ΠΟΣΟ ΚΟΝΤΑ ΣΤΗ ΣΥΓΚΛΙΣΗ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ Η ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΒΟΡΕΙΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ; “Μαύρα τα μαντάτα” από τις εξαγωγές

Πηγή: ΣΕΒΕ
Spread the love

της Μάρως Καραμανώλη
Οικονομολόγου, Υποψήφιας Διδάκτορος Πανεπιστημίου Αιγαίου

Το καμπανάκι χτύπησε, δεν ήταν της εκκλησίας, αλλά του Συνδέσμου Εξαγωγέων και αφορά τα αρνητικά ρεκόρ της περιφέρειας Βορείου Αιγαίου στις εξαγωγές, την τελευταία πενταετία. Ο ΣΕΒΕ – Σύνδεσμος Εξαγωγέων, μόλις παρουσίασε τη φετινή μελέτη με τίτλο “Χαρτογράφηση της εξαγωγικής δραστηριότητας της Ελλάδας ανά περιφέρεια”, για την περίοδο 2020 – 2024. Δεν πρόκειται για μια απλή στατιστική καταγραφή της πραγματικότητας, αλλά για έναν πολύτιμο οδηγό για τους χαράσσοντες πολιτική και τους αρμόδιους τεχνοκράτες, που κρατούν στα χέρια τους το μέλλον της ελληνικής περιφέρειας, και δη της παραμεθορίου, η οποία αναδεικνύει για άλλη μια φορά τις υψηλές περιφερειακές ανισότητες και τη μεγάλη απόσταση από την επιθυμητή σύγκλιση!

Αρνητικές εξαγωγές για το Βόρειο Αιγαίο και πρωτιά από το τέλος

Σύμφωνα με τη συγκεκριμένη έκθεση, η περιφέρεια Βορείου Αιγαίου, σημείωσε μια από τις υψηλότερες ΜΕΙΩΣΕΙΣ εξαγωγών στο διάστημα 2023 – 2024 (-15,1% μαζί με τα πετρελαιοειδή), σε όλη την επικράτεια. Αναλυτικότερα, το 2024 οι εξαγωγές άγγιξαν μόλις τα 79,5 εκατομμύρια ευρώ, λαμβάνοντας μερίδιο μόνο 0,2% στο σύνολο των ελληνικών εξαγωγών, όταν το 2020, εν μέσω ξεσπάσματος υγειονομικής κρίσης, οι εξαγωγές στο Βόρειο Αιγαίο, άγγιζαν το υψηλότερο της 5ετίας, ύψους 153,4 εκατομμύρια ευρώ. Το μεγαλύτερο μέρος των εξαγωγών της ακριτικής μας περιφέρειας, αφορά τρόφιμα (40%), πετρελαιοειδή (30,3%), ενώ αξίζει να σημειωθεί και η συνεισφορά των ποτών και καπνικών ειδών (7,2%). Οι κυριότερες χώρες, στις οποίες εξάγουμε, είναι Ιταλία, Γερμανία, Βουλγαρία, Γαλλία, Κύπρος, Νότια Κορέα, Πολωνία, Ολλανδία, Βέλγιο αλλά και ΗΠΑ (καταλαμβάνοντας το 5,7% των εξαγωγών μας, κάτι που δείχνει πως δεν θα είναι αμελητέα η μελλοντική επίπτωση, υψηλότερων δασμών προς την ΕΕ, από την πολιτική Τραμπ).

Πηγή: ΣΕΒΕ

Το αρνητικό ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών και η δεινή θέση της Ελλάδας

Τα τελευταία χρόνια, λόγω της αρνητικής επίδρασης της οικονομικής κρίσης στις επιδόσεις της χώρας μας, συνεχώς έρχεται στη δημόσια συζήτηση το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών (Current Account Balance). Αρκετός κόσμος, χωρίς οικονομικές γνώσεις – ο οικονομικός αναλφαβητισμός σύμφωνα με αρκετές έρευνες, καλπάζει στην Ελλάδα – δεν αντιλαμβάνεται τη σημασία αυτού του λογαριασμού. Πρακτικά, περιλαμβάνει το εμπορικό ισοζύγιο (δηλαδή το αποτέλεσμα των εξαγωγών μείον τις εισαγωγές αγαθών), το αντίστοιχο ισοζύγιο των υπηρεσιών (τουρισμός, ναυτιλίας, μεταφορές), το ισοζύγιο εισοδημάτων (τόκοι, μερίσματα, κέρδη από επενδύσεις), καθώς και τις λεγόμενες τρέχουσες μεταβιβάσεις, που αφορούν έσοδα από ευρωπαϊκές επιδοτήσεις αλλά και εμβάσματα μεταναστών. Ουσιαστικά, το Ισοζύγιο Τρεχουσών Συναλλαγών, αποτυπώνει τη διεθνή οικονομική θέση της χώρας.

