσιότητα και ασφάλεια των συναλλαγών.
Το προσεχές διάστημα θα είναι κρίσιμο για την ολοκλήρωση της σύνταξης του Κτηματολογίου, δεδομένου ότι θα ξεκινήσει η συλλογή δηλώσεων ιδιοκτησίας για το υπόλοιπο της χώρας. Αποτελεί κοινή αντίληψη μεγάλης μερίδας πολιτών ότι το Εθνικό Κτηματολόγιο έρχεται να αντιμετωπίσει και να επιλύσει προβλήματα ετών σε αυτή τη χώρα, το οποίο είναι μεν ο στόχος του Έργου, απαιτεί όμως τη συμμετοχή σε αυτό τόσο του πολίτη όσο και των εμπλεκόμενων φορέων. Συνήθως ο πολίτης έχει την εντύπωση ότι, χωρίς ούτε ο ίδιος να γνωρίζει την ακριβή θέση του ακινήτου του, το κτηματολόγιο με την απλή κατάθεση της δήλωσής του θα το πράξει γι’ αυτόν. Πράγματι, μέσω του κτηματολογίου δίνεται η ευκαιρία και η δυνατότητα να αποκτήσει κάθε ακίνητο στην ελληνική επικράτεια την ταυτότητά του. Ταυτότητα που προσδιορίζει τόσο την ακριβή θέση του ακινήτου στο χώρο όσο και την νομική του υπόσταση και κατ’ επέκταση οδηγεί στην κατοχύρωση της ακίνητης περιουσίας, δημόσιας και ιδιωτικής. Η εξ αρχής ορθή υποβολή και καταχώριση των τεχνικών και νομικών στοιχείων που χαρακτηρίζουν το ακίνητο αποτελεί κρίσιμη προϋπόθεση για τη σύνταξη του έργου.
Η κτηματογράφηση στην Περιφέρεια Βορείου Αιγαίου αναμένεται να ξεκινήσει το προσεχές διάστημα και οι περιοχές οι οποίες εντάσσονται στο Εθνικό Κτηματολόγιο είναι όλοι οι ΟΤΑ των νησιών Λέσβου, Λήμνου και Αγ. Ευστρατίου εκτός των ΟΤΑ της Ν. Λέσβου, οι οποίοι έχουν ήδη ενταχθεί στο Εθνικό Κτηματολόγιο (όπως για παράδειγμα η πόλη της Μυτιλήνης και η περιοχή της Γέρας). Η δήλωση ιδιοκτησίας στο Εθνικό Κτηματολόγιο είναι από το νόμο υποχρεωτική και αποτελεί προϋπόθεση για οποιαδήποτε πράξη αφορά το ακίνητο στο μέλλον π.χ. μεταβίβαση, γονική παροχή, δωρεά, έκδοση οικοδομικής άδειας.
Υποχρέωση υποβολής δήλωσης ιδιοκτησίας έχουν όλα τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που έχουν εμπράγματο ή άλλο εγγραπτέο δικαίωμα σε ακίνητο (κυριότητα, δουλεία, υποθήκη, αγωγή κ.ά.). Η δήλωση μπορεί να υποβληθεί στο αρμόδιο Γραφείο Κτηματογράφησης ή ηλεκτρονικά μέσω ειδικής εφαρμογής. Από την ημερομηνία έναρξης λειτουργίας του Κτηματολογικού Γραφείου η προθεσμία για την υποβολή δήλωσης ιδιοκτησίας διαρκεί 3 μήνες για τους κατοίκους εσωτερικού και 6 μήνες για τους κατοίκους εξωτερικού.
Σύμφωνα με τον νόμο, το τέλος κτηματογράφησης είναι για τις αστικές περιοχές 35€ για τους κύριους χώρους και 20€ για τους βοηθητικούς π.χ. αποθήκες, γκαράζ. Το τέλος των 20€ για τους βοηθητικούς χώρους καταβάλλεται μόνο αν οι χώροι αυτοί είναι αυτοτελείς ιδιοκτησίες (οριζόντιες ιδιοκτησίες), δηλαδή έχουν ποσοστό συγκυριότητας στο οικόπεδο και δεν είναι παρακολουθήματα διαμερίσματος. Το τέλος κτηματογράφησης για τις αγροτικές περιοχές είναι 35€ για κάθε δικαίωμα έως τα δύο πρώτα δικαιώματα εντός του ίδιου Προκαποδιστριακού ΟΤΑ και για κάθε επόμενο δικαίωμα το τέλος είναι μηδενικό.
Τα απαραίτητα δικαιολογητικά που συνυποβάλλονται με την δήλωση ιδιοκτησίας είναι φωτοαντίγραφο της Ταυτότητας, έγγραφο από το οποίο να αποδεικνύεται ο ΑΦΜ (όπως αντίγραφο του εκκαθαριστικού της εφορίας, Ε9, λογαριασμός ΔΕΗ κ.ά.), φωτοαντίγραφο του τίτλου ιδιοκτησίας μαζί με φωτοαντίγραφο του πιστοποιητικού μεταγραφής του στο Υποθηκοφυλακείο και τυχόν τοπογραφικό διάγραμμα του ακινήτου από το οποίο προκύπτει η θέση του ακινήτου (δεν είναι απαιτούμενο, αλλά προτείνεται να υπάρχει).
