- Ανοδικές τάσεις στις τιμές παραγωγού για την Ευρώπη και την Ελλάδα, ενώ στη Λέσβο παραμένουν στάσιμες χωρίς επικαιροποίηση των τιμοκαταλόγων
- Ποιο είναι το τοπίο σήμερα στα αποθέματα και τι περιμένουμε σε παραγωγή για την επόμενη ελαιοκομική περίοδο σε ευρωπαϊκό επίπεδο
Τις πρώτες τιμές για τη νέα ελαιοκομική περίοδο περιμένουν οι ελαιοπαραγωγοί της Λέσβου ώστε να προχωρήσουν σε ρευστοποίηση των ποσοτήτων ελαιολάδου που έχουν παρακαταθήκες στα ελαιοτριβεία από πέρυσι, καθώς ένα σημαντικό ποσοστό αγροτών και κυρίως οι μεγάλοι και οι μεσαίοι δεν πούλησαν μέχρι τώρα την παραγωγή τους παρά μόνο τις ποσότητες που χρειάστηκαν κατά τη διάρκεια της περσινής συγκομιδής για να αντλήσουν ρευστό και να μπορέσουν να ανταποκριθούν στις ανάγκες πληρωμής ημερομισθίων και άλλων εξόδων. Σύμφωνα με το Σύνδεσμο Ελαιοτριβέων Λέσβου, οι εκτιμήσεις των αποθεμάτων ελαιολάδου στη Λέσβο θέλουν τις ποσότητες να κυμαίνονται μεταξύ 4.000 τόνων και 5.000 τόνων λαδιού, που σημαίνει ότι υπάρχουν αποθέματα στο νησί μας και αυτό είναι αναμενόμενο για όποιον παρακολουθούσε την εξέλιξη των τιμών, καθώς όσοι αγρότες άντεχαν κράτησαν τα λάδια τους.
Το τοπίο των τιμών
Το τοπίο των τιμών αυτή την περίοδο είναι ενθαρρυντικό, καθώς καταγράφεται άνοδος και στην Ελλάδα και σε ευρωπαϊκό επίπεδο και οι τιμές με τις οποίες έκλεισε η περσινή σεζόν στη Λέσβο υπολείπονται αρκετά από τις νέες τιμές που διαμορφώνονται. Είναι ενδεικτικό ότι η τιμή στα 3 δέκατα για τον παραγωγό παραμένει στα 3,50 ευρώ το κιλό στη Λέσβο (3,05 ευρώ ο άσος), ενώ στην Ισπανία η μέση τιμή στην Ανδαλουσία βρίσκεται στα 4,12 και για την Ιταλία δεν γίνεται λόγος, είναι πάνω από 9 ευρώ. Η Ιταλία πλέον βρίσκεται σε άλλο πλανήτη αναφορικά με τις τιμές του ελαιολάδου την τελευταία πενταετία. Είναι ενδεικτικό ότι ακόμα και στην Τυνησία οι τιμές παραγωγού κυμαίνονται στα 4 ευρώ το κιλό. Στην Ελλάδα και συγκεκριμένα στην Κρήτη ξεκινούν από τα 3,90 ευρώ και φθάνουν μέχρι τα 4,60 ευρώ το κιλό με συνεχή ανοδική πορεία, ενώ για την Πελοπόννησο από τα 4 μέχρι τα 5 ευρώ το κιλό για τα 3 δέκατα.
Όλα τα παραπάνω ενώ φέτος η παραγωγή που περιμένει σε ελαιόλαδο το νησί μας είναι πραγματικά μηδαμινή και μόνο οι περιοχές της Πέτρας και της Θερμής και κάποια χωριά προς τα νότια έχουν μια πολύ μικρή παραγωγή. Είναι προφανές ότι φέτος τα ελαιοτριβεία δεν θα έχουν αντικείμενο και θα ασχοληθούν με την εμπορία του περσινού ελαιολάδου, ενώ όπως δηλώνει το μέλος της διοίκησης του Συνδέσμου Ελαιοτριβέων, Βασίλης Κοκκινοφόρος «θεωρούμε ότι υπάρχουν οι προϋποθέσεις και η χρονιά θα ανοίξει με άνοδο των τιμών, θα πρέπει όμως να προσέξουν οι αγρότες να μην περιμένουν μεγάλη άνοδο για να δώσουν τα λάδια τους γιατί θα πάθουν ό,τι συνέβη και πέρυσι: Θα βρεθούν και πάλι εγκλωβισμένοι δεδομένου ότι η Ισπανία έχει μεν μια μείωση της παραγωγής που εκτιμάται, αλλά θα έχει ποσότητες λαδιών και φέτος».
Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε και ο ελαιοτριβέας από την περιοχή της Θερμής, Χαράλαμπος Παπαδέλλης, σημειώνοντας ότι «τα φετινά φρέσκα λάδια θα πληρωθούν με βελτιωμένες τιμές, είναι μικρή όμως η παραγωγή στη Λέσβο», ενώ παρατήρησε ότι και φέτος θα έχει παραγωγή η Ισπανία, η οποία ρυθμίζει την αγορά σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Η ελαιοκομική περίοδος
Σε επίπεδο παραγωγής η ελαιοκομική περίοδος 2025-2026 αναμένεται να φέρει και σταθερότητα μετά από δύο χρόνια ακραίων ξηρασιών και διαταραγμένων αγορών. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, τόσο η παραγωγή όσο και οι τιμές παραγωγού θα εξαρτηθούν από τη συνέχιση των θετικών καιρικών συνθηκών και την ανάκαμψη της ζήτησης.
Για την Ελλάδα, οι προβλέψεις για την παραγωγή της περιόδου 2024/25 εκτιμούν περίπου 250.000 τόνους ελαιολάδου, σημειώνοντας άνοδο κατά 42%-43% σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά.
Πιο συγκεκριμένα, το Διεθνές Συμβούλιο Ελαιολάδου (IOC) αποτιμά ότι η παραγωγή στην Ελλάδα βρίσκεται κοντά στα επίπεδα των 250.000 τόνων.
Συνολικά, οι πιο αξιόπιστες εκτιμήσεις θέλουν την παραγωγή της ΕΕ για την περίοδο 2025-2026 να κυμαίνεται μεταξύ 2,0 και 2,1 εκατομμυρίων τόνων.
Από αυτό το ελαιόλαδο η Ισπανία εκτιμάται ότι είναι δυνατόν να παράγει 1,4 εκατομμύρια τόνους, αν όχι και να ξεπεράσει αυτή την ποσότητα και η Ιταλία να έχει μία χρονιά που θα κυμανθεί στους 350.000 τόνους. Να σημειωθεί ότι τους προηγούμενους μήνες η εκτίμηση για την παραγωγή της Ισπανίας για την προσεχή ελαιοκομική περίοδο έφτανε και ξεπερνούσε τα 1,6 εκατομμύρια τόνους, ωστόσο τώρα γίνονται κάποιες πιο συντηρητικές εκτιμήσεις λόγω των υψηλών θερμοκρασιών που έπληξαν το καλοκαίρι τη χώρα.
Αν λάβουμε υπόψη αυτή τη χαρτογράφηση, τότε αυτό που συμπεραίνει κανείς είναι ότι οι τιμές παραγωγού θα κυμανθούν στα περσινά επίπεδα. Θα ισχύσει όμως αυτό; Τα πάντα εξαρτώνται από το ισοζύγιο προσφοράς και ζήτησης και ενώ η ζήτηση ελαιολάδου από την κατανάλωση αυξάνεται το τελευταίο εξάμηνο, το ύψος της παραγωγής ελαιολάδου που θα έχουμε την επόμενη περίοδο σε συνάρτηση με τα αποθέματα θα κρίνουν τις τιμές. Γεγονός είναι ότι αυτή την περίοδο η αγορά χρειάζεται λάδια και γι’ αυτό και ανεβαίνουν οι τιμές στην Ελλάδα και την Ευρώπη, όμως, από αυτή την ιστορία δεν επωφελούνται μέχρι τώρα οι παραγωγοί της Λέσβου καθώς οι τιμές παραγωγού στο νησί μας παραμένουν στάσιμες.
Όπως δήλωσε στα Νέα της Λέσβου ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελαιοτριβείων, Γιώργος Κατζανός «οι ελαιοπαραγωγοί θα πρέπει να είναι προσεκτικοί. Δεν θα πρέπει να παρασύρονται από διάφορες φημολογίες αλλά να παρακολουθούν τις πραγματικές εξελίξεις στην αγορά. Να διαθέσουν τα λάδια τους την ώρα που θα έχουν το μέγιστο δυνατό όφελος. Αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα ότι πρέπει να περιμένουν καθώς βλέπουμε ότι τώρα γίνονται κάποιες κινήσεις από την τυποποίηση να μαζέψει λάδια και δεν ξέρουμε αν αυτό θα συνεχιστεί ή αν θα έχουμε μία στασιμότητα το επόμενο διάστημα. Οι τιμές του ελαιολάδου είναι σαν το χρηματιστήριο, ποτέ δεν μπορείς να είσαι σίγουρος και καμιά φορά όσοι προσδοκούν υψηλές τιμές απογοητεύονται και το ζούμε και εμείς δίπλα σε αυτούς τους αγρότες γιατί είναι οι άνθρωποι του μόχθου που προσπαθούν να εισπράξουν τον ιδρώτα τους, δυστυχώς όμως αυτό δεν κρίνεται από την Ελλάδα αλλά από την παγκόσμια αγορά», είπε ο κ. Κατζανός.



