Είναι 43 ετών, από τον Πύργο Ηλείας και υπηρετεί στη Λέσβο από το 2009, ενώ στην αστυνομία εισήχθη το 1997. Ο απερχόμενος πρόεδρος της Ένωσης Αστυνομικών Υπαλλήλων, Βασίλης Ροδόπουλος, είναι ο πρώτος αστυνομικός πού κατάγεται από άλλη περιοχή της Ελλάδας και αναδείχθηκε στην προεδρία της Ένωσης Αστυνομικών Υπαλλήλων Νομού Λέσβου, διαδεχόμενος τον Δημήτρη Αλεξίου, καταφέρνοντας κατά τη θητεία του με χαμηλούς τόνους να ενώσει όλες τις πλευρές των αστυνομικών γύρω από την Ένωσή τους. Καθώς το συνδικαλιστικό όργανο εκπροσώπησης των αστυνομικών της Λέσβου και της Λήμνου προχωρά σε εκλογές για την ανάδειξη νέας διοίκησης μιλήσαμε με τον κ. Ροδόπουλο, ο οποίος δίνει την πρώτη του συνέντευξη στα Νέα της Λέσβου αναφερόμενος στα γενικότερα, αλλά και ειδικότερα θέματα του κλάδου του και η συνέντευξή του θα συζητηθεί, μια και μιλά για καταπάτηση των εργασιακών δικαιωμάτων των αστυνομικών της Λέσβου αναφερόμενος στην ηγεσία της τοπικής αστυνομίας.
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΟΝ ΣΤΡΑΤΗ ΣΑΜΙΩΤΗ
-Κύριε Ροδόπουλε, είστε ο πρώτος πρόεδρος στην Ένωση Αστυνομικών Υπαλλήλων που δεν κατάγεστε από τη Λέσβο και παρόλα αυτά βλέπουμε ότι ο συνδικαλιστικός φορέας εκπροσώπησης των αστυνομικών υπαλλήλων λειτούργησε σε αυτή τη θητεία με ενότητα και με καίριες παρεμβάσεις.
«Η εκπροσώπηση των συναδέλφων μου από την θέση του προέδρου, την οποία κατείχα τα τελευταία τρία χρόνια, αποτέλεσε για εμένα ιδιαίτερη τιμή. Η αγάπη μου για τον συνάδελφο και τον συνδικαλισμό, τα οποία έχω ως πυξίδα στην επαγγελματική μου ζωή, είχαν ως αποτέλεσμα οι συνάδελφοί μου να με εμπιστευτούν για τη θέση αυτή. Το γεγονός ότι είμαι ο πρώτος «ξένος» πρόεδρος – αν και πλέον νιώθω Μυτιληνιός καθώς ήδη διαμένω πάνω από δέκα χρόνια στο νησί – με τιμά ιδιαίτερα γιατί θεωρώ ότι μοναδικό κριτήριο για την εκλογή μου αποτέλεσε η συνδικαλιστική και επαγγελματική μου δράση. Από τα πρώτα χρόνια παρουσίας μου στη Μυτιλήνη, οι συνάδελφοί μου με επέλεξαν αρχικά να συμμετάσχω στο Διοικητικό Συμβούλιο της Ένωσής μας και μετέπειτα με εμπιστεύτηκαν για τη θέση του Προέδρου. Παρόλο που ήταν μία πολύ δύσκολη θητεία, λόγω εξαιρετικά δύσκολων και πρωτόγνωρων καταστάσεων που κληθήκαμε να αντιμετωπίσουμε τόσο σε τοπικό όσο και σε πανελλαδικό επίπεδο, καταφέραμε να έχουμε σταθερή και δυναμική παρουσία ακόμα και στο Δευτεροβάθμιο Όργανό μας, την Πανελλήνια Ομοσπονδία Αστυνομικών Υπαλλήλων (ΠΟΑΣΥ) και προσπαθήσαμε να είμαστε δίπλα σε κάθε συνάδελφο. Έχοντας άψογη συνεργασία με τις υπόλοιπες Ενώσεις του Αιγαίου (Χίου, Σάμου, Ρόδου, Κω) καταφέραμε από κοινού να αναδείξουμε τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε (μεταναστευτικό, μεταγωγές κ.ά.) και μέσω της Ομοσπονδίας μας να τα γνωστοποιήσουμε στη φυσική και πολιτική μας ηγεσία καταθέτοντας ταυτόχρονα και τις προτάσεις μας. Προ ημερών στις αρχαιρεσίες της Ομοσπονδίας μας, εκπροσωπώντας την Ένωσή μας εκλέχθηκα Πρόεδρος στην Επιτροπή Διοικητικών Θεμάτων της ΠΟΑΣΥ. Μία πολύ σημαντική εξέλιξη γιατί πέρα από το γεγονός ότι η Ένωση Αστυνομικών Υπαλλήλων Ν. Λέσβου αποκτά ακόμα πιο ενεργό ρόλο στα τεκταινόμενα της Ομοσπονδίας μας, έχει πλέον πιο άμεση δυνατότητα ανάδειξης των προβλημάτων που αντιμετωπίζουμε, επεξεργασίας αυτών και κατάθεσης προτάσεων για την επίλυσή τους».
