- Ο Ράλλειος Ποιητικός Διαγωνισμός του 1856
(του Παναγιώτη Δ. Βερναρδάκη*)
Το βράδυ της Μεγάλης Τρίτης, ψάλλεται στις Εκκλησίες ο όρθρος της Μεγάλης Τετάρτης. Το τελευταίο τροπάριο στην ακολουθία είναι αυτό της ευσεβούς και λογίας ποιήτριας του Βυζαντίου, Κασσιανής («Κύριε, ἡ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις περιπεσοῦσα γυνή,….»). Θα ήθελα εδώ να παρατηρήσω ότι ο Δ. Ν. Βερναρδάκης (Φωτ. 1) είναι διεθνώς ο πρώτος που αξιοποίησε λογοτεχνικά το θρύλο της βυζαντινής ποιήτριας Εικασίας ή Κασσιανής, όπως αυτή ονομάζεται σήμερα. Η Εικασία του Βερναρδάκη (Φωτ. 2) είναι ένα έμμετρο “ποίημα ιστορικόν”1) του 19ου αιώνα, αποτελούμενο από 3 άσματα, συνολικού μεγέθους 1.700 στίχων! Το πρώτο άσμα περιλαμβάνει 719, το δεύτερο 594 και το τρίτο 387 στίχους.
Και ενώ ο Δ. Ν. Βερναρδάκης είναι περισσότερο γνωστός ως θεατρικός συγγραφέας2), φιλόλογος3) και ιστορικός4), το ποιητικό του έργο δεν είναι τόσο γνωστό. Η ποιητική του σταδιοδρομία αρχίζει το 1851 – ο Β. είναι τότε 17 ετών – με τη σύνθεση ενός ποιήματος με τίτλο Η ψυχή (Romance) 5). Το ποίημα αποτελείται από 128 στίχους (32 τετράστιχες στροφές) σε ιαμβικό δωδεκασύλλαβο με σταυρωτή ομοιοκαταληξία και πραγματεύεται τον περίφημο μύθο του Έρωτα και της Ψυχής. Το ποιητικό έργο του Β. συνεχίζεται στα νεανικά του χρόνια με τα ποιήματα Γραομυομαχία και Περίδρομος (1854), κωμικοηρωικά έπη ιαμβικού μέτρου. Εδώ θα πρέπει να γίνει αναφορά και σε άλλα ποιήματα του Δ. Ν. Βερναρδάκη, όπως Δυο πέρδικες6), Παραδείγματα7) Τ’ ἀδέλφια, Τ’ Ἀρκάδι τα Σατυρικὰ Ἀποσπάσματα8) κ.ά. Τα ποιήματα αυτά είναι γραμμένα στη δημοτική.
Ο Βερναρδάκης όχι μόνο υποστήριξε τη δημοτική9), αλλά την χρησιμοποίησε και ο ίδιος στον έμμετρο λόγο (σε πολλά ποιήματά του, αλλά και σε διαλογικές σκηνές διαφόρων δραμάτων του, όπως στην Μαρία Δοξαπατρή, την Ευφροσύνη και την Αντιόπη). Το 1856 κερδίζει ο Λέσβιος ποιητής στο «Ράλειο Ποιητικό Διαγωνισμό» 10) τη δάφνη με το επικολυρικό ποίημά του «Εικασία». Ο ετήσιος «Ράλλειος Ποιητικός Διαγωνισμός» διήρκεσε από το 1851 έως το 1861. Στόχος του ήταν η καλλιέργεια της καθαρευουσιάνικης ποίησης. Η δημοτική μπορούσε κατ’ εξαίρεση να χρησιμοποιηθεί, κυρίως σε πατριωτικά ποιήματα που απευθύνονταν στο λαό. Η ανακοίνωση της κρίσης της επιτροπής και του νικητή γινόταν με πανηγυρικό τρόπο κάθε χρόνο στις 25 Μαρτίου και η τελετή ήταν κεντρικό γεγονός της πνευματικής και κοινωνικής ζωής.
