Στην εποχή της αθωότητας, κάπου εκεί στα μέσα της σημαδιακής δεκαετίας του ‘60, εμφανίστηκε στη γειτονιά μας η Έθελ. Μια νεαρή σπιρτόζα Ελληνοαμερικάνα με την χαρακτηριστική προφορά, με το μπρίο της Κλαούντια Καρντινάλε και τη δροσιά της Τζέην Φόντα. Ήταν η δεκαετία που γέμισε όνειρα και μουσικές την μετα-εμφυλιακή Ελλάδα που λιανιζόταν ασφυκτικά υπό το κράτος των συνταγματαρχών.
Τ’ αγόρια της γειτονιάς δεν ξεκολλάγανε από το μικρό σπιτάκι της κυρίας Ελένης όπου φιλοξενείτο η Έθελ. Μαζί της ακούγονταν οι μουσικές από τον Έλβις και τα Μπητλάκια, το Satisfaction των Rolling Stones, τα πρώτα αμερικανικά τζιν LEE που αποκτούσε μόνο όποιος είχε θείο στην Αμερική.
Αλλά και τα κορίτσια ήταν συνεχώς κοντά της για να αντιγράψουν, να μάθουν και να ξεσηκώσουν αμερικανιές σε όλα τα επίπεδα.
Οι χωματόδρομοι της Χρυσομαλλούσας επ’ ουδενί δεν εμπόδιζαν την Έθελ να κυκλοφορεί με τη γόβα στιλέτο, που εγώ παιδάκι λάτρευα και όποτε τις έβγαζε για να φανεί το περίφημο πεντικιούρ της τις έβαζα και έκανα πασαρέλα πέρα-δώθε καμαρωτή και κορδωμένη. Θυμάμαι πως κάποιες τέτοιες γόβες, όταν έφυγε, μου τις άφησε δώρο – αν και ήταν πολύ μεγάλες – και ο μπαμπάς θύμωσε που τις έπαιζα και μου έκοψε στη μέση τα τακούνια, για να μην χαλάσω τα πόδια μου… είπε.
Αυτό όμως που μου έμεινε από την Έθελ…
…δεν ήταν μόνο οι γόβες, η προχωρημένη αντίληψη ενός άλλου τρόπου ζωής, η καλιφορνέζικη προφορά και τα πολύχρωμα χαρούμενα ρούχα. Ήταν η εξαιρετική πίτσα που έμαθε στη μαμά να μας φτιάχνει. Γιατί όλα μπορούν να αλλάξουν, να προσαρμοστούν, να μετατεθούν και τελικά να μας κερδίσουν ή να μας χάσουν. Η γεύση όμως μένει στην παλέτα του ουρανίσκου μας σαν σημάδι ανεξίτηλο για να μας ξαναφέρνει μνήμες παιδικές.
Η Έθελ έφερε την πίτσα στη γειτονιά μας
Πήγε μια μέρα στην κουζίνα με τη μαμά, έβαλε μαγιά και χλιαρό νερό σε μια πήλινη κούπα, άδειασε σιγά-σιγά αλεύρι, λίγη ζάχαρη κι αλάτι κι ύστερα περιμέναμε να φουσκώσει το ζυμάρι σαν το ψωμί. Άνοιξε το ζυμάρι σαν φύλλο, λεπτό, κι έβαλε πάνω φρέσκια σάλτσα ντομάτα από τα μπουκάλια που είχε η μαμά στην ταράτσα. Έτριψε κασέρι, γραβιέρα και σκέπασε το ζυμάρι κι από πάνω ψιλόκοψε σε λεπτές λωρίδες με ψαλίδι σαλαμάκι αέρος.