-Ήταν μία δύσκολη θητεία, καθώς η τοπική αστυνομία βρέθηκε μπροστά σε μεγάλες προκλήσεις και λόγω του μεταναστευτικού. Πώς εκτιμάτε εσείς τη θέση της αστυνομίας σήμερα σε σχέση με το παρελθόν;
«Όπως προανέφερα, κατά τη διάρκεια της θητείας μας σαν Διοικητικό Συμβούλιο συνέβησαν πρωτόγνωρα γεγονότα, τα οποία δημιούργησαν εξαιρετικά δύσκολες καταστάσεις για τον Έλληνα αστυνομικό τόσο στη Λέσβο, όσο και στην υπόλοιπη Ελλάδα. Τα τελευταία χρόνια το νησί μας υποδέχθηκε πολύ μεγάλο αριθμό μεταναστών τον οποίο ήταν αδύνατον να διαχειριστεί και να φιλοξενήσει. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα όλη η τοπική κοινωνία και ειδικά οι αστυνομικοί της Λέσβου να επωμιστούμε τεράστιο βάρος, όχι μόνο για τα δεδομένα της Ελλάδας, αλλά ολόκληρης της Ευρώπης. Ουσιαστικά η Λέσβος, σαν κύρια πύλη εισόδου των μεταναστών από τα τούρκικα παράλια, αποτέλεσε ένα είδος πειράματος ή πιλοτικού προγράμματος αντιμετώπισης του μεταναστευτικού προβλήματος, το οποίο ταλανίζει όλη την Ευρώπη, καθώς κατά τη διάρκεια όλων αυτών των ετών λόγω έλλειψης εμπειρίας, εκπαίδευσης, κατάλληλων εγκαταστάσεων, αλλά και διαφορετικής προσέγγισης του προβλήματος από την εκάστοτε κυβέρνηση δημιούργησε πολλές φορές ένα μπερδεμένο πλαίσιο αντιμετώπισης του προβλήματος με συγκεχυμένες και αόριστες κατευθύνσεις. Καθ’ όλη τη διάρκεια της μεταναστευτικής κρίσης όλοι οι αστυνομικοί που υπηρετούμε στο νησί σχεδόν απ’ όλες τις Αστυνομικές Υπηρεσίες της Διευθύνσεώς μας εργάστηκαν όχι μόνο σε ένα «θολό» κι επικίνδυνο νομοθετικό πλαίσιο, αλλά και κάτω από αντίξοες και απαράδεκτες συνθήκες. Συνθήκες τις οποίες τις καταγγείλαμε και προσφύγαμε στη Δικαιοσύνη. Καταβάλλοντας τεράστια προσπάθεια και με μεγάλο κόστος στην ψυχολογία μας και στην οικογενειακή και κοινωνική μας ζωή, τελικά, καταφέραμε να ομαλοποιήσουμε την κατάσταση και να έχουμε τα αποτελέσματα που είναι πλέον ορατά σε όλους. Μία προσπάθεια που απέσπασε τα συγχαρητήρια από την φυσική και πολιτική μας ηγεσία αλλά και την τοπική κοινωνία. Αν σε όλη αυτή την προσπάθεια (αποτυχημένη απόπειρα δημιουργίας δομής στην Καράβα, πυρκαγιά στην Μόρια και μετεγκατάσταση των μεταναστών στη νέα δομή στο Μαυροβούνι) προστεθούν και οι πρωτόγνωρες συνθήκες που δημιουργήθηκαν από την πανδημία, αντιλαμβάνεστε σε τι πίεση συνεχίζουν να βρίσκονται μέχρι και σήμερα όλοι οι συνάδελφοί μας».