Υπάρχουν δύο ειδικές περιπτώσεις απόκτησης δικαιώματος κυριότητας σε ακίνητο χωρίς την ύπαρξη τίτλου ιδιοκτησίας. Αυτές είναι η απόκτηση δικαιώματος κυριότητας από κληρονομία για την οποία δεν έχει συνταχθεί συμβόλαιο αποδοχής κληρονομίας και η περίπτωση της έκτακτης χρησικτησίας. Σε αυτές τις περιπτώσεις ο δικαιούχος δύναται να υποβάλει δήλωση ιδιοκτησίας προσκομίζοντας τα απαραίτητα δικαιολογητικά κατά περίπτωση. Στην περίπτωση που δεν έχει συνταχθεί συμβόλαιο αποδοχής κληρονομίας, εάν υπάρχει διαθήκη υποβάλλονται υποχρεωτικά ο τίτλος του θανόντος, ληξιαρχική πράξη θανάτου, αντίγραφο της δημοσιευμένης διαθήκης και πιστοποιητικά «περί μη δημοσιεύσεως άλλης διαθήκης» και «περί μη αποποιήσεως κληρονομιάς».
Εάν δεν υπάρχει διαθήκη υποβάλλονται υποχρεωτικά ο τίτλος του θανόντος, ληξιαρχική πράξη θανάτου και τα πιστοποιητικά «εγγυτέρων συγγενών», «περί μη δημοσιεύσεως διαθήκης» και «περί μη αποποιήσεως κληρονομιάς». Στην περίπτωση έκτακτης χρησικτησίας πρέπει να αποδειχθεί η 20ετής νομή του ακινήτου και θα πρέπει να κατατεθεί σχετική τελεσίδικη δικαστική απόφαση (εφόσον υπάρχει) ή έγγραφα από τον συνδυασμό των οποίων αποδεικνύεται 20ετής νομή και κατοχή του ακινήτου (π.χ. λογαριασμοί ΔΕΗ, ΟΤΕ κ.λπ., μισθωτήρια, αποδεικτικά επιδότησης, πράξη αναγνώρισης ορίων κ.ά.).
Κατά την υποβολή της δήλωσης είναι απαραίτητος ο εντοπισμός του ακινήτου επί του χάρτη του Κτηματολογίου. Πρέπει, δηλαδή, κάθε ιδιοκτήτης να γνωρίζει ΠΟΥ βρίσκεται το ακίνητό του, ώστε να μπορεί να το εντοπίσει πάνω στους χάρτες. Ο εντοπισμός ενός ακινήτου πάνω σε χάρτη είναι εύκολη διαδικασία, όταν πρόκειται για περιοχές δομημένες, όπου υπάρχει οδός και αριθμός. Στις αγροτικές περιοχές, όμως, τα πράγματα είναι πιο σύνθετα. Κι αυτό γιατί, πολλές φορές, η περιγραφή του ακινήτου στον τίτλο ιδιοκτησίας δεν είναι επαρκής για τον εντοπισμό του. Για το λόγο αυτό, οτιδήποτε μπορεί να προσδιορίσει τη θέση, το σχήμα και τα όρια ενός ακινήτου, είναι πολύ σημαντικό στοιχείο για την κτηματογράφηση.
Τα σύγχρονα τοπογραφικά διαγράμματα («εξαρτημένα τοπογραφικά») διαθέτουν συντεταγμένες Χ και Ψ στο Εθνικό Σύστημα συντεταγμένων που χρησιμοποιεί και το Κτηματολόγιο. Γι’ αυτό και πρόκειται για τον πλέον αξιόπιστο τρόπο εντοπισμού, καθώς μοναδικοποιούν το ακίνητο στο χώρο. Η σύνταξη Τοπογραφικού Διαγράμματος εξασφαλίζει την ορθή τοποθέτηση του ακινήτου επί του χάρτη του Κτηματολογίου και προλαμβάνει τυχόν μελλοντικές διορθώσεις που θα απαιτηθούν σε περίπτωση λανθασμένου εντοπισμού του ακινήτου επί του χάρτη.
Επισημαίνεται ότι ανεντόπιστα δικαιώματα δεν συμπεριλαμβάνονται ούτε στους κτηματολογικούς πίνακες της ανάρτησης αλλά και εν τέλει στους οριστικούς κτηματολογικούς πίνακες και διαγράμματα, εσφαλμένος εντοπισμός ακινήτου, καθώς και λάθος οριοθέτηση αυτού οδηγεί εν πρώτοις σε ταλαιπωρία του πολίτη προκειμένου να προβεί στις απαιτούμενες διορθώσεις κατά τη λειτουργία του Κτηματολογίου και επίσης οικονομική επιβάρυνση, εκτεταμένα λάθη οδηγούν σε χρονοβόρες και αντιοικονομικές διαδικασίες, όπως αυτές των επαναχωροθετήσεων.
Πρέπει, λοιπόν, οι πολίτες να κατανοήσουν ότι είναι καθοριστικής σημασίας στον τρόπο διαχείρισης της ακίνητης περιουσίας τους ο σωστός εντοπισμός και η οριοθέτηση των ακινήτων τους καθώς και η συμμετοχή τους σε όλα τα στάδια της κτηματογράφησης.