Έκαψε καλά το ταψί στον φούρνο, το λάδωσε και έσυρε μέσα την πίτσα. Σε 10-15 λεπτά έβγαλε μια ανοιχτή πίτα που ήταν η πρώτη πίτσα της ζωής μου. Από τότε ψάχνω την Έθελ και τη συνταγή της. Σήμερα μετά από πολλές δοκιμές σας δίνω μια που μοιάζει περισσότερο από όλες μ’ εκείνη την πίτσα που με σημάδεψε, ίσως όχι γιατί ήταν η καλύτερη, αλλά γιατί έγινε σε μια εποχή που δεν υπήρχαν πιτσαρίες, δεν υπήρχε ντελίβερι κι όλα έπρεπε να γίνουν στην κουζίνα του σπιτιού απολύτως χειροποίητα.
Η πίτσα που με σημάδεψε…
…είχε απόλυτη σχέση με την πληθωρική καρδιά της αμερικάνας Έθελ, την αξιοσύνη της μαμάς, τη νοστιμάδα της ντομάτας σάλτσας που λιαζότανε στα μπουκάλια πάνω στην ταράτσα του σπιτιού δίπλα στα μελίσσια μας, από κει που αγναντεύαμε το λιμάνι και τον Μακρύ Γιαλό. Είχε τελικά όλο αυτό το συναίσθημα μιας αθώας εποχής, της εποχής που μεγαλώσαμε με άλλες προδιαγραφές και που τότε δεν μας έλειπαν άνθρωποι.
Συνταγή, κατά προσέγγιση,
αφιερωμένη στην Έθελ που ακόμα αναζητώ…
Η τέλεια ζύμη για λεπτή πίτσα
Υλικά για μια μεγάλη πίτσα
500 ml νερό χλιαρό
25 γρ. μαγιά φρέσκια
2 κ.γ. ζάχαρη
1 κ.γ. αλάτι θαλασσινό
5 φλιτζ. αλεύρι σκληρό (ΟΟ) αλλά και για όλες τις χρήσεις
2 κ.σ. ελαιόλαδο
Εκτέλεση
Ανακατεύουμε σ’ ένα μπολ την μαγιά με το νερό και μόλις διαλυθεί προσθέτουμε όλα τα άλλα υλικά. Ζυμώνουμε σε αλευρωμένη επιφάνεια για 3-4 λεπτά μέχρι να γίνει μια ελαστική, μαλακή και όμορφη ζύμη. Αφήνουμε σε μπολ να διπλασιαστεί σε όγκο.
Χωρίζουμε σε 4 ή 8 μπαλάκια και ανοίγουμε φύλλο. Ανάβουμε το φούρνο, βάζουμε μέσα τα ταψιά να καούν για 10-12 λεπτά και μετά αλείφουμε με ελαιόλαδο και απλώνουμε μέσα το φύλλο πίτσας λεπτό- λεπτό. Γεμίζουμε από πάνω με ντομάτα σάλτσα, τυριά, σκόρδο, λάδι, μαϊντανό, αλλαντικά ή ό,τι άλλο και ψήνουμε για 10-12 λεπτά. Μόλις ψηθεί ρίχνουμε από πάνω φρέσκα φύλλα ρόκας ή βασιλικού και σερβίρουμε.
Για τη γέμιση
Η ντομάτα για να είναι νόστιμη, να είναι αλειμμένη σε μικρή ποσότητα κι όχι να ξεχειλίζει. Τα τυριά μπορεί να είναι από την Ιταλική μοτσαρέλα μέχρι τα ελληνικά κίτρινα ή λευκά τυριά που δεν λιώνουν πάρα πολύ. Η γκούντα είναι πολύ λιπαρή για τα γούστα μου.
Αν βάλετε αλλαντικά να είναι ψιλοκομμένα με ψαλίδι σε λωρίδες εκτός από το προσούτο που είναι ωραίο να μπει τυλιγμένο στο τέλος αφού βγει η πίτσα από το φούρνο. Πάντα να βάζετε μια δροσερή παρουσία ρόκας, βασιλικού, ακόμα και σταμναγκάθι ή πολύ μικρά ωμά μπουκετάκια από μπρόκολο. Η εμφάνιση προσδίδει νοστιμιά και τσαχπινιά.