Το 1861 διακόπηκε ο Ράλλειος Διαγωνισμός και το 1862 προκηρύχθηκε ο «Βουτσιναίος Ποιητικός Διαγωνισμός» 11). Κατά την περίοδο αυτή και ως το 1867 η πνευματική ζωή της Αθήνας ήταν επηρρεασμένη από ποιητικούς διαγωνισμούς, οι οποίοι εξελίχθηκαν σε σημαντικό θεσμό, αποδεικνύοντας με τον τρόπο αυτό την όλως ιδιαίτερη θέση που κατείχε η ποίηση στην αθηναϊκή κοινωνία. Η Ελλανόδικος Επιτροπή στους ποιητικούς διαγωνισμούς αποτελείτο από πανεπιστημιακούς καθηγητές, όπως οι: Αλέξανδρος Ρίζος Ραγκαβής, Φίλιππος Ιωάννου, Στέφανος Κουμανούδης, Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος, Δημήτριος Ν. Βερναρδάκης και άλλοι. Στον Ράλλειο Διαγωνισμό ο Βερναρδάκης ήταν κρινόμενος και επτά χρόνια αργότερα, στον Βουτσιναίο Διαγωνισμό του 1863, ως καθηγητής της Ιστορίας και Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών12), εισηγητής.
Οι κριτές των διαγωνισμών της εποχής εκείνης επεδίωκαν να περιορίσουν την επίδραση του ρομαντισμού και επέβαλαν κανόνες που χαρακτήριζαν τον κλασικισμό, όπως η αυστηρή διάκριση των ποιητικών ειδών. Απέρριπταν τις ακραίες εκδηλώσεις του ρομαντισμού, κυρίως για πολιτικούς λόγους, και τον κατηγορούσαν ως ξενόφερτο και επικίνδυνο για τα χρηστά ήθη. Ο Ράλλειος Ποιητικός Διαγωνισμός του 1856 έλαβε χώρα επί Πρυτανείας του Ιωάννου Ολυμπίου, ενώ η Ελλανόδικος Επιτροπή αποτελείτο από πέντε καθηγητές: τους Αλέξανδρο Ρίζο Ραγκαβή, Φίλιππο Ιωάννου, Αθανάσιο Ρουσόπουλο, Στέφανο Κουμανούδη και Κωνσταντίνο Παπαρρηγόπουλο. Εισηγητής ήταν ο Ευθύμιος Καστόρχης.
Στον Ράλλειο Ποιητικό Διαγωνισμό του 1856 συμμετείχαν 14 υποψήφιοι, τα ονόματα των οποίων δεν αναφέρονται, παρά μόνον ο εκάστοτε τίτλος των ποιημάτων των13). Η Ελλανόδικος Επιτροπή απένειμε δύο επαίνους και ένα βραβείο. Ο Ευθ. Καστόρχης τελειώνοντας την εισήγησή του για τους επαίνους και το βραβείο αναφέρει14): «…., δὲν ἐδίστασαν οἱ κριταὶ ν᾿ ἀποδώσωσιν εἰς τὸ ποίηµα τοῦτο (Εικασία Π.Β.) τὰ καλλιστεῖα διότι ὁ λόγος ἀπαιτεῖ νὰ δίδωνται ταῦτα εἰς τὸ ἑκάστοτε σχετικῶς τελειότερον καὶ λόγου ἄξιον ποίημα (*). Τηρηθὲν δὲ αὐτὸ ἐν τοῖς παρελθοῦσιν ἔτεσει, δικαίῳ τῷ λόγω τηρεῖται καὶ ἐν τῷ ἀγῶνι τούτῳ. Τούτων πάντων ἕνεκα ἐπαινεῖται ὁ μὲν ποιητῆς τοῦ Ἕλληνος τῆς Ἴδης διὰ τὴν εὔρεσιν καὶ οἰκονομίαν, τὴν καλὴν στιχουργίαν καὶ τὸ ἠθικὸν τοῦ ποιήματος σκοπόν, ὁ δὲ τοῦ Υἱοῦ τοῦ δημίου διὰ τὴν φιλοκαλίαν τῆς ποιήσεως καὶ τὴν χάριν τῆς γλώσσης καὶ στιχουργίας, βραβεύεται δὲ ὁ τῆς Εἰκασίας διὰ τὴν πλουσίαν εὔρεσιν, τὴν ἔντεχνον τοῦ μύθου καταστροφήν, τὴν γονιμότητα τῆς φαντασίας καὶ τῆς γλώσσης τὴν ἀκρίβειαν καὶ καθαρότητα.