-Ποια είναι σήμερα τα προβλήματα του αστυνομικού;
«Θα ξεκινήσω με τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε σε τοπικό επίπεδο. Το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζει ο Λέσβιος αστυνομικός είναι η καταπάτηση των εργασιακών του δικαιωμάτων. Αυτό οφείλεται στην εσφαλμένη κατανομή του προσωπικού σε συνδυασμό με τις αυξημένες, έως και υπερβολικές πολλές φορές, απαιτήσεις της Διοίκησης από το προσωπικό, γεγονός που έχει δημιουργήσει μεγάλα προβλήματα, όπως η μη χορήγηση των δικαιούμενων ημερήσιων αναπαύσεων καθώς και η εργασία πέραν του προβλεπόμενου ωραρίου, με αποτέλεσμα τη σωματική και ψυχολογική μας εξάντληση. Επίσης θεωρώ απαράδεκτο να μην εκδίδεται εβδομαδιαίο πρόγραμμα υπηρεσίας, όπως προβλέπεται, αλλά να μαθαίνουμε πότε εργαζόμαστε την προηγούμενη μόλις ημέρα, ακόμα και για γεγονότα ή εκδηλώσεις οι οποίες είναι γνωστές στην Υπηρεσία μας καιρό πριν. Θα αναφερθώ επιγραμματικά στα κυριότερα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο κλάδος μας, που είναι η μη αναγνώριση έως τώρα της επικινδυνότητας του επαγγέλματός μας, η μη αποζημίωση όλων των νυχτερινών ωρών που εργαζόμαστε, καθώς και η μη απαλλαγή μας από τα δεκάδες πάρεργα που μας έχουν επιφορτίσει με αυτά οι επί σειρά ετών εναλλασσόμενες κυβερνήσεις, εμποδίζοντας με τον τρόπο αυτό την απρόσκοπτη αφοσίωση στην εκτέλεση του κύριου έργου μας και της αποστολής μας. Αντίθετα, μας επιφορτίζουν με εκατομμύρια ώρες απλήρωτης υπερεργασίας, ενώ παράλληλα δεν θα πρέπει να παραλείψουμε και το γεγονός της άδικης στοχοποίησής μας για μικροπολιτικούς σκοπούς, προσπαθώντας έτσι να «χτίσουν» στις δικές μας πλάτες το δικό τους άλλοθι για ευθύνες που είναι αποκλειστικά δικές τους. Ενώ το έργο που επιτελούμε ευρισκόμενοι σε όλα τα σημαντικά ζητήματα της Χώρας στην πρώτη γραμμή, τυγχάνει καθολικής αναγνώρισης από την κοινωνία, η επιβράβευση από την πολιτεία περιορίζεται σε λόγια τα οποία δεν γίνονται πράξη».
-Σε σχέση με το παρελθόν εκτιμάτε ότι έχει αυξηθεί η εγκληματικότητα και, αν ναι, είστε ικανοποιημένος από την ενίσχυση της αστυνομίας;
«Τα τελευταία χρόνια, συγκριτικά με το παρελθόν, λόγω πολλών παραγόντων που δεν είναι της παρούσης να αναλύσουμε, η εγκληματικότητα στη χώρα μας έχει παρουσιάσει ραγδαία αύξηση. Αυτό κάνει ακόμα πιο επιτακτική την ανάγκη για τον εκσυγχρονισμό της Ελληνικής Αστυνομίας σε όλα τα επίπεδα. Τα πάρεργα με τα οποία έχει επωμιστεί όλα αυτά τα χρόνια το Σώμα της ΕΛ.ΑΣ και η αυξημένη γραφειοκρατία, όχι μόνο αποπροσανατολίζουν τον Έλληνα αστυνομικό από το πραγματικό του καθήκον, αλλά στερούν και από την ελληνική κοινωνία πολλούς αστυνομικούς που θα έπρεπε να βρίσκονται σε μάχιμες Υπηρεσίες. Κατά την προσωπική μου άποψη καθοριστικό ρόλο παίζει και η μεγάλη μείωση του αριθμού νεοεισερχόμενων συναδέλφων στο Σώμα, μέσω των σχολών της Αστυνομικής Ακαδημίας».
