Σε πλήρη εξέλιξη βρίσκεται και για τη φετινή χρονιά το πρόγραμμα του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, που υλοποιείται από το Μπενάκειο Φυτοπαθολογικό Ινστιτούτο και τη Διεύθυνση Αγροτικής Οικονομίας, σε επίπεδο Βορείου Αιγαίου, για τον έλεγχο των οπωροκηπευτικών ως προς την υπολειμματικότητά τους σε φυτοφάρμακα. Η Διεύθυνση Αγροτικής Οικονομίας της Περιφέρειας παρά τις σοβαρές ελλείψεις σε προσωπικό που αντιμετωπίζει, μέχρι τώρα, ανταποκρίνεται πλήρως στις ανάγκες του προγράμματος κάνοντας τις δειγματοληψίες, οι οποίες είναι στοχευμένες σύμφωνα με τις υποδείξεις του Μπενάκειου τόσο ως προς τα είδη των οπωροκηπευτικών, όσο και ως προς τις επιχειρήσεις μέσω των οποίων διακινούνται.
Επί της ουσίας τα στελέχη της Υπηρεσίας “πιάνουν στην τσιμπίδα τους” τα δείγματα οπωροκηπευτικών στην πηγή, δηλαδή ο έλεγχος γίνεται στις αποθήκες των χονδρεμπόρων διακίνησης πριν αυτά τα προϊόντα καταλήξουν στα οπωροπωλεία και τα σούπερ-μάρκετ. Είναι ενδεικτικό ότι στα τέλη Ιουλίου όταν άλλες υπηρεσίες της Περιφέρειας και γενικότερα του δημόσιου τομέα λειτουργούσαν σε καλοκαιρινούς ρυθμούς, η Διεύθυνση Αγροτικής Οικονομίας προχωρούσε στη συλλογή περισσότερων των 10 δειγμάτων περίπου από συγκεκριμένα είδη οπωροκηπευτικών, τα οποία εστάλησαν στο Μπενάκειο Φυτοπαθολογικό Ινστιτούτο και έγιναν αναλύσεις.
Τα αποτελέσματα του Εργαστηρίου Υπολειμμάτων Γεωργικών Φαρμάκων αναρτήθηκαν πριν από λίγες ημέρες και όπως προκύπτει, στα προϊόντα που προσκομίστηκαν από τη Λέσβο δεν υπάρχει υπέρβαση των ανώτατων επιτρεπτών ορίων σε υπολειμματικότητα. Με άλλα λόγια πρόκειται για καθαρά οπωροκηπευτικά από την κατανάλωση των οποίων δεν επιβαρύνθηκε η υγεία των πολιτών που τα έβαλαν πάνω στο τραπέζι τους, καθώς όπου ανιχνεύτηκαν υπολείμματα φυτοπροστατευτικών προϊόντων το ποσοστό ήταν απειροελάχιστο και σε κάθε περίπτωση πολύ χαμηλότερο σε σχέση με το ανώτατο επιτρεπόμενο όριο.
Τα είδη
Τα είδη που εστάλησαν στην Αθήνα από την αρμόδια Υπηρεσία της Περιφέρειας είναι βερίκοκα, κεράσια, ντομάτες, νεκταρίνια, καρότα, πορτοκάλια, κρεμμύδια και αχλάδια τα οποία παρελήφθησαν από το Εργαστήριο Υπολειμμάτων Γεωργικών Φαρμάκων στο Μπενάκειο με αρνητικά αποτελέσματα από την ολοκλήρωση των αναλύσεων. Σημειωτέον ότι η επιλογή των ειδών που συλλέγονται κάθε φορά και αποστέλλονται στην Αθήνα, καθώς οι έλεγχοι αυτοί είναι περιοδικοί ανά κάποιους μήνες, γίνεται με υπόδειξη του Μπενάκειου Φυτοπαθολογικού Ινστιτούτου και διαφέρει κάθε φορά ανάλογα με την εποχή και τις ανάγκες της κατανάλωσης.
Σε προηγούμενες δειγματοληψίες τα αποτελέσματα των ελέγχων ήταν αρνητικά, έχουν όμως βρεθεί και προϊόντα κατά το παρελθόν με υπολειμματικότητα φυτοφαρμάκων άνω των επιτρεπτών ορίων ή με φυτοφάρμακα που δεν προβλέπονται για το συγκεκριμένο είδος ή δεν είναι εγκεκριμένα. Ωστόσο σε αυτές τις περιπτώσεις τα περιθώρια να μπλοκαριστούν οι παρτίδες πριν φτάσουν στο τραπέζι των καταναλωτών είναι ιδιαίτερα στενά κι αυτό δεν οφείλεται στην τοπική Υπηρεσία, αλλά στο γεγονός ότι η διεξαγωγή των αναλύσεων έχει διάρκεια, με συνέπεια όταν αναρτώνται τα αποτελέσματα από το Ινστιτούτο τα προϊόντα να έχουν ήδη διατεθεί στα οπωροπωλεία.