Ὁ Π ρ ύ τ α ν ι ς
ΙΩΑΝΝΗΣ ΟΛΥΜΠΙΟΣ.
Α. Ρ. ΡΑΓΚΑΒΗΣ.
ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ.
ΑΘ. Σ. ΡΟΥΣΟΠΟΥΛΟΣ.
ΣΤΕΦ. Α. ΚΟΥΜΑΝΟΥΔΗΣ.
Κ. ΠΑΠΑΡΡΗΓΟΠΟΥΛΟΣ.
Ὁ Εἰ σ η γ η τ ὴ ς
ΕΥΘΥΜΙΟΣ ΚΑΣΤΟΡΧΗΣ.
(*) Ὀράτ. ἐν ποιητ. τέχ. στιχ. 351.
Verum ubi pluranitent in carmine, non egopaucis
Offendarmaculis, quasautincuriafudit,
Authumanaparumcavitnatura.»
Το περιεχόμενο της Εικασίας έχει εν συντομία ως εξής15):
(Πρώτο άσμα, σελ. 1-28)
Στις ακτές της Δαλματίας φτάνει, μετά από έντονη θαλασσοταραχή, ένα πειρατικό καράβι, την άφιξη του οποίου περιμένουν με αγωνία μέλη της συμμορίας των πειρατών. Στο καράβι βρίσκεται ο αρχηγός των πειρατών Ακύλας που συνοδεύεται από άλλα μέλη της συμμορίας. Οι πειρατές στη στεριά χαίρονται για τη διάσωση του αρχηγού και των συντρόφων των. Ο Ακύλας, γιος του Βυζαντινού πατρικίου Χαρίτωνα, αποσύρεται μετά το κοινό δείπνο και μέσα στο σκοτάδι και την ερημιά, λέει ένα ερωτικό τραγούδι και θυμάται με θλίψη και πίκρα έναν έρωτα των νεανικών του χρόνων και τον μετέπειτα χωρισμό από την όμορφη κόρη, με αφορμή τη διαφορετική τους πίστη, ειδωλολάτρης αυτός, πιστή χριστιανή εκείνη. Ο Ακύλας μετά το χωρισμό αναζητά παρηγοριά στην ανταρσία και τη μοναξιά. Περπατώντας στο σκοτάδι βλέπει μια σκιά να κινείται και αναγνωρίζει τον Βρούτο, το πρωτοπαλίκαρό του, που επιστρέφει από την Κωνσταντινούπολη, όπου τον είχε στείλει ο Ακύλας για να ανακαλύψει τα ίχνη της εξαφανισμένης κόρης, χωρίς έπιτυχία όμως.
(Δεύτερο άσμα, σελ. 29-51)
Το ταξίδι του στην Κωνσταντινούπολη αφηγείται τώρα στους συντρόφους του ο Βρούτος, περιγράφοντας τους διωγμούς των εικονολατρών από τον εικονομάχο βυζαντινό αυτοκράτορα Θεόφιλο (829-842). Συνεχίζοντας την αφήγησή του ο Βρούτος αναφέρει τα καλλιστεία που διοργανώθηκαν στα ανάκτορα της Κωνσταντινοὐπολης, στην μεγαλοπρεπή αίθουσα Τρικλίνιο των Μαργαριτών, όπου μαζεύτηκαν οι ωραιότερες και οι επιφανέστερες κοπέλες της Αυτοκρατορίας, για να διαλέξει ο Θεόφιλος τη νικήτρια. Αφού μεταμφιέζεται ο Βρούτος σε καλόγηρο, χώνεται μέσα στο πλήθος και παρακολουθεί στο Τρικλίνιο τήν τελετή τής εκλογής τής πιο ωραίας Βυζαντινής. Ανάμεσα σε όλες τις κόρες ξεχωρίζει μία, η Εικασία, ο νεανικός έρωτας του Ακύλα. Η ομορφιά της θάμπωσε το Θεόφιλο και σ’ αυτήν επρόκειτο να δώσει το μήλο, σύμβολο της προτίμησής του. Η υπέρμετρη ευφυία όμως της Εικασίας16) δημιούργησε στο νεαρό αυτοκράτορα αμηχανία και τελικά επιλέγει την επίσης ωραία, αλλά και σεμνή Θεοδώρα.
