Του Δρ. Παναγιώτη Βερναρδάκη
Οι φήμες περί ομοφυλοφιλίας της Σαπφούς (630-570 π.Χ.) δεν κυκλοφόρησαν στη Λέσβο, όπου οι συμπατριώτες της ήταν σε θέση να τη γνωρίζουν καλλίτερα, αλλά στην Αθήνα και σε άλλα μέρη, από μεταγενέστερους κωμικούς και σατιρικούς ποιητές. Οι Λέσβιοι, όμως, τιμώντας τη μεγάλη ποιήτρια της έκοψαν, εκτός άλλων, και νόμισμα, σαν ελάχιστο φόρο τιμής, αγάπης και στοργής προς τη δέκατη Μούσα. Οι φήμες για τον σεξουαλικό προσανατολισμό τής Ψάπφας (Ψάπφα είναι το όνομα της Σαπφούς στην αιολική διάλεκτο), έπρεπε να καταπολεμηθούν, ευθύς εξ αρχής.
Oύτε ο Οβίδιος (43 π.Χ.-17 μ.Χ.), ούτε ο Πλούταρχος (45 μ.Χ.-125 μ.Χ.) αναφέρουν κάτι περί ομοφυλοφιλίας της Σαπφούς. Και οι αρχαίοι κωμικοί, που βρίσκονται πιο κοντά στην εποχή της και μάλιστα ο Αριστοφάνης (445 π.Χ.-386 π.Χ.), που δυο φορές αναφέρει τη Σαπφώ, πουθενά δεν κάνουν λόγο ή υπαινιγμό για το χαρακτήρα τής αγάπης της. Αν πραγματικά υπήρχε κάτι, θα μπορούσαν να το κρατήσουν μυστικό, αυτοί που διακωμώδησαν κάθε θείο και ανθρώπινο πράγμα;
Ήταν εύκολο στην Αθήνα να ριζοβολήσει μια τέτοια προκατάληψη, όταν λάβουμε υπόψη, ότι η ζωή της Αθηναίας γυναίκας εκείνου του καιρού, ακόμα και του χρυσού αιώνα του Περικλέους, ήταν όλως διόλου διαφορετική από τη ζωή τής γυναίκας της Αιολίδας και προ πάντων της Λέσβου. Η Ατθίδα ήταν αξιολύπητο πλάσμα, γιατί δεν της επέτρεπαν να καταγίνεται σε τίποτα άλλο, εκτός από τις οικογενειακές ασχολίες. Γι’ αυτήν ήταν άγνωστα πράγματα τόσο η μουσική όσο και η ποίηση και κάθε άλλο είδος καλλιτεχνίας. Και γι’ αυτό καμιάς Ατθίδας η μνήμη δεν απαθανατίστηκε στην ιστορία τής λογοτεχνίας. Και αυτός ακόμα ο Περικλής, ο σύζυγος της εράσμιας Ασπασίας, λέγει στον Επιτάφιό του, ότι: «Πιο καλή απ’ όλες τις γυναίκες είναι εκείνη, για την οποία πολύ σπάνια γίνεται λόγος στην αγορά, τόσο για τις καλές της, όσο και για τις κακές της πράξεις».
