Και μια που αρχίσαμε τις αναμνήσεις, με την Ρουχίνα και τα καυτερά φαγητά της, την Βομβάη και τα μαγειρέματα, θυμήθηκα άλλο ένα γοητευτικό ταξίδι, εκεί κάπου στη δεκαετία του ‘80 που όλα ήταν στην αρχή τους.
Με το που τέλειωνε το βαθύ φθινόπωρο κι έμπαινε ο πιο γιορτινός μήνας του χρόνου, βγάζουμε εισιτήρια για την άλλη μου πατρίδα, την Αυστραλία.
Αυτή τη φορά καλεσμένη μου μαζί μας, ήταν η Λίλα.
Η Λίλα, ίσως το πιο γλυκό μουτράκι της εποχής, μα και τώρα έτσι είναι!
Αθηναία, μαγκιόρα, γλυκομίλητη και ειδική στα ζώδια.
Εγώ ψαράκι με ζυγό, εκείνη σκορπιός με… δεν θυμάμαι τι.
Σ’ όλες τις παρέες έδινε ρέστα.
-«Εσύ είσαι Λέων, ε;», ρωτούσε κάποιον απ’ την παρέα.
-«Ναι, απαντούσε αυτός, πού το ξέρεις;».
-«Από τη χαίτη των μαλλιών σου», απαντούσε και μέναμε όλοι κάγκελο.
Η Λίλα είχε παντού μόνο φίλους. Από φίλους τη γνώρισα, με δεκάδες φίλους γνωρίστηκα μαζί της. Όπου την έβαζες χώραγε και περίσσευε. Υπέροχο πλάσμα! Ήταν και παραμένει μια φίλη ζωής κι ας μην τη βλέπω τόσο συχνά.
Το ταξίδι
Όπου κι ό,τι κάναμε με τη Λίλα είχε πολύ γέλιο.
Το ταξίδι μας ξεκίνησε από το τότε ανατολικό αεροδρόμιο με Singapore Airlines, η λατρεμένη εταιρεία για τα υπερ-ατλαντικά μου ταξίδια.
Φτάνουμε Σιγκαπούρη – ακόμα δεν είχε επιτευχθεί το σημερινό οικονομικό θαύμα της – διατηρούσε ακόμα έντονα το ασιατικό της στοιχείο. Η Orchard Road ήταν η μόνη κοσμοπολίτικη λεωφόρος της και το πιο συγκλονιστικό εμπορικό κέντρο με τις φοβερές τότε τιμές ήταν το Peoples s Park με τα φοβερά food stalls, τις πρόχειρες καντίνες με τρομερό φαγητό από Μαλαισίους, Κινέζους, Ινδονησίους, Ινδούς και Άραβες, όλες αυτές τις φυλές που ζούσαν σ’ αυτό το μικρό κρατίδιο.
Βόλτες οι τρεις μας με γέλια, φαγητά, ψώνια… τι ψώνια Θεέ μου!
Δεν έχω ψωνίσει περισσότερα γκάτζετς στη ζωή μου. Ήταν η εποχή που ακόμα σου φορολογούσαν τα πάντα όταν τα έφερνες μέσα στη βαλίτσα και φυσικά όλα τα κρύβαμε ή τρέμαμε μην πληρώσουμε φόρο από τρίτες χώρες.
Μετά από μερικές μέρες διαμονής εκεί, νοικιάζουμε ένα αυτοκίνητο και ξεκινάμε για τον γύρο της ΜΑΛΑΙΣΙΑΣ.
Δεν θα επεκταθώ πολύ στην φοβερή ταξιδιωτική εμπειρία μας, στα απίστευτα ξενοδοχεία που μέναμε, φτηνά ή ακριβά, στα μουσουλμανικά χωριά της ανατολικής ακτής, αλλά και στα δυτικά κοσμοπολίτικα νησιά όπως η ΠΕΝΑΓΚ, που όποιος αγαπάει τέτοιους προορισμούς οφείλει να τον βάλει στο πρόγραμμα ή στη λίστα του. Θα πω μόνο τούτα.
