Την προβολή του ντοκιμαντέρ της ομάδας “Συλλογική Μνήμη”, «Καινούργιος ουρανός», με θέμα τις μαρτυρίες γυναικών στο Δημοκρατικό Στρατό της Ελλάδας, διοργανώνει το περιοδικό “Κλάξον and friends” αυτό το Σάββατο, στις 18.30, στα Κεντρικά Λύκεια Μυτιλήνης. Πρόκειται για ένα μοναδικό και πολύτιμο υλικό συνεντεύξεων, σε σκηνοθεσία Γιάννη Ξυδά και Τάσου Κωνσταντόπουλου.
Το ντοκιμαντέρ
Μετά τη συμφωνία της Βάρκιζας τον Φλεβάρη του 1945 ξεκινάει η περίοδος της Λευκής Τρομοκρατίας. Χιλιάδες αγωνίστριες και αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης, καθώς και οι οικογένειές τους κυνηγιούνται από κρατικούς και παρακρατικούς σχηματισμούς. Εμπρησμοί σπιτιών, βιασμοί, ξυλοδαρμοί, δολοφονίες, φυλακίσεις και εξορίες δημιουργούν έναν ασφυκτικό κλοιό εξωθώντας τους καταδιωκόμενους να ανέβουν στο βουνό συγκροτώντας εκεί ομάδες, οι οποίες θα αποτελέσουν τη “μαγιά” του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας (ΔΣΕ).
Πρόκειται για έναν επαναστατικό στρατό, όπου οι γυναίκες συμμετέχουν μαζικά και ουσιαστικά, από τις μάχες μέχρι την ισότιμη λήψη αποφάσεων. Νέες κοπέλες κυρίως από αγροτικές περιοχές, μεγαλωμένες στο περιβάλλον της ελληνικής επαρχίας και της υπαίθρου, έχοντας όμως την παρακαταθήκη των αγώνων της Κατοχής συμμετέχουν και χειραφετούνται μέσα από τον αγώνα του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδος.
Στο ντοκιμαντέρ “Καινούργιος Ουρανός” οι μαχήτριες του Δημοκρατικού Στρατού αφηγούνται,
ανατρέχοντας στα χρόνια που, οι περισσότερες κάτω από τα 20, αποφάσισαν να ταχθούν με τον Στρατό. Η αφήγησή τους αναφέρεται στη δομή του Δημοκρατικού Στρατού, στην εξαντλητική καθημερινότητά τους, στη διδασκαλία που έλαβαν εκεί (πολλές ήταν πριν αγράμματες), στις μάχες που έδωσαν σώμα με σώμα, στην προσφορά τους, στο πώς, μετά τον εμφύλιο, φυλακίστηκαν, ή έφυγαν από τη χώρα για να επαναπατριστούν δεκαετίες αργότερα.
Το συγκλονιστικό στις μαρτυρίες τους δεν είναι οι εικόνες βίας που ξεπηδούν, η αίσθηση μιας υπεράνθρωπης προσπάθειας, η δράση χαραγμένη στα πρόσωπά τους. Είναι, περισσότερο, το γεγονός ότι οι αναμνήσεις τους έρχονται με μια αφοπλιστική φυσικότητα, χωρίς ίχνος δραματικότητας, επειδή έτσι τις έζησαν, μέσα στη νιότη και τις αντοχές τους, σε μια άλλη Ελλάδα.