Κάποτε, περπατώντας στα στενάκια της Παλιάς Αγοράς της Μυτιλήνης ένιωθες περισσότερο τη σιωπή παρά τη ζωή. Σαν να κρατούσε την αναπνοή της, με τα κατεβασμένα ρολά, τα μισοσβησμένα φώτα και τις ξεθωριασμένες ταμπέλες. Κι όμως, το τελευταίο διάστημα, κάτι συμβαίνει. Σαν να βγήκε από τον… λήθαργο. Και το κάνει με έναν τρόπο σχεδόν μαγικό… όπως “φυτρώνει ζωή μέσα από τα συντρίμμια”, καθώς νέοι άνθρωποι τόλμησαν να βάλουν την ψυχή τους και να στήσουν μαγαζιά, επενδύοντας όχι μόνο χρήματα αλλά και το όνειρό τους να δουν αυτή τη γειτονιά να ξαναπαίρνει ζωή και τα καλντερίμια να γεμίζουν με μυρωδιές, χρώματα και φωνές.

Ανάμεσα στην παραδοσιακή «φορεσιά» της εξωτερικής όψης των καταστημάτων που επιμένουν να θυμίζουν την αυθεντική γεύση της Μυτιλήνης, όπως πολύχρωμες ξύλινες πόρτες και χαμηλοτάβανα μαγαζιά… ξεπηδούν νέα καφέ που φέρνουν νεανικό αέρα, αλλά και γίνονται στέκια από ανθρώπους της γειτονιάς για τον πρωινό τους καφέ, σε καφενεία, όπως αυτό της Λίτσας και του Γιώργου, που γνωρίζοντας πια καλά την τέχνη του καφέ, σου λένε την πρώτη «καλημέρα».
Μαγαζιά με τοπικά προϊόντα που αναδεικνύουν τον πλούτο του νησιού, αλλά και μικρά εργαστήρια χειροτεχνίας που δίνουν χώρο στη δημιουργία, όπως αυτό του Γιώργου Παττέ, ο οποίος με μεράκι και αγάπη για το… ξύλο και την τέχνη του, αποφάσισε πέρα από το εργαστήριό του, να μεταφέρει τις δημιουργίες του σε νέο χώρο ώστε να μπορεί το κοινό να βρίσκει άνετα ό,τι ψάχνει… Δημιουργίες που περιμένουν να διακοσμήσουν κάποιο νέο σπίτι με τον κ. Παναγιώτη – τον πατέρα του Γιώργου – να είναι έτοιμος πάντα να εξυπηρετήσει.
Λίγα μέτρα πιο κάτω, άλλη μια νέα προσθήκη είναι το… περίπτερο της Βάσως, η οποία «στόλισε» τον μπροστινό χώρο του Γενί Τζαμί με κοσμήματα, χρώματα και… προσωπικές δημιουργίες που έχουν να σου πουν μια… ιστορία για το πώς δημιουργήθηκαν. «Ήταν κρίμα να μένει αυτή η ομορφιά ξεχασμένη», μας λέει η Λίτσα, ιδιοκτήτρια του «GL CAFE», που πριν ένα χρόνο περίπου άνοιξε το μαγαζί με τον σύζυγό της, Γιώργο. «Τώρα νιώθω πως συμμετέχω κι εγώ σε μια νέα εποχή για την Παλιά Αγορά, σε αυτήν την ιστορική γειτονιά που αποτελεί μέρος της ιστορίας του νησιού και δεν της αξίζει να αργοπεθαίνει…».
Ναι μεν, αλλά…