(Τρίτο άσμα σελ. 53-68)
Η πίκρα της Εικασίας για την αποτυχία της στα καλλιστεία την στρέφει προς τα θεία. Στα περίχωρα της Κωνσταντινούπολης, κοντά στη μονή του Στουδίου, χτίζει ένα μοναστήρι, στο οποίο και αποσύρεται για να αφοσιωθεί στα θεία και την ποίηση17). Ο Θεόφιλος που εξακολουθεί να σκέφτεται την Εικασία, ντύνεται μια μέρα καλόγηρος και μπαίνει στο κελλί της, όταν εκείνη παρακολουθούσε τον εσπερινό. Επιστρέφοντας από τον εσπερινό η Εικασία βρίσκει τον Θεόφιλο στο κελλί της και μαθαίνει απ’ αυτόν ότι τη σκέφτεται και την αγαπά. Μαθαίνει επίσης ότι έχουν συλληφθεί και οδηγηθεί σιδεροδέσμιοι στην Κωνσταντινούπολη οι επικηρυγμένοι πειρατές και ληστές της Δαλματίας, μαζί με τον αρχηγό τους Ακύλα. Ακούγοντάς τα αυτά η Εικασία κλονίζεται. Εκείνη τη στιγμή εισβάλει στο κελλί ένας άνδρας καλυμμένος με μανδύα πού μόλις βλέπει μέσα τον αυτοκράτορα βγάζει το σπαθί του. Είναι ο Ακύλας, ο οποίος μη θέλοντας να χυθεί άλλο αίμα, δεν επιτίθεται μεν στον Θεόφιλο, αλλά κατηγορώντας την Εικασία ότι εκείνη φταίει για την ληστρική συμπεριφορά του αλλά και για τα εγκλήματα που έχει διαπράξει, αυτοκτονεί… Η Εικασία, συγκλονισμένη από την αυτοκτονία του Ακύλα που αγαπά παράφορα, λιποθυμά. Στο τέλος η Εκασία πεθαίνει από φυματίωση, πριν πεθάνει όμως, ο πνευματικός τής Μονής δέχεται την εξομολόγησή της, της δίνει άφεση αμαρτιών και της προσφέρει τη θεία κοινωνία. Εκείνη ζητεί από τις άλλες μοναχές να τήν οδηγήσουν στον κήπο με τα ανοιξιάτικα μύρα, όπου αφήνει την τελευταία της πνοή ατενίζοντας την ομορφιά του Βοσπόρου.
Στην «Εἰκασία» του Βερναρδάκη δύο είναι κυρίως τα ισχυρά αισθήματα, τα οποία ανταγωνίζονται μεταξύ τους: ο έρωτας και η θρησκεία. Από τον σφοδρό αυτό ανταγωνισμό θριαμβευτική νικήτρια βγαίνει η θρησκεία, διότι η ευσεβής μοναχή της μονής του Στουδίου, Εικασία, έχει ήδη προ πολλού μετανιώσει για τον έρωτά της προς τον ειδωλολάτρη Ακύλα και πεθαίνει μετά την εξομολόγησή της, αφού έχει απαρνηθεί υπέρ της θρησκείας κάθε σωματική απόλαυση.18)
«Η «Εἰκασία», …. υπῆρξεν η πρώτη θαλερὰ καὶ εὐώδης δάφνη, ἥτις ἔστεψε τὸ μέτωπον τοῦ Δημητρίου Βερναρδάκη….», γράφει ο Μιχήλ Ι. Μιχαηλίδης19). Η βραβευθείσα «Εικασία» ήταν και ο λόγος που προέτρεψε το συγγενή και ομώνυμό του Δημήτριο Βερναρδάκη ή Μπεναρδάκη (Φωτ. 3) να αναλάβει την υποτροφία του νεαρού Δημητρίου για σπουδές στην Ευρώπη:
Την 25η Μαρτίου 1856 στην Ελληνική Πρεσβεία της Πετρούπολης, της ρωσικής πρωτεύουσας των Τσάρων, διαδραματίστηκαν τα εξής: ο Ιωάννης Σούτσος, αντιπρόσωπος του βασιλιά Όθωνα στην Ελληνική Πρεσβεία της Πετρούπολης, είχε παραθέσει δείπνο με επίλεκτους προσκεκλημένους της ρωσικής αριστοκρατίας και της αριστοκρατίας της ομογένειας. Μεταξύ αυτών δε και τον Δημήτριο Βερναρδάκη ή Μπεναρδάκη, ζάπλουτο μεγαλέμπορο της Πετρούπολης. Λόγου γενομένου μεταξύ του Πρέσβη Ι. Σούτσου και των άλλων ομογενών για την «Εικασία» του Δ. Ν. Βερναρδάκη, ο ομογενής Δ. Βερναρδάκης ενθουσιάστηκε τόσο πολύ, ώστε αποφάσισε να αναλάβει την υποτροφία του μακρινού συγγενή του για ευρύτερες σπουδές στην Ευρώπη. Μερικές μέρες αργότερα ανακοίνωσε στην Πρυτανεία του Πανεπιστημίου στην Αθήνα ότι αναλαμβάνει την υποτροφία του βραβευθέντος ποιητή Δ. Ν. Βερναρδάκη για ευρύτερες σπουδές στην Ευρώπη20). Ο μεγάλος Έλληνας ευεργέτης, ο Δημήτριος Μπεναρδάκης της Ρωσίας, προσέφερε, μεταξύ άλλων, μεγάλα ποσά στο Εθνικό Πανεπιστήμιο (είναι αναγραμμένος δεύτερος στη σειρά στη στήλη των ευεργετών του Πανεπιστημίου), καθώς και για την ανοικοδόμηση του Αρχαιολογικού Μουσείου. Κι έτσι αναχωρεί ο Δημήτριος το 1856 για τη Γερμανία. Θα πρέπει να σημειώσουμε εδώ ότι ο νεαρός υπότροφος έχει και άλλο προστάτη, τον καθηγητή της Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Θεόδωρο Μανούση, που ανέλαβε και την έδρα του, όταν γύρισε από τη Γερμανία. Στον Μανούση αφιέρωσε ο Δημήτριος και το προαναφερθέν ποίημά του «Εικασία» (Φωτ. 4).
Εν κατακλείδι θα ήθελα να προσθέσω τη γνώμη του εθνικού μας ποιητή Κωστή Παλαμά για την «Εικασία» του Βερναρδάκη. Ο Κωστής Παλαμάς στη νεκρολογία του γράφει: «Ο Βερναρδάκης δεν άρχισε το έργο του, καθώς οι περισσότεροι από μας, με τις απαραίτητες συλλογές στίχων των είκοσι χρονών. Άρχισε με ποίημα σπουδής, με τη βυζαντινή παράδοση της “Εικασίας”21)».
__________________________________________________
1) Χαρακτηρισμός του ίδιου του Βερναρδάκη για την Εικασία: Δ. Ν. Βερναρδάκη Εικασία, Αθήνα, 1856, σ. 72 (Επισημειώσεις). Ο Κάρολος Μητσάκης χαρακτηρίζει την Εικασία ως ερωτικό μυθιστόρημα: Κάρολου Μητσάκη: «Η Εικασία του Δημ. Βερναρδάκη – ένα έμμετρο ερωτικό μυθιστόρημα του ιθ΄αιώνα»: «Λεσβιακά», Δελτίον της Εταιρείας Λεσβιακών Μελετών, τόμος ΙΑ΄, «Πρακτικά Συνεδρίου “οι αδελφοί Βερναρδάκη στα Νεοελληνικά Γράμματα”, σ. 89-100, εδώ σ. 92-95.