Αυτό πραγματικά είναι ένα σημαντικό κενό, δεν υπάρχουν όμως περιθώρια, καθώς δεν μπορεί το Υπουργείο να μπλοκάρει τα προϊόντα στις αποθήκες των χονδρεμπόρων μέχρι να βγουν τα αποτελέσματα, μια και οι εβδομάδες που θα μεσολαβήσουν θα τα καταστήσουν ακατάλληλα για κατανάλωση. Η μόνη λύση σε αυτό το θέμα θα ήταν να μπορούσαν να γίνονταν πιο άμεσα οι έλεγχοι ώστε να δίνονται τα περιθώρια στις κατά τόπους Διευθύνσεις Αγροτικής Οικονομίας να έχουν μία άλλη ευελιξία προλαβαίνοντας τις παρτίδες στα οπωροπωλεία πριν εξαντληθούν.
Σε περίπτωση που βρεθεί επιβαρυμένη με φυτοφάρμακα παρτίδα προϊόντων, η Διεύθυνση Αγροτικής Οικονομίας και το Υπουργείο εντοπίζουν καταρχάς από τον αριθμό της παρτίδας τον παραγωγό επιβάλλοντας πρόστιμα, τα οποία κλιμακώνονται ανάλογα με την παράβαση και κάποιες φορές είναι τσουχτερά. Σε περίπτωση που τα προϊόντα είναι εισαγόμενα, τότε η χώρα μας ενημερώνει το αυτόματο σύστημα της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την ασφάλεια των τροφίμων, ώστε να κινηθούν οι διαδικασίες από το Υπουργείο Γεωργίας του κράτους-μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης απ’ όπου έγινε η εξαγωγή προς την Ελλάδα.
Ο Γιώργος Λαγουτάρης
Τα «Νέα της Λέσβου» απευθύνθηκαν χθες στον προϊστάμενο της Διεύθυνσης Αγροτικής Οικονομίας της Περιφέρειας Γιώργο Λαγουτάρη, ο οποίος απαντώντας σε σχετικό ερώτημά μας σημείωσε ότι «ως Υπηρεσία αντιμετωπίζουμε ιδιαίτερη στενότητα καθώς καλούμαστε λίγοι υπάλληλοι να φέρουμε εις πέρας ένα μεγάλο και σημαντικό έργο. Τα θέματα που άπτονται της προστασίας του καταναλωτή για τα οποία με ρωτάτε είναι για εμάς πρώτης προτεραιότητας και γι’ αυτό η Υπηρεσία μας υλοποιεί το πρόγραμμα σε αγαστή συνεργασία με το Μπενάκειο Φυτοπαθολογικό Ινστιτούτο και το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης. Βρισκόμαστε στην πρώτη γραμμή για να ανταποκρινόμαστε όλο το χρόνο χειμώνα και καλοκαίρι και αυτό που μας χαροποιεί ιδιαίτερα, αποτελώντας κατά κάποιο τρόπο την ηθική μας επιβράβευση είναι τα αρνητικά αποτελέσματα ως προς την υπολειμματικότητα σε φυτοφάρμακα. Θα σας έλεγα μάλιστα πως αν έχουν διορθωθεί κάποια πράγματα στην παραγωγική διαδικασία ώστε τα προϊόντα να παράγονται με περισσότερη προσοχή από τους καλλιεργητές, αυτό οφείλεται και στο συγκεκριμένο πρόγραμμα που υλοποιεί το Μπενάκειο και αυτός είναι ένας ακόμα λόγος όχι για να εφησυχάζουμε, αλλά για να βρισκόμαστε σε επαγρύπνηση», είπε ο κ. Λαγουτάρης.
Η δήλωση Κουφέλου
Από τη δική του πλευρά ο Αντιπεριφερειάρχης Πανάγος Κουφέλος απαντώντας σε ερώτησή μας σημείωσε ότι «η εντολή του Περιφερειάρχη μας κυρίου Μουτζούρη είναι να βρισκόμαστε δίπλα στους γεωπόνους μας και στα στελέχη της Διεύθυνσης Αγροτικής Οικονομίας και της Κτηνιατρικής, στους Προϊσταμένους και στους Τμηματάρχες και με την ευκαιρία της δακοκτονίας να πω ότι στεκόμαστε δίπλα και στους Τομεάρχες της δακοκτονίας και στα στελέχη κάθε Υπηρεσίας για να ενθαρρύνουμε και να διευκολύνουμε, παρεμβαίνοντας όπου αυτό απαιτείται, τις προσπάθειές τους προς όφελος των πολιτών του Βόρειου Αιγαίου. Είμαι ιδιαίτερα ικανοποιημένος από τα τελευταία αποτελέσματα που ανακοίνωσε το Μπενάκειο Φυτοπαθολογικό Ινστιτούτο και αυτό καθώς φαίνεται μια «καθαρή» αλλαγή στον αγροτικό τομέα, με στόχο την ποιότητα και την ασφάλεια των προϊόντων που φτάνουν στο τραπέζι του καταναλωτή, αλλά και που εξάγονται από την πατρίδα μας. Θεωρώ πως η είσοδος των νέων αγροτών με περισσότερη επιστημονική γνώση και οικολογική ευαισθησία στις καλλιέργειες και η εμπειρία των παλαιότερων καλλιεργητών σε συνάρτηση με το εθνικό και ευρωπαϊκό πλαίσιο για την ορθολογική χρήση των φυτοφαρμάκων διαμορφώνουν ένα πιο αισιόδοξο μέλλον», κατέληξε ο Αντιπεριφερειάρχης.