Το ποίημα για τον Άγιο Παΐσιο είναι ένας ύμνος στη ζωή και τη δράση του, αποδίδοντας με εξαιρετικό τρόπο την αγιότητά του και την αφοσίωσή του στον Θεό. Η ποιητική γλώσσα αποτυπώνει με ευαισθησία και σεβασμό τις πτυχές της ζωής του, από τα πρώτα του βήματα έως την τελική του ανάβαση στον Παράδεισο. Οι εικόνες που περιγράφονται ζωντανεύουν μπροστά στα μάτια του αναγνώστη, αποκαλύπτοντας την ταπεινότητα, την εργατικότητα και την αδιάλειπτη προσευχή που χαρακτήριζαν τον Άγιο Παΐσιο. Η αφήγηση για το ταξίδι του από τη γενέτειρά του, τις δυσκολίες που αντιμετώπισε ως πρόσφυγας, τη θητεία του ως ξυλουργός και ασυρματιστής, μέχρι τη μοναχική ζωή στο Άγιο Όρος, τονίζει την πίστη και την αγάπη του για τον Θεό και τους ανθρώπους.
Η μετάβαση από το κοσμικό όνομα Αρσένιος Εζνεπίδης στο μοναχικό Παΐσιος, συμβολίζει την πνευματική του μεταμόρφωση και την απόλυτη αφοσίωσή του στην υπηρεσία του Θεού. Η βοήθεια προς τους φτωχούς και τους Βεδουίνους, όπως περιγράφεται, αποδεικνύει τη μεγάλη του καρδιά και τη διάθεσή του να απαλύνει τον πόνο των ανθρώπων. Το ποίημα αποπνέει μια αίσθηση ηρεμίας και γαλήνης, που είναι σύμφωνη με τον χαρακτήρα του Αγίου Παϊσίου, ενώ παράλληλα αποτελεί μια πηγή έμπνευσης για όσους επιθυμούν να ακολουθήσουν το δρόμο της πίστης και της αγάπης. Η ποιητική του δομή και το πλούσιο λεξιλόγιο ενισχύουν τη βαθιά πνευματική του σημασία, καθιστώντας το ένα αξιόλογο έργο που αξίζει να διαβαστεί και να εκτιμηθεί. Η καταληκτική στροφή, που αναφέρεται στην άνοδο του Αγίου Παϊσίου στον Παράδεισο, αφήνει τον αναγνώστη με ένα αίσθημα ευλάβειας και θαυμασμού, θυμίζοντας ότι η αγάπη και η ταπείνωση είναι οι θεμέλιοι λίθοι της χριστιανικής ζωής. Το ποίημα αυτό δεν είναι μόνο ένας φόρος τιμής στον Άγιο, αλλά και μια πρόσκληση σε όλους μας να ακολουθήσουμε το φωτεινό παράδειγμά του.
Το ποίημα για τον Άγιο Παΐσιο
Στου Αγιονόρους τις σκιές, βήμα αργό και αγιασμένο, ο Παΐσιος περπάτησε, Θεού παιδί ευλογημένο.
Από τα Φάρασα η αρχή, σε τόπους μακρινούς και ξένους, στον Πειραιά, την Κέρκυρα, ανάμεσα σε προσφυγικούς πόνους.
Μικρός με την προσευχή, τα θαύματα σημείωνε, του Αγίου Αρσενίου, που βάπτισε και όνομα του έδωσε.
Ξυλουργός και ασυρματιστής, στον πόλεμο υπηρέτησε, της μοναχικής ζωής η φλόγα, στην καρδιά του ανάφτησε.
Στο Άγιο Όρος πήγε, με ζήλο και αγνότητα, στη σκήτη και τη μονή, βρήκε πνευματικότητα.
Στην Εσφιγμένου τη Μονή, πρώτα Αβέρκιος ονομάστηκε, εκεί ξεχώρισε για την αγάπη και την εργατικότητα.
Στη Φιλοθέου έμεινε, Παΐσιος πια ονομάστηκε, με προσευχή και ταπείνωση, ο δρόμος του φωτίστηκε. Στο Στόμιο της Κόνιτσας, τους φτωχούς βοήθησε, στο Όρος Σινά αγάπη βρήκε, στους Βεδουίνους εσκόρπισε.
Ξανά στο Άγιο Όρος, με τον γέροντα Τύχωνα έζησε, σε προσευχή και ασκητισμό, η ψυχή του ανδρώθηκε. Στην Παναγούδα, το κελί του, χιλιάδες τον επισκέπτονταν, με συμβουλές και λόγια απλά, τις ψυχές των πονεμένων γλύκαινε.
Ταπεινός και προσευχόμενος, με πόνο υπομονετικά, η πίστη του στον Θεό, έμεινε πάντοτε σταθερά. Στη Σουρωτή τελικά, το τέλος του συνάντησε, με αγάπη και γαλήνη, στον Παράδεισο ανέβηκε.
Ο Άγιος Παΐσιος, παράδειγμα για όλους μας, η αγάπη και η ταπείνωση, το μονοπάτι του Χριστού μας. Στο φως της αγιότητας, η ζωή του μαρτυρεί, πως με πίστη και προσευχή, ο άνθρωπος ευλογεί.