2) Τα θεατρικά έργα του Δ.Ν.Βερναρδάκη είναι: Μαρία Δοξαπατρή, Μόναχο 1858· Κυψελίδαι, Λειψία 1860· Μερόπη, Αθήνα 1866 (υπάρχει γερμανική μετάφραση)· Ευφροσύνη, Αθήνα 1882· Φαύστα, Αθήνα 1894 (υπάρχει γερμανική μετάφραση)· Αντιόπη, Αθήνα 1908 [(σπάνιο, ο ίδιος ο Βερναρδάκης μετέφρασε το έργο στα Γερμανικά (χειρόγραφο), το εξέδωσα στη Γερμανία το 2020]· Νικηφόρος Φωκάς, Αθήνα, 1908 (ακυκλοφόρητη έκδοση, σπανιότατο).3) Λόγω οικονομίας χώρου από τα φιλολογικά του έργα θα αναφέρω μόνο δύο: Ψευδαττικισμού Έλεγχος, ήτοι Κ. Σ. Κόντου Γλωσσικών Παρατηρήσεων αναφερομένων εις την νέαν ελληνικήν γλώσσαν, Ανασκευή, Τεργέστη 1884. Ο Ψευδαττικισμού Έλεγχος, το μνημειώδες αυτό έργο του Βερναρδάκη που συνιστά σημείο αναφοράς και σημαντικότατο σταθμό στην ιστορία του νεοελληνικού γλωσσικού ζητήματος, εκδόθηκε στην τελική και ολοκληρωμένη του μορφή στην Αθήνα τον Απρίλιο του 2016 στη σειρά Νεοελληνική Βιβλιοθήκη του ιδρύματος Κώστα και Ελένης Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών. (βλ. και το σχόλιό μου στο σύνδεσμο: https://www.dimokratis.gr/index.php…). Εκτός του Ελέγχου του Ψευδαττικισμού, αναφέρω και τη μνημειώδη έκδοση του Ευριπίδη με τις τραγωδίες Φοίνισσαι, Εκάβη, Ιππόλυτος, Ιφιγένεια η εν Αυλίδι, Ιφιγένεια η εν Ταύροις, Ηλέκτρα και Άλκηστις.
4) Όσον αφορά τα ιστορικά έργα του Βερναρδάκη, θα ήθελα ενδεικτικά να παραπέμψω στους συνδέσμους:
https://nealesvou.gr/prin-111-chronia-mia-anadromi-sto…/ και
https://nealesvou.gr/prin-111-chronia-mia-anadromi-sto…/ .
5) Το 1851 το ποίημα δημοσιεύεται στο περιοδικό Πανδώρα (φυλ. 32, σσ.774-6) και ο Β. το υπογράφει ως Δ. Ν. Τρανταλίδης (το φιλολογικό αυτό ψευδώνυμο προέρχεται από το όνομα της μητέρας του Μελισσηνής Τραντάλη).
6) Ημερολόγιον Σκόκου, Το ποίημα αυτό είναι γνωστό και ως «Ο χρησμός της μαγίσσης» τόμος 7, αρ. 0 (1892), σ. 165-166.
7) Ημερολόγιον Σκόκου, Παραδείγματα, τόμος 22, αρ. 0 (1907), σ. 346.
8)Τα μέχρι τότε ανέκδοτα αυτά ποιήματα του Δ. Ν. Βερναρδάκη εκδόθηκαν το 1937 από τον Παναγιώτη Ι. Σαμάρα με τίτλο «Ανέκδοτα Τραγούδια Δ. Ν. Βερναρδάκη», Ανατύπωμα από τον «Ποιμένα», Μυτιλήνη 1937, τυπογραφείο Μ. Μαρζέλου. 9) Χαρακτηριστικό είναι ένα γράμμα του Δ.Ν. Βερναρδάκη προς τον Αλέξ. Πάλλη, όπου τον συγχαίρει θερμά γιατί κατάφερε να μεταχειριστεί στα τραγούδια του «γνησίαν καὶ ἀνόθευτον τὴν δημοτικὴν γλῶσσαν» («Παλαιό γράμμα του Δ. Ν. Βερναρδάκη προς τον Πάλλη», «Νουμάς», 21.8.1911, αριθμ. 444 και «Χαραυγή»Μυτιλήνης – Σεπτέμβρης 1911, αριθμ. 23-24).