Έτσι, η γυναίκα της Αθήνας, της Ιωνίας και των άλλων πόλεων έμενε κλεισμένη στο γυναικωνίτη, μακριά από τον κόσμο και την κοσμική κίνηση. Ήταν σκλάβα πρώτα στο πατρικό της σπίτι κι ύστερα, όταν παντρευόταν, γινόταν σκλάβα του άνδρα της. «Οι Αθηναίες» – λέγει ο μεγάλος Γερμανός Φιλόλογος U l r i c h vo n W i l a m o w i t z – M o e l l e n d o r f f(1848-1931) – «δεν έβγαιναν από το χρυσό κλουβί του μητρικού χαρεμιού, παρά μόνο για να μπουν στο συζυγικό χαρέμι. Τα κορίτσια ύφαιναν, κεντούσαν, έραβαν, τα φορέματα του πατέρα των και των αδερφών των. Κι όταν παντρεύονταν, κρατούσαν το νοικοκυριό τους, ανάτρεφαν τα παιδιά τους και περιποιούνταν τους άνδρες τους». Ενώ οι γυναίκες της Λέσβου ήταν ελεύθερες στην ανατροφή και στην εκπαίδευσή τους και σε όλες τις άλλες πνευματικές ασχολίες. Είχαν απόλυτη ελευθερία να σπουδάζουν ανώτερα μαθήματα και να καταγίνονται στη μουσική, στη θεία ποίηση και στη γυμναστική. Είναι κομψότατες και χαριτωμένες και δίνουν τον τόνο της μόδας σε όλη την ελληνική επικράτεια εκείνου του καιρού. Και σε κάθε στιγμή μπορούσαν να παρουσιάζονται μπροστά στους άνδρες και να παίρνουν μέρος στη συζήτηση διαφόρων καλλιτεχνικών, πνευματικών και πολιτικών ακόμα ζητημάτων. Στα αριστοκρατικά δε σαλόνια εύρισκαν την ευκαιρία να επιδείξουν τα χαρίσματά των και την ευφυία των.
Από τα χρόνια του Ομήρου είναι οργανωμένα στη Μυτιλήνη και τα «Καλλιστεία» που γιορτάζονταν με εξαιρετική μεγαλοπρέπεια στο ναό της Ήρας, στο Ιερό των Μέσσων.
Φαίνεται μάλιστα, πως τα λεσβιακά «Καλλιστεία» στην εποχή της Ψάπφας και στα κατοπινά ακόμα χρόνια ήταν ξακουστά, γιατί σ΄ αυτά λάβαιναν μέρος όχι μονάχα Λεσβίδες παρθένες και μαθήτριες του Σαπφικού Ομίλου, αλλά και κορίτσια από τ’ άλλα νησιά κι από όλα τα μέρη των αιολικών αποικιών. Κρατώντας όλες οι παρθένες άνθινα κάνιστρα ή αγκαλιές από τριαντάφυλλα, γιούλια και κρίνα περνούσαν μπροστά από το άγαλμα της θεάς ψέλνοντας ύμνους.
Ο διαφορετικός αυτός τρόπος της ζωής συνετέλεσε στη δημιουργία κάποιας εχθρότητας μεταξύ των Ατθίδων και των Λεσβίδων, που κατέληξε σε μια πρωτοφανή δυσφήμηση εις βάρος της Ψάπφας και των μαθητριών της. Οι φεμινίστριες της Μυτιλήνης – όπως θα λέγαμε σήμερα – προκάλεσαν το φθόνο και τη ζηλοτυπία των Ατθίδων, που δεν έπαυσαν να σπερμολογούν, κυρίως εναντίον της Λέσβιας ποιήτριας, ό,τι μπορεί να επινοήσει η γυναικεία ζηλοφθονία κι έτσι έδωσαν αφορμή στους κωμικούς και σατιρικούς ποιητές να επιτεθούν. Δεν αρνείται βέβαια κανείς ότι η Σαπφώ αγαπούσε τις μαθήτριες της Σχολής της με πολύ πάθος και μεγάλη τρυφερότητα κι εύρισκε πάντα αφορμή να εξυμνήσει την ομορφιά των και τη χάρη των με φλογερό τόνο και ανέκφραστη περιπάθεια, όπως στο ποίημα για την Αγαλλίδα, που θα απαγγείλω στο τέλος της ομιλίας μου. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει, πως η αγάπη της είχε σεξουαλικό χαρακτήρα, γιατί τότε οι μαθήτριες τής Σαπφικής σχολής θα έβγαιναν από εκεί δυσφημισμένες και ανυπόληπτες. Κ΄ έτσι σε λίγο θα ερημώνονταν ο «Μουσοπόλων δόμος», γιατί καμμιά αριστοκρατική οικογένεια δεν θα έστελνε πια το χαϊδεμένο της κορίτσι σε μια τέτοια σχολή. Από την άλλη πλευρά, πώς θα μπορούσε να διαφημίσει καλλίτερα τις μελλόνυμφες μαθήτριές της η Σαπφώ, αφού έπρεπε ν΄ ακουσθούν τα προτερήματά των και να γίνουν γνωστές οι χάρες των; Και γιατί να μην εκδηλώσει σ΄ αυτές την αγάπη της, αφού έπρεπε να φλογίσει την καρδιά τους με τον θείο έρωτα της Αφροδίτης, που κινεί τους ανθρώπους σε κάθε καλή πράξη και σε κάθε αρετή;
Οι αρχαίοι που είχαν υπ΄ όψιν των ολόκληρο το έργο της Ψάπφας, ήταν οι πρώτοι θαυμαστές τής ποιητικής μεγαλοφυίας της και την κατέταξαν μεταξύ των Μουσών. Ο Πλάτων αναφωνεί στο περίφημο επίγραμμά του:
«Ἐννέα τὰς Μούσας φασίν τινες. ὡς ὀλιγώρως.
ἢνἰδέ· καὶ Σαπφὼ Λεσβόθεν͵ ἡ δεκάτη.»
Τέλος, το 1815 ο περιφανής Γερμανός φιλόλογος Friedrich Welcker (1784-1868) απήλλαξε τη μεγάλη Λέσβια ποιήτρια από τις άδικες κατηγορίες, με την πολύκροτη μελέτη του: «Η Σαπφώ απαλλαγμένη από μια επικρατούσα πρoκατάληψη», «SapphovoneinemherrschendenVorurteil befreit». Το δε ιερόν τέρας των σύγχρονων Γερμανών φιλολόγων, ο πολύς Ulrichvοn Wilamowitz – Moellendorff δημοσίευσε, το 1913, την πραγματικά μνημειώδη πραγματεία του: «Sappho und Simonides» με την οποία κατόρθωσε ν΄ ανασκευάσει κάθε αντίρρηση για την αγνότητα της Σαπφικής Ποιήσεως και για τον αποδιδόμενο σ΄ αυτή σεξουαλικό προσανατολισμό. Αλλά και οι μεταγενέστερες εκδόσεις του MaxTreu (1907-1980) γύρω από τη Σαπφώ και τον Αλκαίο ήταν ανεκτίμητη προσφορά στην αιολική ποίηση. Ιδιαίτερα για την Ψάπφα ο Treu αποκρούει κάθε ομοφυλοφιλική ιδιότητα. Εάν δε θεωρηθούν ως αληθινά, όσα μας διηγείται ο Αιλιανός (175 μ.Χ.- 235 μ.Χ.), ότι σύγχρονη της Σαπφούς ήταν και μια εταίρα, συνώνυμή της, τότε καταλήγουμε στο συμπέρασμα, πως η ποιήτρια είναι εντελώς ξένη προς κάθε δυσφήμηση, που εκτοξεύθηκε εναντίον της: «Τὴν ποιήτριαν Σαπφώ», λέγει ὁ Αἰλιανός, «τὴν Σκαμανδρωνύμου θυγατέρα, ταύτην καὶ Πλάτων ὁ Ἀρίστωνος σοφὴν αναγράφει. Πυνθάνομαι δέ, ὅτι καὶ ἑτέρα ἐν τῇ Λέσβῳ ἐγένετο Σαπφώ, ἑταίρα, οὐ ποιήτρια».
