- Χρυσό θα πληρώσουν το ελαιόλαδο τα νοικοκυριά, ενώ αναμένονται νέες αυξήσεις στις τιμές παραγωγού και ακόμα πιο ψηλές τιμές στην αγορά
- Ανάλυση: Πόσα εισπράττει ο παραγωγός από τον κάθε τενεκέ και πόσα τελικά φτάνουν στην τσέπη των εμπόρων
Μετά από χρόνια κατά τα οποία οι ελαιοπαραγωγοί βρέθηκαν “στην μέγγενη” να πιέζονται στα χειρότερα επίπεδα όλων των εποχών ως προς τις τιμές του ελαιολάδου, τα τελευταία 3 χρόνια ο τροχός γύρισε αντίστροφα και μάλιστα οι τιμές καταναλωτή βρίσκονται σε εξωπραγματικά επίπεδα λόγω της έλλειψης που υπάρχει στην παγκόσμια αγορά και για να είμαστε ακριβείς, του ισοζυγίου παραγωγής – κατανάλωσης το οποίο είναι ελλειμματικό ως προς την παραγωγή. Με άλλα λόγια έχουμε μεγαλύτερη ζήτηση από την προσφορά. Οι ζημιές που έχουν προκαλέσει στην παραγωγή οι κλιματολογικές συνθήκες στην ιβηρική Χερσόνησο όπου παράγονται οι μεγαλύτερες ποσότητες ελαιολάδου για τον πλανήτη μας, σε συνάρτηση με την πτώση της παραγωγής στην Ιταλία αλλά και στην Ελλάδα, έχουν κάνει το λάδι δυσεύρετο και αυτό επηρεάζει τις τιμές προς τα πάνω.
Οι μέσες τιμές για τα έξτρα παρθένα στην Ισπανία και συγκεκριμένα στην περιφέρεια της Ανδαλουσίας ήταν στις 29 Αυγούστου 8,22 ευρώ το κιλό, ενώ ο μέσος όρος χώρας στην Ιταλία 8,79 ευρώ το κιλό. Πάνω από τα 7 μέχρι και τα 8,30 ευρώ το κιλό είναι οι τιμές του ελαιολάδου αυτήν την περίοδο στη χώρα μας, αν και πολλές ιδιωτικές και συνεταιριστικές επιχειρήσεις βρίσκονται εκτός αγοράς, δηλαδή δεν αγοράζουν προϊόν.
Η Λέσβος ουραγός
Εντύπωση προκαλεί ότι οι τιμές στη Λέσβο έχουν τεράστια απόκλιση σε σχέση με την υπόλοιπη Ελλάδα, καθώς παραμένει ίδιος ο τιμοκατάλογος από τις 7 Ιουλίου με 5,45 ευρώ τον άσο, 5,60 ευρώ το κιλό τα 9 δέκατα και 6,50 ευρώ τα 3 δέκατα! Η αγορά περιμένει άμεσα αύξηση των τιμών εντός του προσεχούς διαστήματος, μετά την οποία το μόνο βέβαιο είναι ότι το ελαιόλαδο θα καταναλώνεται με το σταγονόμετρο στα νοικοκυριά, καθώς το προϊόν γίνεται απλησίαστο για τα χαμηλά και μικρομεσαία εισοδήματα. Δηλαδή για μισθωτούς που αγωνίζονται μπροστά σε ένα περιβάλλον γενικευμένης ακρίβειας τόσο στα είδη διατροφής πρώτης ανάγκης όσο και στο ηλεκτρικό, τα καύσιμα και την παροχή υπηρεσιών.
Στα 130 ευρώ ο τενεκές!
Είναι ενδεικτικό ότι ο τενεκές που τα προηγούμενα χρόνια είχε τιμή 50 έως 70 ευρώ, αυτή την περίοδο και πριν την αύξηση που περιμένουν στην αγορά του ελαιολάδου για τη Λέσβο, έχει σκαρφαλώσει στα 130 ευρώ και αναφερόμαστε σε οξύτητες 7 δέκατα και άσο. Πρόκειται για τις τιμές που διαθέτουν το προϊόν τα ελαιοτριβεία, αλλά και μεμονωμένα οι ελαιοπαραγωγοί. Με άλλα λόγια, όπως είπε ο έμπορος ελαιολάδου και ιδιοκτήτης ελαιοτριβείου Χαράλαμπος Παπαδέλλης «δεν θα βρει κάποιος φθηνότερα το ελαιόλαδο αν απευθυνθεί σε παραγωγό και η διαφορά με το ελαιοτριβείο είναι ότι ελαιουργικές επιχειρήσεις δεν θα του πουλήσουν γουρούνι στο σακί, αλλά θα δει το ελαιόλαδο να γεμίζει τον τενεκέ μπροστά στα μάτια του από τις δεξαμενές και μπορεί να γίνει και οξυμέτρηση ενώπιόν του. Αυτό δεν το κάνουν οι παραγωγοί, καθώς σε αυτές τις περιπτώσεις ο τενεκές κινείται χέρι με χέρι και η αγορά έχει να κάνει με την εμπιστοσύνη που έχει ο αγοραστής στον πωλητή».
Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε και το μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Συνδέσμου Ελαιοτριβείων Λέσβου, Βασίλης Κοκκινοφόρος, επισημαίνοντας ότι «οι τιμές του ελαιολάδου είναι δυσβάσταχτες για τα νοικοκυριά και υπολογίστε ότι αυτή τη στιγμή πουλάμε με 120 – 130 ευρώ τον άσο και τα 7 δέκατα στον τενεκέ, βγάλτε τα 5 ευρώ που έχει ο τενεκές και λογαριάστε πόσα εισπράττει το ελαιοτριβείο για να πληρώσει ρεύμα, τα ενοίκια, προσωπικό, εφορίες, ασφαλιστικά ταμεία κ.ά.».
Λογαριασμός με το κομπιουτεράκι
Αρκετοί καταναλωτές μπερδεύουν τις τιμές παραγωγού με τις τιμές καταναλωτή με τη λιανική στον τενεκέ, δηλαδή ο κάθε ενδιαφερόμενος περιμένει να αγοράσει τον τενεκέ σε τιμές παραγωγού, ενώ μεσολαβεί το κέρδος το οποίο όχι μόνο οι ελαιοτριβείς αλλά και οι παραγωγοί όταν διαθέτουν τον τενεκέ χέρι με χέρι το προσθέτουν πάνω στις τιμές παραγωγού.
Με 120 ευρώ ο τενεκές για οξύτητα άσο, αν αφαιρέσουμε τα 87,20 ευρώ που πρέπει να πληρώσει το ελαιοτριβείο για την πρώτη ύλη στον παραγωγό και τα 5 ευρώ που κοστίζει ο τενεκές (120 – 87,20 – 5 = 27,80), τότε μένει ένα ποσό της τάξης των 27,80 ευρώ στα 16 κιλά για το ελαιοτριβείο, το οποίο αντιστοιχεί σε κέρδος 1,73 ευρώ στο κιλό. Από αυτό το ποσοστό θα πρέπει να αφαιρεθούν και οι φόροι τους οποίους καταβάλλει η επιχείρηση, ενώ δεν ισχύει το ίδιο για όποιον διαθέτει τον τενεκέ χέρι με χέρι, δηλαδή από τον παραγωγό στον καταναλωτή και υπ’ αυτήν την έννοια δεν δικαιολογούνται οι παραγωγοί να πουλούν τον τενεκέ στις ίδιες τιμές με τα ελαιοτριβεία.
Μιλώντας στα Νέα της Λέσβου ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελαιοτριβείων, Γιώργος Κατζανός, υπογράμμισε ότι «κατά τη φετινή χρονιά όπου η παραγωγή ελαιόλαδου αναμένεται να είναι μικρή στη Λέσβο αυτό θα ενταθεί», καθώς όπως ο ίδιος σημειώνει «αυτή τη στιγμή και εσείς οι δημοσιογράφοι μας χρεώνετε τον άσο προς 5,45 ευρώ το κιλό όσο λέει ο τιμοκατάλογος, όμως το λάδι είναι δυσεύρετο και ο καθένας παραγωγός πουλάει όσο θέλει. Υπ’ αυτήν την έννοια υπολογίστε ότι στα 120 ευρώ τον 16κιλο τενεκέ με ελαιόλαδο οξύτητα άσου το ποσοστό κέρδους που μας απομένει είναι πολύ μικρό».
Αυτό στο οποίο, πάντως, συμφωνούν και οι τρεις ελαιοτριβείς με τους οποίους μιλήσαμε είναι ότι οι τιμές του ελαιολάδου έχουν ξεφύγει σε εξωπραγματικά επίπεδα, που μπορεί μεν να είναι δελεαστικά για τους παραγωγούς, ωστόσο αυτό δυνητικά απειλεί να προκαλέσει μεγάλη ζημιά στην κατανάλωση του ελαιολάδου όταν τα νοικοκυριά σε παγκόσμιο επίπεδο θα αρχίσουν να προσανατολίζονται σε άλλες λύσεις, ώστε οι πωλήσεις του προϊόντος να καταρρεύσουν και τα επόμενα χρόνια οι τιμές να επιστρέψουν στις παλιές κακές μέρες, που η τιμή του ελαιολάδου δεν καλύπτει το κόστος παραγωγής καλά-καλά. Μπορεί να γίνει αυτό; Μπορεί να συμβεί, αλλά όχι σε αυτά τα επίπεδα καθώς πλέον το ελαιόλαδο αρχίζει και παίρνει θέση στα ράφια των εμπορικών καταστημάτων ως προϊόν υγείας, ευεξίας και πρόληψης ασθενειών. Με άλλα λόγια αρχίζει να γίνεται αυτό που γράφουμε εδώ και χρόνια… φάρμακο, όπως τεκμηριώνεται από τις έρευνες των επιστημόνων και γι’ αυτό φαίνεται δύσκολο να επιστρέψει η τιμή παραγωγού στα επίπεδα των 2 ευρώ.