10) Ο ομογενής βαρώνος Aμβρόσιος Pάλλης, μεγαλέμπορος από την Τεργέστη, γόνος της παλιάς αριστοκρατικής οικογένειας Ράλλη της Χίου, χρηματοδοτεί το 1851 τη θεσμοθέτηση του Pάλλειου ποιητικού διαγωνισμού, τη διοργάνωση του οποίου αναλαμβάνει το Πανεπιστήμιο Αθηνών. Σταδιακά προσφέρονται και από άλλους βραβεία για διαγωνισμούς που διοργανώνονται από το πανεπιστήμιο και αφορούν διάφορους τομείς της πνευματικής και επιστημονικής ζωής, όπως οι Θ. Π. Ροδοκανάκης, Γ. Μελάς, Κ. Τσόκανος, Ι. Γ. Βουτσινάς, Κ. Σεβαστόπουλος κ.ά.. 11) Ο Ιωάννης Γ. Βουτσινάς (1834–1902), Έλληνας λόγιος και δημοσιογράφος, χρηματοδότησε εκτός άλλων φιλολογικών και επιστημονικών διαγωνισμών, και τον Βουτσιναίο ποιητικό διαγωνισμό, από το 1872 έως το 1876.
12) Η ονομασία τού Πανεπιστημίου τότε ήταν: «Πανεπιστήμιον Όθωνος».
13) Έκθεσις του Ποιητικού Διαγωνισμού του έτους 1856, Εν Αθήναις, τύποις Λαζάρου Δ. Βιλαρά, 1856, σ. 4.
14) Έκθεσις του Ποιητικού Διαγωνισμού του έτους 1856,…, σ. 40.
15) Βλ. Μητσάκη: «Η Εικασία του Δημ. Βερναρδάκη…, σ.91-92.
16) Ο Θεόφιλος θέλοντας να διαπιστώση αν και η εξυπνάδα τής Εικασίας ήταν ανάλογη με την ομορφιά της, της είπε: «Ως άρα δια γυναικός ερρύη τα φαύλα» («Από τη γυναίκα ξεκινούν τα κακά πράγματα»), υπονοώντας την Εύα. Η Εικασία όμως δεν ξαφνιάστηκε και θέλοντας να δείξει και την εξυπνάδα της απάντησε: «Αλλά και δια γυναικός πηγάζει τα κρείττονα» («Και από τη γυναίκα πηγάζουν τα καλύτερα, τα ευγενέστερα»), υπονοώντας την Παναγία, που έφερε στον κόσμο τον Ιησού Χριστό. Αυτή όμως η πράγματι έξυπνη απάντηση χαρακτηρίσθηκε από τον Θεόφιλο ότι περιείχε και κάποια προπέτεια και επιπολαιότητα, οπότε έδωσε το μήλο στην Θεοδώρα.
17) Εκεί στην ήσυχη και υποβλητική ατμόσφαιρα του μοναστηριού συνέθεσε και το περίφημο Ιδιόμελο «Τροπάριο της Κασσιανής» από το όνομά της, που αργότερα η Ορθόδοξη Εκκλησία το καθιέρωσε ως Δοξαστικό των Αποστίχων του Όρθρου της Μεγάλης Τετάρτης.
18) Μιχαήλ Ι. Μιχαηλίδου Λεσβιακαί Σελίδες. Μέρος Πρώτον: Βίος και Έργα Δημητρίου Ν. Βερναρδάκη, Μυτιλήνη 1909, σ. 16.
19) Μιχαήλ Ι. Μιχαηλίδου Λεσβιακαί Σελίδες. Μέρος Πρώτον…, σ. 16.
20) Μιχαήλ Ι. Μιχαηλίδου Λεσβιακαί Σελίδες. Μέρος Πρώτον…, σ. 17.
21) Κωστή Παλαμά, Βερναρδάκης, Ο Νουμάς 21-1-1907 (231), σ.2.
* Ο Παναγιώτης Δ. Βερναρδάκης, νεότερος εγγονός του Γρηγορίου Ν. Βερναρδάκη (αδελφού τού Δημ. Ν. Βερναρδάκη), είναι διπλ. οικονομολόγος του Πανεπιστημίου τού Mainz και διδάκτωρ οικονομικών επιστημών τού Πανεπιστημίου της Φρανκφούρτης. Εκτός των οικονομικών ασχολείται και με φιλολογικά θέματα.