Το «δώρο» του Αγίου Πνεύματος: Η Εκκλησία

Spread the love

Του Γρηγόρη Δουμούζη – Θεολόγου, MSc Θεολογίας, Φοιτητή Κοινωνιολογίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου 

Δεν είναι υπερβολή να πούμε πως το μεγαλύτερο «δώρο» του Αγίου Πνεύματος στον κόσμο είναι ο θεσμός της Εκκλησίας. Λέει ο Κύριος: «Εκεί που είναι δύο ή τρεις μαζεμένοι στο όνομά μου, εκεί είμαι και εγώ ανάμεσά τους». Το Θεό δεν τον πλησιάζουμε και δεν τον γνωρίζουμε ατομικά. Τον γνωρίζουμε μόνο σε σχέση με τον αδερφό μας. Η σχέση μας με το Θεό είναι απολύτως συνδεδεμένη με τη σχέση μας με τον αδελφό μας.

Η Εκκλησία, το «σώμα» του Χριστού, είναι ο χώρος της σωτηρίας μας, είναι η πράξη του Χριστού, η οποία καταγράφεται στο ευαγγέλιο και λέει: «Αφήνει τα 99 πρόβατα, τα μη πλανεμένα, και ψάχνει το πλανεμένο ώστε να το φέρει μέσα στο χώρο της Εκκλησίας». Η Εκκλησία είναι το μεγαλύτερο «δώρο» του Θεού. Εκεί ο άνθρωπος «γεύεται» τις ενέργειες της αγάπης και της χάριτος του Θεού. Είναι ο χώρος με τον οποίο συνδεόμαστε και με το Θεό και με τους ανθρώπους. Δεν σωζόμαστε με τα έργα μας, αλλά σωζόμαστε με την αγάπη του Θεού.

Τι σημαίνει «σώζεται ο άνθρωπος»; Χρειάζεται να καταλάβουμε πως δεν ενδιαφέρει το Θεό ούτε η αμαρτία μας, ούτε η αρετή μας. Είναι τελείως ασήμαντα και ανύπαρκτα για το Θεό αυτά. Αυτό που ενδιαφέρει το Θεό είναι ο πόθος που έχουμε γι’ Αυτόν. Η Εκκλησία είναι ο χώρος όπου «ενεργοποιείται» αυτός ο πόθος, διότι βλέπουμε τις ενέργειες της αγάπης του Θεού. Η Εκκλησία είναι ο τρόπος να «βγαίνουμε απ’ τον εαυτό μας» και απ’ την ιδιορρυθμία μας. 

Σήμερα ακούμε πολλούς να λένε: «Θα κάτσω σπίτι μου. Τι να έρθω να κάνω με αυτούς τους ανθρώπους στην Εκκλησία; Έχω μια δική μου σχέση με το Θεό». Όμως, υπάρχει μια μεγάλη αλήθεια: Καλύτερα αμαρτωλοί και πλανεμένοι μέσα στην Εκκλησία, παρά ενάρετοι και μη πλανεμένοι εκτός Εκκλησίας. Δεν μας σώζει η αρετή μας, ούτε η γνώση της αλήθειας. Μας σώζει η δυνατότητα να σχετιζόμαστε με το Θεό, να ποθούμε το Θεό και ν’ ανεχόμαστε τον αδελφό που είναι δίπλα μας. Να είμαστε μάρτυρες και φορείς της αγάπης και της χάριτος του Θεού.

Σίγουρα δεν είναι εύκολο στον άνθρωπο κάτι τέτοιο. Η Εκκλησία, παρ’ όλα αυτά, που είναι η αποκάλυψη του Θεού στον κόσμο, είναι η δυνατότητα «ν’ ανοιγόμαστε» στο Θεό, που σημαίνει: Αρνούμαι τη λογική μου, το λογισμό μου, «σταυρώνω» το νου μου και την καρδιά μου και είμαι «ανοιχτός» στο Θεό. Ταυτόχρονα, όμως, για ν’ αποδειχθεί ότι αυτό είναι αληθινό και όχι ψεύτικο, πώς αποκαλύπτεται; Αν μπορώ και συνυπάρχω και με τους άλλους ανθρώπους. 