Με το επόμενο ποίημα1),συμπληρωμένο σύμφωνα με τους παπύρους από τον Καθηγητή του Πανεπιστημίου του Cambridge Edmonds, η ξενιτεμένη ποιήτρια νοσταλγεί την πατρίδα της και παρακαλεί την Ήρα να την συντρέξει για να επιστρέψει. Με το ποίημα αυτό καταφέρεται το τελευταίο χτύπημα κατά των συκοφαντών της Σαπφούς, διότι από την ανάγνωση των στίχων 8-13 της απόδοσης του Δημ. Γρ. Βερναρδάκη καταφέρεται το τελευταίο χτύπημα κατά των προκαταλήψεων σχετικά με τον σεξουαλικό προσανατολισμό της Σαπφούς, αφού από την ανάγνωση των στίχων αυτών προκύπτει ότι η ποιήτρια επεδίωκε με την υψηλή διδασκαλία της να εμπνεύσει στις μαθήτριές της τον έρωτα προς κάθε τι αγνό και ωραίο:
«Πλάσιον δή μοι ποτ᾿ ὄναρ … »
Έλα κοντά μου, δέσποινα Ήρα, μες τ᾿ όνειρά μου,
Την πανωραία σου μορφή να ιδώ, που οι Ατρείδες,
Οι ξακουστοί με αποθυμιά την είδαν βασιλιάδες,
4 Όταν την Τροία κούρσεψαν· και πρώτα δεν μπορέσαν,
Του φουσκωμένου Σκάμανδρου σαν πέρασαν το ρέμα,
Να φτάσουν στην πατρίδα τους, προτού παρακαλέσουν
Εσένα και το μέγιστο το Δία και της Θυώνας
8 Τ᾿ομορφοπαίδι. Δέσποινα κ᾿ εγώ παρακαλώ σε,
Τώρα κ᾿ εμένα πάλι εσύ σαν πριν να με αξιώσεις,
Το κάθε ωραίο, το κάθε αγνό στο νου μου πάντα νάχω,
Σαν είμαι με τις όμορφες Μυτιληναίες παρθένες,
12 Που πάντα εγώ τις μάθαινα να ξέρουν στις γιορτές σου
Χορό να στήνουν και σκοπούς να σιγοτραγουδάνε·
Κι όπως με τη βοήθεια σας μπορέσαν οι Ατρείδες
Από το Ίλιο μακριά να σύρουν τα καράβια,
Έτσι κ᾿ εμένα ξάκουσε τον πόθο μου και δώσε,
Ήρα γλυκιά, στο σπίτι μου ξοπίσω να πρυμίσω.
Εδώ βλέπετε και το αρχαίο κείμενο:
ΣΑΠΦΩ: απ. 17 Lobel-Page
πλάσιονδή μ[οίποτ᾽ ὄναρπαρέστα,
πότνι᾽ Ἤρασὰ χ[αρίεσσαμόρφα,
τὰνἀράτανἈτ[ρεΐδαιθέσανκλεί-
4 τοι βασίληες·
ἐκτελέσσαντες [γὰρἌρευοςἔργον
πρῶταμὲν π[αρ᾽ ὠκυρόωΣκαμάνδρω
τυίδ᾽ ἀπορμάθε[ντεςἐςἌργοςἔλθην
8 οὐκἐδύναντο,
πρὶνσὲκαὶΔί᾽ ἀντ[όμενοικάλεσσαν
καὶΘυώναςἰμε[ερόενταπαῖδα.
νῦνδὲ κ[αὶῥέζοισιθύηπόλιται
12 κὰττὸπάλ̣[αιον
γνακαὶκά[λονκατάγοισιπέπλον
π]άρθ[ενοι, σὺνταῖσιδὲκαὶγύναικες,
ἀ]μφὶ σ[ὸνβῶμονπύκιναιστάθεισαι
(σώζονται ελάχιστα ίχνη 5 ακόμη στίχων)
Ό,τι έγραψε το ένιωσε βαθιά η μεγάλη μας ποιήτρια και ό,τι έβαλε στην ποίησή της υπήρξε η αντανάκλαση της ζωής της και των αληθινών αισθημάτων της. Η αρμονία των στίχων της, πλημμυρισμένη από τη γοητευτική έκφραση του πάθους τής ψυχής της, ο παρθενικός ρομαντισμός της, ο ηδονικός πόνος κάθε αγάπης της, οι στεναγμοί και τα δάκρυά της, που μόλις κατορθώνει να τα συγκρατεί, η ανεπιτήδευτη χάρη και η αριστουργηματική συγκρότηση των εικόνων και των ιδεών της – όλος αυτός ο υπέροχος λυρισμός ανυψώνει την Ψάπφα στη σφαίρα της Αιωνιότητας και της Αθανασίας.
