Είναι Νοέμβρης μήνας. Αρχίζει το κρύο. Ξεκινά σιγά-σιγά ο χειμώνας. Το βλέπεις στα φύλλα του φθινοπώρου που αποχωρούν απ’ τα κλαδιά και στρώνουν χαλί στο χώμα. Κατακίτρινα ή κιτρινοπορτοκαλιά προς καφετί.
Το σχολείο έχει μπει στην τροχιά και γονείς και παιδιά στο πρόγραμμα της εποχής.
Θυμάμαι όταν επέστρεφα στο σπίτι από το σχολείο…
Στη γειτονιά μπερδεύονταν οι μυρωδιές. Η κυρία Ρηνούλα έφτιαχνε φασολάδα. Η κυρά-Παναγιώτα σπανακόρυζο. Η κυρά-Ρηνιώ τύλιγε τα ντολμαδάκια, ενώ η νύφη της η κυρά-Θάλεια τσιγάριζε το κοκκινιστό.
Η Λίτσα έφτιαχνε σπανακόπιτα. Η κυρία Μαριάνθη χύλωνε τα ρεβίθια. Η Ρίτα έψηνε την πάστα Φλώρα και η Κική έκοβε την φανουρόπιτα για να τη μοιράσει. Η μαμά άχνιζε την ψιλή γαριδούλα που ήταν άφθονη τέτοια εποχή, τηγάνιζε φρέσκα καλαμαράκια, έβραζε τα ραδίκια της γιαγιάς απ’ το χωριό και ζέσταινε τη χορτόπιτα που μόλις είχε έρθει στο καλάθι απ’ την Πέτρα. Αυτή την αγριοχορτόπιτα της γιαγιάς με τα διαλεχτά ραδίκια του βουνού, τα μυρώνια, τους ζόχους και τις καυκαλήθρες. Είχε και μια χούφτα ρύζι μέσα για να παίρνει τα υγρά.
Μυρωδιές
Η μυρωδιά σε άρπαζε από τις αυλές και τους χωματόδρομους. Μυρωδιές ανακατεμένες και ξεχωριστές.
Μυρωδιές αγνές, γήινες, παθιασμένες και νόστιμες.
Θαρρώ πως ξεχώριζε το άνηθο απ’ το μαϊντανό, το μοσχάρι απ’ το χοιρινό, το μπαχάρι απ’ το γαρίφαλο.
Και μόλις έμπαινα στο σπίτι καθώς τριζοβολούσαν τα ξύλα στην ξυλόσομπα της Αδαίου, το στρωμένο τραπέζι με γέμιζε προστασία, τρυφερότητα και αγάπη.
Του Θεού τα καλά μαζεμένα στο τραπέζι και στην καλοραμμένη ποδιά της μαμάς που είχε ίχνη αλευριού και λάδια. Την έβγαζε πριν κάτσει στο τραπέζι για να τιμήσουμε το βρισκάμενο. Πάντα “μπερεκέτ” στο σπίτι μας τα καλά. Γιατί είχαν αυτή τη φροντίδα της οικογένειας. Γιατί αυτό το τραπέζι είτε περιείχε λίγα ή πολλά ήταν όλα διαλεχτά και από καρδιάς. Αυτό είναι το οικογενειακό τραπέζι.
Οι κουβέντες του τραπεζιού
Χαρά κρυφή, έρωτες ανομολόγητοι, κοινωνική κοζερί, τα νέα του γραφείου, της γειτονιάς, των ξενιτεμένων μας, των παππούδων! Όλα στο τραπέζι!
Η ράφτρα η Τασία, η κεντήτρα η Άννα, ο κυρ-Παναγιώτης ο κτίστης, ο νομίατρος ο Λογοθέτης, η Τζίνα Πασχαλίδου, η γαλλικού μας η μαντάμ Μπινού, η αγγλικού μας η Μις Ντην!
Όλοι περνούσαν από τα καθημερινά και κυριακάτικα τραπέζια μας ! Σαν απαραίτητο αλατοπίπερο στο τηγανητό αυγό, σαν τριμμένη πιπερόριζα στο σαλέπι, σαν κανέλα στο ρυζόγαλο.
Ήταν το οικογενειακό μας τραπέζι
-Η ψυχή μας
-Η καθημερινότητά μας
-Η συνήθειά μας
-Τα εξ ων ουκ άνευ
-Η ζωή μας
-Η Αδαίου
-Η Χρυσομαλλούσα
-Η Ελλάδα μας.
Είναι όλα αυτά που ποτέ δεν ξεχνάς, που σε πάνε πίσω σ’ αυτές τις μυρωδιές. Μαζί με τα αχνιστά παράθυρα από τους ατμούς που δημιουργεί η κατσαρόλα που σιγοβράζει δεν ξεφεύγεις ποτέ από όλα τα καλά και τα κακά. Εκείνα που είναι άκρως απαραίτητα στην ζωή σου, μαζί με τα αγαπημένα πρόσωπα, αλλά κι εκείνα που σ’ έχουν πικράνει, που υπάρχουν ή δεν υπάρχουν πια γύρω σου.
Εσύ θα τα κουβαλάς μαζί σου πάντα σαν το καθημερινό ή κυριακάτικο τραπέζι της οικογένειας.
Έτσι…
Καθεμία ρουφηξιά από την καυτή κρεατόσουπα, το κοκκινιστό με τα χοντρά μακαρόνια, τον καλοκαβουρντισμένο χαλβά ή το γιουβέτσι θα είναι εκεί, χαραγμένα στη μνήμη σου για να σου θυμίζουν πρόσωπα και πράγματα και κυρίως εκείνη τη γεύση και μυρωδιά των παιδικών σου χρόνων.
Μακαρόνια χοντρά με πέστο από καρύδια και βασιλικό
Υλικά
400 γρ. χοντρά μακαρόνια
1/2 φλιτζ. φύλλα βασιλικού πλατύφυλλου
3/4 φλιτζ. καρυδόψιχα
100 γρ. προσούτο
2 σκελίδες σκόρδο
3-4 κ.σ. γιαούρτι γλυκό, όχι πολύ ξινό (φρέσκο)
4 κ.σ. κεφαλοτύρι τριμμένο
αλάτι, πιπέρι
Εκτέλεση
Με τα χέρια σπάστε τα μακαρόνια στα δυο και βράστε τα al dente σε άφθονο αλατισμένο νερό. Στραγγίστε τα.
Κόψτε με τα χέρια τα φύλλα του βασιλικού, ρίξτε τα στο μούλτι, και πολτοποιήστε τα μαζί με την καρυδόψιχα, το σκόρδο και 2 κ.σ. λάδι.
Ψιλοκόψτε το προσούτο και βάλτε το στην άκρη.
Ρίξτε στο τηγάνι τα ζυμαρικά και το γιαούρτι και ανακατέψτε.
Προσθέστε τη σάλτσα καρυδιών και το πιπέρι και αφήστε τα στη φωτιά για 1-2′.
Σερβίρετε αμέσως πασπαλίζοντας με το κεφαλοτύρι.