Σε γενικές γραμμές, αν το αποτέλεσμα είναι θετικό, τότε η χώρα έχει πλεόνασμα, δηλαδή εισέρχονται περισσότερα χρήματα από ό,τι εξέρχονται, ενώ αν είναι αρνητικό συμβαίνει το αντίθετο. 

Η Ελλάδα παραδοσιακά παρουσιάζει ελλειμματικό ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών καθότι εισάγει σε μεγάλο βαθμό αγαθά, όπως η ενέργεια, βιομηχανικά, αλλά και αγροτικά προϊόντα, παρότι έχει δικό της πρωτογενή τομέα, και θα έπρεπε να βασίζεται σε αυτόν. Οι τομείς του τουρισμού και της ναυτιλίας, ως βασικοί πυλώνες της εγχώριας οικονομίας, συνεισφέρουν ώστε το έλλειμμα να περιορίζεται, όμως σύμφωνα με αρκετούς σύγχρονους Οικονομολόγους και Καθηγητές Πανεπιστημίων, το παραγωγικό μοντέλο της χώρας, βασιζόμενο μόνο στα έσοδα αυτά, για να περιοριστεί το έλλειμμα, μπορεί να δρουν αντισταθμιστικά αλλά δεν επαρκούν και δεν συνεισφέρουν στην πολυπόθητη βιώσιμη ανάπτυξη.

Επιπρόσθετα, το γεγονός ότι μια χώρα, όπως η Ελλάδα, σταθερά παρουσιάζει έλλειμμα, δείχνει εξάρτηση από εισαγωγές και έλλειψη εγχώριας παραγωγής, κάτι το οποίο δυσχεραίνει την οικονομική κατάσταση της χώρας, σε περιόδους κρίσεων (γεωπολιτικές, υγειονομικές, ενεργειακές), αλλά και το βιοτικό επίπεδο της κοινωνίας. Η συνεχόμενη παρουσία ελλειμματικού ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών κάνει την κάθε χώρα έρμαιο εξωτερικού δανεισμού και περιορίζει την ικανότητα της να υποστηρίξει νέες επενδύσεις με δικούς της εγχώριους πόρους. 

Ένας από αυτούς, ήταν και ο λόγος, που η Ελλάδα, δεν μπόρεσε να υποστηρίξει μόνη της, τα ελλείμματά της, την περίοδο της οικονομικής κρίσης (2009 – 2015) και κατέφυγε σε εξωτερικό δανεισμό μέσω δεσμευτικών και δυσβάσταχτων μνημονίων.

Επενδύσεις, επενδυτική βαθμίδα ή κάτι άλλο;

Τελικά ποια είναι η σφοδρή πραγματικότητα; Η κυβερνητική πολιτική της τελευταίας εξαετίας, έχει εστιάσει στην προώθηση της σταθερότητας, τόσο εντός των συνοριακών τειχών, όσο και εκτός, ενώ η χώρα έλαβε από όλους τους οίκους πιστοληπτικής ικανότητας, τα τελευταία χρόνια, την πολυπόθητη επενδυτική βαθμίδα. Ωστόσο, κανένας χωρικός, ειδικά στην παραμεθόριο, δεν είδε στη γειτονιά του να ξεπηδάνε επενδύσεις, παρά μόνο μερικά airbnb (βραχυχρόνιες μισθώσεις ακινήτων), άντε και καμιά νέα καφετέρια. Ούτε λόγος για νέα πεντάστερα ξενοδοχειακά καταλύματα, ή Συνεδριακά Κέντρα, για την προσέλκυση εναλλακτικών μορφών τουρισμού. Τελικά, τι συμβαίνει;

Η επενδυτική βαθμίδα, ουσιαστικά χαρακτηρίζει το δημόσιο χρέος της χώρας μας ασφαλές, οι ξένες χώρες δανείζονται όταν εκδίδει ομολογιακό δάνειο στις διεθνείς αγορές με χαμηλό επιτόκιο, δηλαδή αποκλείονται τα spreads, τα οποία κατά τη διάρκεια εξέλιξης της κρίσης, το 2011-12, μας χτυπούσαν ανελέητα, εκτοξεύοντας το δημόσιο χρέος αλλά και φέρνοντάς μας αντιμέτωπους με μια επικείμενη χρεοκοπία. Στην πράξη, η Ελλάδα πλέον, δανείζεται φθηνότερα για να εξυπηρετήσει τις ανάγκες της, ο ιδιωτικός τομέας έχει καλύτερη πρόσβαση σε χρηματοδότηση και χαμηλά επιτόκια, ενώ μεγάλα διεθνή funds μπορούν να εισέλθουν στην αγορά (λόγω κανονισμών), να επενδύσουν και να αυξηθούν οι εισροές κεφαλαίων. Δυστυχώς, η επενδυτική βαθμίδα από μόνη της δεν εγγυάται ανάπτυξη, πρέπει να αλλάξει το παραγωγικό μοντέλο της χώρας μέσω μεταρρυθμίσεων. 