Στο ακόλουθο ποίημα, που φτάνει στην εντέλεια του λυρισμού και της ποιητικής Τέχνης, η Σαπφώ εκφράζει την υπέρμετρη αγάπη της προς μία από τις μαθήτριές της, την Αγαλλίδα. Η Ψάπφα βλέπει να κάθεται αντίκρυ στη μαθήτριά της ένα θεόμορφο παλληκάρι και ζηλότυπα συλλογίζεται ότι η Αγαλλίδα μπορεί να φύγει, ακολουθώντας τον πλάνο και γοητευτικό εκείνον άντρα. Το ποίημα αυτό διασώθηκε από τον Λογγίνο στο βιβλίο του «Περί ύψους» και χαρακτηρίζεται ως έξοχο πρότυπο εκλογής και σύνθεσης των «καιριωτάτων» στοιχείων του θέματος. Πολλοί δε ποιηταί τόσο στα αρχαία χρόνια, όσο και στα νεότερα, το απομιμήθηκαν και το παρέφρασαν, όπως ο Κάτουλλος. Από τους νεότερους το ενσωμάτωσε ο Ρακίνας στη Φαίδρα του. Στη γαλλική μετάφραση του «Περί ύψους» του Λογγίνου, το ποίημα τούτο μεταφράζεται σε στίχους αριστοτεχνικούς από τον ξακουστό NicolasBoileau.
Εδώ βλέπετε το αρχαίο κείμενο:
ΣΑΠΦΩ: απ. 31 Lobel
φαίνεταί μοι κῆνοςἴσοςθέοισιν
ἔμμεν᾽ ὤνηρ, ὄττιςἐνάντιός τοι
ἰσδάνεικαὶπλάσιονἆδυφωνεί-
4 σας ὐπακούει
καὶγελαίσαςἰμέροεν, τό μ᾽ ἦ μὰν
καρδίανἐνστήθεσινἐπτόαισεν·
ὠςγὰρἔς σ᾽ ἴδω βρόχε᾽, ὤς με φώναι-
8 σ᾽ οὐδ᾽ ἒνἔτ᾽ εἴκει,
ἀλλ᾽ ἄκανμὲνγλῶσσα †ἔαγε†, λέπτον
δ᾽ αὔτικαχρῶιπῦρὐπαδεδρόμηκεν,
ὀππάτεσσι δ᾽ οὐδ᾽ ἒνὄρημμ᾽, ἐπιρρόμ-
12 βεισι δ᾽ ἄκουαι,
†έκαδε μ’ ἴδρωςψῦχροςκακχέεται†, τρόμος
δὲπαῖσανἄγρει, χλωροτέραδὲποίας
ἔμμι, τεθνάκην δ᾽ ὀλίγω ᾽πιδεύης
16 φαίνομ᾽ ἔμ᾽ αὔται·ἀλλὰπὰντόλματονἐπεὶ
†καὶ πένητα†
Διαβάστε το τώρα στη δημοτική γλώσσα, στο δεκαπεντασύλλαβο του δημοτικού τραγουδιού, σε απόδοση του Δημ. Γρ. Βερναρδάκη:
«φαίνεταί μοι κῆνος ….»
Με τους Θεούς μου φαίνεται πως μοιάζει αυτός ο άντρας,
Κείνος, που τώρα καθιστός αντίκρυ σου γρικάει,
Τα ζαχαρένια λόγια σου, το πρόσχαρό σου γέλιο.