Αυτό μας φανερώνει η Εκκλησία. Λέει: «Λες πως αγαπάς το Θεό; Λες πως πιστεύεις στο Θεό; Για να το δούμε». Όπως ακριβώς ο γιατρός βλέπει τα συμπτώματα και την πραγματικότητά μας. Ποιο είναι το δείγμα της γνησιότητας της σχέσης μας με το Θεό; Εάν μπορούμε να συνυπάρχουμε με τους άλλους ανθρώπους. Ο άνθρωπος που δυσκολεύεται, που γκρινιάζει και δεν είναι άνετος και απλός με όλους, δεν μπορεί να σχετιστεί πραγματικά. Όταν λέμε «άνετος με όλους», δεν εννοούμε αυτό που λέμε καμιά φορά εμείς οι χριστιανοί «εγώ αγαπώ όλο τον κόσμο». Εννοούμε να μπορώ να συνυπάρχω και με τον στριμμένο άνθρωπο. Αυτόν που με σκάει. Όχι να τον βγάλω απ’ τη ζωή μου γιατί σκάω, αλλά να «σκάσουμε μαζί μέσα στην αγάπη του Θεού».

Αυτό είναι η άσκηση. Λέει κάποιος: «Εγώ δεν μπορώ». Δεν μπορούμε γιατί δεν είμαστε «προπονημένοι» σ’ αυτό. Όλοι έχουμε μάθει να μας κάνουν τα θελήματά μας και φτιάξαμε ένα δικό μας κόσμο: των ιδεών μας, της Εκκλησίας μας και του Θεού μας. Αυτά όλα είναι ψεύτικα. Όλα δοκιμάζονται εάν «γεύομαι» την αγάπη του Θεού και αυτή η αγάπη δεν είναι φανταστικό γεγονός, αλλά πραγματικό: Αν μπορώ με το δύσκολο άνθρωπο. Να μπορώ να μοιράζομαι τη ζωή μου μαζί του. 

Έτσι, θα υπηρετώ αυτό που είναι η Εκκλησία πραγματικά. Θα είμαι «συνεργάτης» του Θεού. Πώς θα γίνει αυτό; Θα τρέχω στους πονεμένους για να τους φέρω στο Θεό. Όχι με τα λόγια και τις συμβουλές, αλλά με τη ζωή μου και μ’ αυτό που εκπέμπω. Εκπέμπω φως, διακονία και αγάπη για τον σταυρό, που είναι εμπειρία ανάστασης. Ποιο είναι το αποτέλεσμα ενός ανθρώπου που μαθαίνει και επιδιώκει τα δύσκολα; Συγκινεί το Θεό και λέει: «Αυτός ο άνθρωπος διακονεί τον ζορισμένο άνθρωπο. Τον έχει στη ζωή του. Εγώ δεν θα τον ελεήσω αυτόν;».

Αν, αντιθέτως, είμαστε οχυρωμένοι στα δικά μας, ακόμη και αν λέμε ότι «πιστεύουμε στο Θεό», στην πραγματικότητα είμαστε «νεκροί» άνθρωποι. Άνθρωπος που δεν θυσιάστηκε για κάποιον άλλον, είναι ένας «νεκρός» άνθρωπος. Για να μπορέσεις να θυσιαστείς για κάποιον, σημαίνει πως όντως έχεις έμπνευση Θεού. Μ’ αυτό τον τρόπο, αποκτούμε ένα βάθος και μια ποιότητα. Δηλαδή, αποκτούμε έναν άλλον λόγο στην ψυχή μας, διακρίνουμε και βλέπουμε πραγματικά. Η Εκκλησία, λοιπόν, μας «ενεργοποιεί» αυτά τα αισθητήρια. «Ανοίγει» την ύπαρξή μας στο Θεό.

Είναι κρίμα αυτόν τον «πλούτο» που μας δίνει ο Θεός, αυτό που είναι η Εκκλησία μας, να μην τον αντιλαμβανόμαστε. Για να είναι «ζωντανή» η Εκκλησία, χρειάζεται αυτό το «δώρο» που μας έδωσε ο Χριστός, να το «ενεργοποιούμε». Ποιο είναι το μεγαλύτερο «δώρο» που μπορούμε εμείς να προσφέρουμε στην Εκκλησία; Η ενότητα. Η ενότητα δεν είναι απλώς χρήσιμη στην Εκκλησία, αλλά δεν υπάρχει Εκκλησία χωρίς ενότητα. 

Αυτό, επομένως, είναι το «δώρο» του Αγίου Πνεύματος. Ευθύνη δική μας είναι να το διαφυλάξουμε. Το διαφυλάττουμε, όσο γινόμαστε ταπεινοί, όσο «σταυρώνουμε» το λογισμό μας και όσο έχουμε διάθεση να «βγαίνουμε απ’ τον εαυτό μας» και να υπηρετούμε τον ελάχιστο αδελφό μας.

Μείνετε ενημερωμένοι με τα πιο σημαντικά νέα

Πατώντας το κουμπί Εγγραφή, επιβεβαιώνετε ότι έχετε διαβάσει και συμφωνείτε με τηνΠολιτική Απορρήτου και τουςΌρους Χρήσης
Διαφήμιση