Επενδύσεις και Ταμείο Ανάκαμψης

Το Ταμείο Ανάκαμψης, έχει παρουσιαστεί από την ΕΕ αλλά και την Ελληνική Κυβέρνηση, ως σημαντική ευκαιρία ανασυγκρότησης και αναστήλωσης της Ελληνικής Οικονομίας, τόσο από την κρίση χρέους του 2012 όσο και από την υγειονομική κρίση covid -19 του 2020. Μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, η Ελλάδα, προβλέπεται να λάβει 36 δισεκατομμύρια ευρώ. Από αυτά, τα 18 δις είναι επιχορηγήσεις, ενώ περίπου τα 13 δις είναι δάνεια. 

Τούτων λεχθέντων, έως τώρα, μόλις τα 10 δις έχουν φθάσει στην πραγματική αγορά, σύμφωνα με τον αντιπρόεδρο της Τράπεζας της Ελλάδος, κ. Θόδωρο Πελαγίδη. Ταυτοχρόνως, σύμφωνα με τον ίδιο, το μέγεθος των επενδύσεων στη χώρα, παραμένει πολύ χαμηλό, παρά το γεγονός ότι η οικονομία, σύμφωνα με όσα προαναφέραμε, παρουσιάζει μεγάλες ευκαιρίες αλλά και ανάγκες, έπειτα από 10 συναπτά έτη κρίσης. Σε πραγματικά δεδομένα, το καμπανάκι καταδεικνύει ότι κάτι δεν λειτουργεί σωστά, καθότι το ύψος των συνολικών επενδύσεων στην οικονομία φθάνει μόλις το 15% του ΑΕΠ (το 2004 ήταν στο 20%), όταν ο μέσος όρος στην ΕΕ σήμερα αγγίζει το 21,5%.

Για να παίξουμε και το ρόλο του συνήγορου του διαβόλου, το μεγάλο στοίχημα της χώρας έγκειται στο ότι υπάρχει ημερομηνία λήξης τόσο για να διασφαλιστεί ότι θα λάβει η χώρα τα υπόλοιπα 26 δις ευρώ όσο και για την ολοκλήρωση των έργων, που αποτελεί ρητή δέσμευση, έως το τέλος του 2026, που είναι η καταληκτική ημερομηνία. Βέβαια, η υπογράφουσα, έχει άτυπη ενημέρωση, πως στην Ευρωβουλή προσπαθούν να μεταθέσουν τη λήξη του Ταμείου Ανάκαμψης, μετά το 2026, πιθανότατα έως το 2030. Ωστόσο, επίσημη ενημέρωση δεν υπάρχει ακόμη. Μακάρι να επιτευχθεί, καθότι πρόκειται για πολύ σημαντικό χρηματοδοτικό εργαλείο που θα δώσει πνοή στα έργα ανάπτυξης της χώρας (όπως τα νέα Φράγματα για την αντιμετώπιση της λειψυδρίας), λαμβάνοντας υπόψη πως και το Φράγμα Τσικνιά στη Λέσβο, επρόκειτο να χρηματοδοτηθεί από το Ταμείο Ανάκαμψης, αλλά λόγω της έκτασης του έργου και των στενών καταληκτικών ημερομηνιών, απεντάχθηκε. 

Συνελόντι ειπείν, ας ελπίσουμε οι κλειδοκράτορες αυτού του τόπου, να δράσουν έξυπνα και άμεσα, για να αλλάξει το παραγωγικό μοντέλο της χώρας αλλά και της ακριτικής περιφέρειας, προς το ευνοϊκότερο σενάριο, ενισχύοντας τη θέση της στα διεθνή αλλά και ευρωπαϊκά fora. Δεν υπάρχει χώρος για αρνητικές επιδόσεις, σε πρωταθλήματα, πόσο μάλλον στις εξαγωγές, τη στιγμή που βιομηχανίες όπως του ούζου, της μαστίχας, του ελαιολάδου κ.ά. δίνουν ζωή και αίσθημα ελπίδας, στους λίγους που απέμειναν, να φυλάνε τα σύνορα που μας χωρίζουν με την Ανατολή. 

Μείνετε ενημερωμένοι με τα πιο σημαντικά νέα

Πατώντας το κουμπί Εγγραφή, επιβεβαιώνετε ότι έχετε διαβάσει και συμφωνείτε με τηνΠολιτική Απορρήτου και τουςΌρους Χρήσης
Διαφήμιση