Τρεμοχτυπάει μου η καρδιά μέσα στα στήθια εμένα,
Και πιάνεταί μου η φωνή στο φέγγος των ματιών σου
Κ᾿ η γλώσσα μου· τα σωθικά ψιλή μου καίει φλόγα·
Φεύγει απ΄ τα μάτια μου το φως, βουίζουνε τ᾿ αυτιά μου,
Ίδρος κρυός με περιχά, το σώμα μου όλο τρέμει,
Χλωμότερη απ΄το χόρτο εγώ γίνομαι, παρά λίγο
Πεθαίνω. Κι όμως όλα αυτά να τα τραβώ γραφτό μου.
___________________________________________________________
- Τα δυο αρχαία ποιήματα, που αναφέρονται εδώ, μαζί με τις αποδόσεις, συμπεριλαμβάνονται στο βιβλίο «Ο ΑΡΧΑΙΟΣ ΑΙΟΛΙΚΟΣ ΛΥΡΙΣΜΟΣ – ΣΑΠΦΩ ΚΑΙ ΑΛΚΑΙΟΣ» και μόνο οι αποδόσεις των στο βιβλίο «ΨΑΠΦΑ».
Βιογραφικό
Ο Παναγιώτης Βερναρδάκης, γιος του Δημητρίου Βερναρδάκη και εγγονός του Γρηγ. Ν. Βερναρδάκη (αδελφού του σοφού Δημ. Ν. Βερναρδάκη) γεννήθηκε στη Μυτιλήνη, όπου και τελείωσε τις εγκύκλιες σπουδές του. Με υποτροφία σπούδασε στη Γερμανία Οικονομικά και είναι διπλωματούχος Οικονομολόγος του Πανεπιστημίου του Μάιντς και διδάκτωρ Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου της Φραγκφούρτης. Εργάστηκε στο γερμανικό τραπεζικό τομέα και διετέλεσε καθηγητής στο UniversityofAppliedSciences της Φραγκφούρτης. Εκτός των οικονομικών ασχολείται και με φιλολογικά και ιστορικά θέματα. Έχει εκδώσει στον Ευρωπαϊκό εκδοτικό οίκο των Επιστημών Πέτερ Λάνγκ στα Γερμανικά δύο βιβλία οικονομικού περιεχομένου: «Ανάλυση φερεγγυότητας διεθνών πιστωτικών ιδρυμάτων» και «Η Ελλάδα ως 12o μέλος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης-Γεγονότα και Προοπτικές». Είναι επίτιμο μέλος της Διεθνούς Εταιρείας Πλουτάρχου (International Plutarch Society), έχει δε επιμεληθεί από το 2008 έως το 2017, μαζί με τον ομότιμο καθηγητή Κλασικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο της Βόννης κ. Χάιντς Γκερντ Ίνγκενκαμπ, τη μείζονα κριτική έκδοση των Ηθικών του Πλουτάρχου του Γρηγ. Ν. Βερναρδάκη στην Ακαδημία Αθηνών. Τον Οκτώβριο του 2017 επεξεργάστηκε και δημοσίευσε παλαιότερες μελέτες του πατέρα του, Δημ. Γρηγ. Βερναρδάκη, και συγκεκριμένα από την ποιητική του Συλλογή: «Ψάπφα» (1924), τη μελέτη: «Η δεκάτη Μούσα Σαπφώ η Λεσβία» κ.ά. Τις επεξεργασμένες μελέτες τις συμπεριέλαβε στο βιβλίο: «Ο Αρχαίος Αιολικός Λυρισμός-Σαπφώ και Αλκαίος», Αθήνα 2017, εκδ. 24 γράμματα. Τον Αύγουστο του 2020 εξέδωσε στη Γερμανία το έμμετρο δράμα του Δημ. Ν. Βερναρδάκη «Antiope» (Αντιόπη).