Οι σκιές
Φτάνουμε σε μια μεγάλη πόλη κάποια στιγμή, χωρίς να έχουμε βρει ή κλείσει ξενοδοχείο.
Κουρασμένοι μετά από ένα πολύωρο οδήγημα, αράζουμε έξω από ένα αστυνομικό τμήμα για να νιώθουμε ασφαλείς και αποφασίζουμε να κοιμηθούμε στο αυτοκίνητο μέχρι να ξημερώσει. Κάποια στιγμή ξυπνάμε από τη φωνή ενός Ιμάμη που απήγγειλε την πρωινή προσευχή. Τρομαγμένοι βλέπουμε στην αχλή του πρωινού να προβάλλουν κάτι φιγούρες σαν σκιές με λευκές κελεμπίες και ποδήλατα που ακολουθούσαν τη φωνή και χανόντουσαν μέσα στην ομίχλη.
Ανοίξαμε τα μάτια μας σαν μαγεμένοι από αυτό που ακούγαμε κι αυτό που βλέπαμε. Σαν να ήμασταν στο σύννεφο, σ’ ένα απόκοσμο παραμύθι, μέρος ενός άλλου κόσμου, χώρου, πλανήτη.
Μια εικόνα με ένα αλλόκοτο ξύπνημα σε μια άλλη άκρη της γης.
Το χοτ-ντογκ
Και τότε σε μια παραλία της δυτικής Μαλαισίας ή μπορεί και στο νησί Πενάγκ με τα εξαιρετικά αποικιοκρατικά κτίρια της George town, φάγαμε το ωραιότερο street food της ζωής μου.
Ένα χοτ-ντογκ με καραμελωμένα κρεμμύδια, τζίντζερ, σόγια σος και λαχανικά περασμένα από το μαντέμι με την γεύση της ανατολής και την επιρροή της αμερικάνικης κουλτούρας.
Ένα φιούζον φτιαγμένο στο δρόμο της Μαλαισίας πριν ακόμα κανείς φανταστεί πως το 2018 τα stret food θα φτάσουν στην Αθήνα, ως το απόλυτο trend στη σύγχρονη γαστρονομία.
Επίλογος
Το τι έγινε στη συνέχεια είναι δύσκολο να σας πω.
Τα χειροποίητα μπατίκ που δεν αγοράσαμε από τους πάγκους, τα παζάρια όπου φάγαμε μαγειρευτά σε ανώγεια και κατώγια. Οι καβγάδες μας γιατί τα ταξίδια κουράζουν ακόμα κι όταν είναι αυτά που θα σου μείνουν για πάντα ανεξίτηλα στη μνήμη σου, το φευγιό από τη Μαλαισία και ο πηγαιμός στην Αυστραλία με τους Μιμηγιάννηδες, τα γλέντια, τα πάρτι και τα φαγοπότια είναι μια ολόκληρη ζωή και θέλω να τα ξαναθυμηθώ με τη Λίλα και τότε να σας τα γράψω.
ΧΟΤ-ΝΤΟΓΚ για έμπειρους ουρανίσκους
Καυτερό, νόστιμο, ασιατικό και φίνο.
Σοτάρουμε με βούτυρο μπόλικο κρεμμύδι μέχρι να καραμελώσει, προσθέτουμε τζίντζερ τριμμένο φρέσκο, 1 σκελίδα σκόρδο, μπόλικο φρέσκο κόλιανδρο, λίγη κόκκινη και λίγη πράσινη πιπεριά, 1 μικρή τσίλι, σόγια σος, μέλι. Φτιάχνουμε τη σος και αφού ψήσουμε ή βράσουμε το λουκάνικο, το βάζουμε στο ειδικό ψωμάκι και το περιχύνουμε με τη σος.