Δεν είναι όμως όλα ρόδινα. Γιατί οι άνθρωποι της αγοράς παλεύουν να σταθούν στα πόδια τους χωρίς να έχουν τα στοιχειώδη. Και εκεί ακριβώς ξεκινά η αγωνία τους. Ο ελλιπής φωτισμός τις βραδινές ώρες είναι το πρώτο που τους απασχολεί. «Η Παλιά Αγορά το βράδυ… «χάνεται» αφού βυθίζεται στο σκοτάδι. Ο κόσμος, αυτονόητα, αποφεύγει να περάσει από εδώ. Είναι και θέμα ασφάλειας τόσο για τα μαγαζιά όσο και για τους πολίτες. Εμείς, ναι μεν, φτιάχνουμε βιτρίνες και παλεύουμε να φέρουμε κόσμο αλλά…», μας εξομολογούνται οι καταστηματάρχες.
Το σκοτάδι απομακρύνει τους περαστικούς, κάνει τη γειτονιά να μοιάζει ξανά εγκαταλελειμμένη. Και δεν είναι μόνο το… φως. Είναι και το… «πράσινο» που δεν ήρθε ποτέ. Γλάστρες που θα τοποθετούνταν κατά μήκος του δρόμου και θα πρόσθεταν μια μικρή πινελιά φροντίδας και ανανέωσης, αλλά, όπως φαίνεται, έμειναν… στα λόγια, οι υποσχέσεις, ήδη από τους καλοκαιρινούς μήνες. Είναι επίσης και η σκίαση, που το καλοκαίρι γίνεται ζήτημα αντοχής καθώς… ποιος να σταθεί μέσα στον ήλιο, όσο όμορφα και ελκυστικά κι αν είναι τα μαγαζιά;
Είναι κι οι εκδηλώσεις των εορτών, που σταματούν στον εμπορικό δρόμο της Ερμού, αφήνοντας τα στενά της Παλιάς Αγοράς να περιμένουν στη σιωπή… κι εύλογα θα αναρωτηθεί κανείς, γιατί να μην φτάσουν οι… «συναυλίες», τα δρώμενα, τα χαμόγελα και πιο… μέσα στην Παλιά Αγορά, από τα Κεντρικά Λύκεια μέχρι το Χαμάμ και το Γενί Τζαμί; Εκεί όπου το παρελθόν συναντά το παρόν και τα νέα μαγαζιά περιμένουν τον κόσμο να τα γνωρίσει από κοντά;
Κι επίσης, είναι και η καθαριότητα. Γωνιές που καταντούν δημόσια… ουρητήρια, εικόνες που πληγώνουν. «Πώς να κρατήσεις τον επισκέπτη όταν πέφτει πάνω σε τέτοια κατάσταση; Όσο και να καθαρίζεται ο χώρος από εμάς αλλά και τους κατοίκους της γειτονιάς, πάλι έχει ένα υπόλειμμα μυρωδιάς… που μαρτυράει το πρόβλημα» μας λένε, και τα μάτια τους φανερώνουν περισσότερο απογοήτευση παρά θυμό. Γιατί θέλουν να πιστέψουν, θέλουν να ελπίζουν, αλλά η πραγματικότητα δεν τους αφήνει.

Στον αντίλογο των δυσκολιών…

Κι όμως, μέσα σε όλα αυτά, υπάρχει μια δύναμη που συγκινεί. Είναι η αγάπη τους για τον τόπο. Η Λίτσα κι ο Γιώργος, «γύρισαν» από την Λαγκάδα για να ανοίξουν το δικό τους καφέ μετά από μία οικογενειακή δυσκολία, με σκοπό να… «ξεφεύγουν» από την ρουτίνα της καθημερινότητας. Πίστεψαν στο όραμά τους παρά το μεγάλο ρίσκο που το συνόδευε. «Εδώ μεγάλωσα, εδώ έπαιζα παιδί, εδώ ήμουν ξέγνοιαστη. Δεν θέλω να χαθεί αυτό το κομμάτι. Η γειτονιά μου με στηρίζει από την πρώτη μέρα, όπως και οι συνάδελφοι από τα γύρω μαγαζιά, που είχαν ανάγκη κι αυτοί από μια αλλαγή, από μια ανανέωση, και κάθε νέα επένδυση στην γειτονιά, σε κάνει να ελπίζεις…», μας λέει με χαμόγελο η Λίτσα. Η εικόνα έχει αλλάξει. Δεν είναι μόνο οι τουρίστες που περπατούν χαμογελαστοί, αλλά και οι ντόπιοι που επιστρέφουν και πρέπει να το κάνουν, βλέποντας πως η καρδιά της πόλης ξαναχτυπά δυνατά. Όμως, πιο πολύ από όλα θα δουν βλέμματα φωτεινά, ανθρώπους με μεράκι, που αποφάσισαν να ριζώσουν εκεί που πολλοί δεν θα τολμούσαν. Η Παλιά Αγορά της Μυτιλήνης δεν είναι απλώς ένας εμπορικός χώρος. Είναι κομμάτι της ταυτότητας και της μνήμης της πρωτεύουσας του νησιού. Είναι εκεί που οι παππούδες μας ψώνιζαν τα καλούδια, εκεί που η ζωή της Μυτιλήνης κυλούσε αδιάκοπα, εκεί που στα προγενέστερα χρόνια χτυπούσε ο παλμός της καθημερινότητας.

Σήμερα, αυτοί οι νέοι άνθρωποι δεν ζητούν θαύματα. Ζητούν τα βασικά: Επαρκή φωτισμό, καθαριότητα και κίνητρα. Ζητούν από τη Δημοτική Αρχή να σταθεί δίπλα τους, όχι με υποσχέσεις αλλά με πράξεις. Ο τουρίστας θα έρθει, θα κάνει τη βόλτα του, θα φύγει. Ο ντόπιος όμως είναι εκείνος που μπορεί να κρατήσει την αγορά ζωντανή. Και γι’ αυτό χρειάζεται στήριξη, χρειάζεται κάποιο λόγο να επιστρέψει, να στηρίξει τις οικογένειες που παλεύουν να βγάλουν το ψωμί τους. Η Παλιά Αγορά της Μυτιλήνης προσπαθεί να ανακάμψει. Εμείς λοιπόν, «πιάσαμε» τον παλμό της, περπατήσαμε, μιλήσαμε, ακούσαμε και προσπαθήσαμε να μεταφέρουμε τις φωνές των ανθρώπων που παλεύουν εκεί, τώρα… σειρά έχει ο Δήμος και ο καθένας από μας.



