Με ανάμεικτα συναισθήματα για τους κυνηγούς ολοκληρώθηκε την περασμένη Τρίτη η φετινή κυνηγετική περίοδος για τη Λέσβο, όπως και για την υπόλοιπη Ελλάδα και παρότι φέτος, η αργία της Καθαράς Δευτέρας “έπεσε” μέσα στην κυνηγετική περίοδο, σχεδόν στο σύνολό τους οι κυνηγοί επέλεξαν να γιορτάσουν με τις οικογένειές τους τα Κούλουμα αντί για μια τελευταία κυνηγετική έξοδο, χωρίς αποτελέσματα.
Αν εξαιρέσουμε τις φετινές μπεκάτσες που με το χιονιά μπήκαν στο νησί μας κατά εκατοντάδες στις αρχές του Ιανουαρίου και ήταν αρκετοί εκείνοι που επωφελήθηκαν “χτυπώντας” εύκολα πουλιά στον παγετό, η φετινή κυνηγετική περίοδος που μόλις έληξε ήταν άλλη μία “κακή χρονιά” τόσο για το ορτύκι και την μπεκάτσα (με εξαίρεση τις μέρες του χιονιά για την τελευταία), όσο και για την ενδημική πέρδικα, οι πληθυσμοί της οποίας καταγράφουν φθίνουσα πορεία στη Λέσβο. Διαφορετικά εξελίχθηκε το φετινό κυνήγι για τον λαγό, καθώς οι λαγοκυνηγοί έμειναν απόλυτα ικανοποιημένοι από τις “συναντήσεις” που είχαν με το αγαπημένο τους θήραμα, ενώ σταθερή αξία αποδείχθηκαν για άλλη μια φορά τα περάσματα της τσίχλας και του κότσυφα. Με ανάμεικτα συναισθήματα αποχαιρέτησαν την κυνηγετική περίοδο και οι κυνηγοί του αγριόχοιρου, το κυνήγι του οποίου χρόνο με το χρόνο αρχίζει να δυσκολεύει, καθώς τα αγριογούρουνα έχουν βρει προστασία μέσα στις ζώνες όπου απαγορεύεται η θήρα.
Περίοδος εκλογών
Την περίοδο που διανύουμε οι Κυνηγετικές Οργανώσεις στη Λέσβο αρχίζουν να μπαίνουν στο στάδιο της προετοιμασίας για τις εκλογές, καθώς συμπληρώνεται η διετία. Πρώτα θα γίνουν μέσα στον Απρίλιο οι εκλογές στους κατά τόπους Κυνηγετικούς Συλλόγους και ακολουθούν οι εκλογές στην Κυνηγετική Ομοσπονδία Βορείου Αιγαίου και στη συνέχεια οι αντιπρόσωποι των κατά τόπους Ομοσπονδιών της χώρας εκλέγουν τη νέα διοίκηση στην Κυνηγετική Συνομοσπονδία Ελλάδας.
Αναφορικά τώρα με τις εκλογές στους Κυνηγετικούς Συλλόγους της Λέσβου, σύμφωνα με πληροφορίες της σελίδας μας, είναι πολύ πιθανό να μειωθεί ο αριθμός των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου του Κυνηγετικού Συλλόγου Μυτιλήνης σε 7μελές από 9μελές, κάτι που έχει σχέση με τη μείωση της έκδοσης αδειών σε αριθμό κάτω των 1.000. Ζητήσαμε να επιβεβαιώσουμε την παραπάνω πληροφορία από τον πρόεδρο του Κυνηγετικού Συλλόγου Μυτιλήνης και Αντιπεριφερειάρχη Οικονομικών, Χρύσανθο Αργυρίου, ο οποίος μας ανέφερε ότι βρισκόταν σε συνεδρίαση της Περιφέρειας και θα επικοινωνούσε μαζί μας, κάτι που δεν έγινε όμως από πλευράς του.
Με αυτό το δεδομένο μεταφέρουμε με επιφύλαξη την παραπάνω πληροφορία και σε κάθε περίπτωση, είτε οι άδειες στο μεγαλύτερο Σύλλογο του Βορείου Αιγαίου που είναι αυτός της Μυτιλήνης είναι λίγο πάνω, είτε λίγο κάτω από 1.000, αυτό που αναδεικνύεται είναι πως τα τελευταία 10 χρόνια ο Κυνηγετικός Σύλλογος Μυτιλήνης έχει χάσει το ένα τρίτο της δύναμής του, καθώς στο παρελθόν είχε υπερβεί και τις 1.500 άδειες. Πρόκειται για ένα στοιχείο που δείχνει το πόσο έχει επηρεάσει η οικονομική κρίση και τον χώρο του κυνηγιού, καθώς η ανεργία, η συρρίκνωση των εισοδημάτων και η υπέρμετρη φορολόγηση, έχουν αναγκάσει, όπως φαίνεται, πολλούς να σκέφτονται το 100ευρω για την ετήσια ανανέωση της κυνηγετικής τους άδειας.
