Όταν πήγα για πρώτη φορά στην χώρα των Βάσκων είχα την τύχη να με ξεναγήσει εκεί ο φίλος από καρδιάς, Μπιθέντε. Ισπανός – μαδριλένιος – σήμερα καθηγητής στην έδρα νεοελληνικών σπουδών που ο ίδιος ίδρυσε στη Μαλάγα. Το Σαν Σεμπάστιαν τότε ήταν ένας άγνωστος τόπος στην άκρη της Ευρώπης. Όταν πήγαινε κανείς Ισπανία ήθελε να δει Μαδρίτη, Βαρκελώνη, Σεβίλλη. Εγώ είχα inside information. Αρχές δεκαετίας του ‘80 η πρωτεύουσα των Βάσκων εξελισσόταν ήδη σαν ένας γαστρονομικός προορισμός.
Στην Πλατεία Συντάγματος καταλήξαμε μετά από δεκάδες σταθμούς αριστερά-δεξιά στα δρομάκια της πόλης, στα vinos y tapas (τα διάσημα πια κρασο-μεζεδοπωλεία) που είχαν εκλεκτό δικό τους κρασί της περιοχής, και συγκλονιστικά νόστιμους μεζέδες. Απλά μαγαζιά, υψηλής ποιότητας πρώτη ύλη, μεράκι, δημιουργική φαντασία με τοπικές γεύσεις.
Σήμερα το Σαν Σεμπάστιαν αποτελεί παγκόσμιο προορισμό για γαστρονομία. Έχει τα περισσότερα τριάστερα εστιατόρια της Ευρώπης μαζεμένα σε μια πόλη, που ζει κυρίως από τον τουρισμό της γαστρονομίας της.
Αυτά ονειρεύομαι για τη Λέσβο και μετά με λέτε ρομαντική!
Άγια νερά στη Φανερωμένη
Φέτος πήγα κι έφερα το νησί από την καλή και την ανάποδη.
Ξενάγησα και μαζί ξεναγήθηκα ξανά και ξανά σε υπέροχα μέρη της Λέσβου.
Τι μου έμειναν δυνατά στη μνήμη;
Εκτός από τα γνωστά και μη εξαιρετέα – που δεν θα τα αναφέρω ξανά – ο νους μου γυρνάει συνεχώς στην Φανερωμένη – την απόκοσμη παραλία του Σιγρίου – με τα παγωμένα τριζάτα νερά και εκείνη την αναζωογονητική βουτιά που η δροσιά της έμεινε στο πετσί μου 3 μέρες.
Η “Φωλιά του Κούκου” στα Τσόνια
Η εμμονή μου με το σωστά ψημένο χταπόδι και το καλοτηγανισμένο μπαρμπούνι μ’ έφερε στα Τσόνια.
Ο Κώστας Γκ., ο μοναδικός φίλος που εμπιστεύομαι στα θαλασσινά γαστρονομικά, μ’ έστειλε στη “Φωλιά του Κούκου”, για φαγητό. Εδώ επικρατεί το άριστο, το πάνφρεσκο, το απόλυτα νόστιμο και φροντισμένο φαγητό.
Φρέσκο ψάρι, σωστή φωτιά, απαλό αλεύρωμα, εξαιρετικό λάδι, καλό τίναγμα, αέρινο τηγάνισμα. Τα πιο καλοτηγανισμένα μπαρμπούνια του κόσμου. Το πιο κρουστό χταπόδι στα κάρβουνα με γεύση Αιγαίου Πελάγους. Λες να πέτυχα στην αλλαγή λαδιού γιατί ήταν τηγανισμένα χωρίς τηγάνι μου… φάνηκε.
Αξέχαστο και το λαδοτύρι σαγανάκι, το καλύτερο του νησιού. Και μόνο γι’ αυτό θα ξαναπάω. Συμφωνείς Βιολέτα;
Η πόλη
Η πόλη το φετινό καλοκαίρι είναι σαφώς παραμελημένη. Σκουπίδια παντού, ξένοι άνθρωποι τριγυρνάνε από δω κι από κει, δύσκολη αύρα, βαριά ανάσα, βλέμμα απελπισίας.
Κόρνες ακούγονται συνεχώς από τα βιαστικά αυτοκίνητα με τις σκονισμένες λαμαρίνες τους κι ας έχει γίνει η πόλη όλη τσιμέντο.
Το χειρότερο όλων οι εξατμίσεις των μηχανών
Παντού κράζουν, βουίζουν, κάνουν απίστευτο σαματά.
Στα καλντερίμια των χωριών, στην άσφαλτο της Βαρειάς, στο Κιόσκι, στο Βουναράκι, στη Σουράδα. Στην Αγιάσο προς το Σταυρί δεκάδες μηχανάκια “βανδάλιζαν” την ηρεμία του χωριού.
Καταστάσεις που θυμίζουν τα τριτοκοσμικά μέρη γιατί στα πολιτισμένα απαγορεύεται να έχεις τοποθετήσει τέτοιες εξατμίσεις στη μηχανή σου και να κάνεις θόρυβο.
Αλήθεια τι λέει ο νόμος εδώ σ’ αυτή τη χώρα και σ’ αυτή την πόλη;
Η Τροχαία δεν γράφει κανένα από δαύτους;
Και εγώ σε ποιον να απευθυνθώ που με αποσπούν οι άγριοι αυτοί θόρυβοι την ώρα που ακούω Casta Diva (https://www.youtube.com/watch?v=i0hCBPi1CQM).
Τυρένιες στο φούρνο (κυκλαδίτικες πίτες σαν πίτσες)
Υλικά
Για τη γέμιση
- 700 γρ. μυζήθρα
- 600 γρ. φέτα
- 3 κ.σ. γιαούρτι πρόβειο
- 3 αυγά
- αλάτι
Για το φύλλο
- 1 κιλό αλεύρι για όλες τις χρήσεις
- 2 φακελάκια ξερή μαγιά (18 γρ.)
- 1 κουτ. γλυκού αλάτι
- 800 ml χλιαρό νερό
Εκτέλεση
Σε ένα μπολ αναμειγνύουμε όλα τα υλικά της γέμισης, σκεπάζουμε με μεμβράνη και βάζουμε στο ψυγείο. Σε άλλο μπολ αναμειγνύουμε τα υλικά του φύλλου, ζυμώνουμε καλά ώσπου να ενωθούν και να έχουμε ένα σφιχτό ζυμάρι. Το αφήνουμε να φουσκώσει για περίπου 1 ώρα. Προθερμαίνουμε τον φούρνο στους 180° C στη λειτουργία του αέρα. Ανοίγουμε φύλλο, όπως για λεπτή πίτσα, περίπου 0,5 εκ., κόβουμε δίσκους και βάζουμε στο καθένα περίπου 2 κουταλιές γέμιση. Αφήνουμε περίπου ένα δάχτυλο περιθώριο γύρω-γύρω για να γυρίσουμε το φύλλο γύρω-γύρω 2-3 εκ., ίσα-ίσα να καλύψει τις άκρες της γέμισης. Ψήνουμε για περίπου 30 λεπτά, μέχρι να ροδίσει η επιφάνεια και να ψηθεί και από κάτω.