Ένα δεύτερο ζήτημα έχει να κάνει με κάποιους που κυνηγούν περιστασιακά, κυρίως στα χωριά, θεωρώντας ότι για να χρησιμοποιήσουν το όπλο τους 10 – 20 φορές κατά τη διάρκεια της περιόδου δεν θα πρέπει να εκδώσουν άδεια. Και δυστυχώς δεν γίνονται αντιληπτοί μέσα στα λιοχώραφα σε μια περίοδο που κόβονται ολόκληρα κλαδιά και δέντρα από χωράφια, με άλλα λόγια οργιάζει η παράνομη υλοτομία και δεν συγκινείται κανείς.
Το μέλλον του κυνηγιού
Για το μέλλον του κυνηγιού τα πράγματα δεν φαίνονται και τόσο απαισιόδοξα ως προς το ενδεχόμενο περιοριστικών μέτρων, καθώς παρά την πρόθεση του πρώην αναπληρωτή Υπουργού Περιβάλλοντος, Γιάννη Τσιρώνη, να περιστείλει το κυνήγι δραματικά, η μετακίνησή του κατά τον τελευταίο ανασχηματισμό της κυβέρνησης στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης έχει αφήσει πολλά περιθώρια αισιοδοξίας στον κυνηγετικό χώρο. Παρά την εχθρική στάση του κυβερνώντος κόμματος από τότε που ήταν ακόμα Αξιωματική αντιπολίτευση στο κυνήγι, 2 χρόνια μετά, η κυβέρνηση δείχνοντας να ενηλικιώνεται, μάλλον αρχίζει να αντιμετωπίζει το όλο θέμα από άλλη οπτική γωνία, διαπιστώνοντας πια ότι υπάρχουν πολύ πιο σοβαρά και μεγάλα προβλήματα να ασχοληθεί απ’ ό,τι το κυνήγι στην Ελλάδα.
Θα μπορούσε πάντως το κράτος να κάνει πίσω στο δικό του μερίδιο αναφορικά με τα τέλη ανανέωσης των κυνηγετικών αδειών, ώστε να μειωθεί το κόστος και να διευκολυνθούν οι άνεργοι και οι πολίτες χαμηλών εισοδημάτων στην ετήσια έκδοση της κυνηγετικής άδειας προκειμένου να στηριχθούν από αυτές τις εισφορές και οι κατά τόπους Κυνηγετικές Οργανώσεις στο κομμάτι της δικής τους συμμετοχής, καθώς αποτελούν και τους μόνους φορείς στην Ελλάδα που κάνουν σε σταθερή βάση περιβαλλοντικές παρεμβάσεις. Για παράδειγμα όταν ένας Κυνηγετικός Σύλλογος κάνει μια σπορά σιτηρών και καλλιέργεια πηγών για να στηρίξει την ανάπτυξη της πέρδικας σε μια περιοχή, από αυτή τη δράση κερδίζει συνολικά το περιβάλλον – πανίδα. Και δεν είναι και λίγα τα κονδύλια που έχουν διαθέσει μέχρι τώρα οι Κυνηγετικές Οργανώσεις από τις εισφορές των μελών τους για τέτοιες δραστηριότητες, όταν το κράτος απουσιάζει και έχει μάθει μόνο να “τα παίρνει” από τις κυνηγετικές άδειες! Φυσικά ένα ζήτημα μείωσης των εισφορών υπέρ του κράτους για τις κυνηγετικές άδειες, ειδικά στις μέρες μας, αποτελεί ουτοπία όταν παρά τη σφοδρή οικονομική κρίση αυξάνονται τα πάντα για τους φορολογούμενους, που καλούνται χρόνο με το χρόνο να πληρώνουν όλο και περισσότερα για, τέλη, Εφορία και εισφορές.
Με τα παραπάνω δεδομένα, από τη μια η οικονομική κρίση και από την άλλη η κυνηγετική ανομβρία που απογοητεύει ειδικά τους κυνηγούς, που δεν έχουν μάθει στις “εύκολες μπεκάτσες” του χιονιά, θα συνεχίσουν κατά την άποψή μας να επηρεάζουν και τα επόμενα χρόνια την κυνηγετική δραστηριότητα και αυτό δεν είναι πλήγμα μόνο για το κυνήγι, αλλά και για μια σειρά από επαγγέλματα που συνδέονται άμεσα ή έμμεσα με την κυνηγετική δραστηριότητα.