-Ποιες είναι οι σχέσεις της Ένωσης Αστυνομικών Υπαλλήλων με την ηγεσία της αστυνομίας σε τοπικό, αλλά και περιφερειακό επίπεδο;
«Δυστυχώς δεν είναι στο επίπεδο που επιθυμούμε και αυτό οφείλεται αποκλειστικά στις συμπεριφορές που εκδηλώνει η τοπική ηγεσία προς τους συναδέλφους που εκπροσωπούμε. Η Ένωσή μας όχι μόνο έχει καταγγείλει για όλα αυτά την ηγεσία μας, αλλά έχει προσφύγει και στη Δικαιοσύνη για τις καταπατήσεις των εργασιακών δικαιωμάτων των μελών μας. Καταπατήσεις που συνεχίζουν να συμβαίνουν από την πλευρά της Διοίκησης, παρά την ομαλοποίηση της κατάστασης, γεγονός που ενισχύει την άποψή μας ότι η τοπική Διοίκηση μας αντιμετωπίζει σαν αριθμούς και όχι σαν ανθρώπινους οργανισμούς με όρια και αντοχές».
-Ποιο είναι αυτό που πέτυχε ο συνδικαλιστικός σας φορέας κατά τη θητεία που εκπνέει και το ξεχωρίζετε μέσα σε όλα τα άλλα;
«Παρόλες τις αυξημένες απαιτήσεις που παρουσιάστηκαν κατά τη διάρκεια της θητείας μας η Ένωσή μας πάντα στάθηκε στο ύψος της και στο πλευρό των συναδέλφων μας, ακόμα και για προσωπικά προβλήματα που προέκυψαν σε πολλούς και δεν γνωστοποιήθηκαν για ευνόητους λόγους. Από την πρώτη στιγμή καταγγείλαμε κάθε καταπάτηση των εργασιακών δικαιωμάτων των συναδέλφων μας. Καταφέραμε να εξασφαλίσουμε μεγάλες χορηγίες για τα μέλη μας, τόσο από ιδιώτες όσο και από φορείς. Διεκδικήσαμε ομαδικά αγωγές και καταφέραμε να δικαιωθούν συνάδελφοί μας από δικαστικές υποθέσεις περασμένων ετών. Καταφέραμε να παρέχουμε νομική κάλυψη σε όλα τα μέλη μας. Δημιουργήσαμε τράπεζα αίματος της Ένωσης για την εξυπηρέτηση των αναγκών των συναδέλφων μας και των οικογενειών μας. Εκδηλώσαμε καίριες παρεμβάσεις με υποβολή συγκεκριμένων προτάσεων στην Ομοσπονδία μας και με τη συνδρομή μας κατοχυρώσαμε το επίδομα παραμεθορίου και βελτιωτικές αλλαγές στο νομοσχέδιο για τις μεταγωγές κρατουμένων και ασθενών σε ψυχιατρικά ιδρύματα. Ένα από τα σημαντικότερα επιτεύγματα του απερχόμενου Διοικητικού Συμβουλίου της Ένωσής μας είναι η ενότητα. Σε όλη τη διάρκεια της θητείας μας σχεδόν οι αποφάσεις μας ήταν ομόφωνες. Το κλίμα ενότητας που δημιουργήθηκε και καλλιεργήθηκε επί της δικής μας Διοικήσεως ήταν αυτό που οδήγησε στο γεγονός ότι για πρώτη φορά, μετά από πολλά χρόνια, στις εκλογές της Παρασκευής 26/11/2021 δεν θα υπάρχουν παρατάξεις, αλλά ένα ενιαίο ψηφοδέλτιο. Η κάθοδος της Ένωσής μας σε εκλογές με ένα ενιαίο ψηφοδέλτιο αποτελούσε πάντα προσωπικό μου όραμα, που τώρα πραγματώθηκε, ικανοποιώντας έτσι τη μεγάλη πλειοψηφία των συναδέλφων μας, αφού έτσι φέραμε την ενότητα στην πράξη και όχι στα λόγια».
– Τέλος, τι θα λέγατε ως απερχόμενος Πρόεδρος στους αστυνομικούς που θα κληθούν την Παρασκευή να εκλέξουν τη νέα διοίκηση που θα τους εκπροσωπήσει για τα επόμενα χρόνια.
«Ως απερχόμενος Πρόεδρος θα ήθελα κύριε Σαμιώτη να ευχαριστήσω όλες τις συναδέλφισσες και τους συναδέλφους μου που με εμπιστεύτηκαν με την ψήφο τους και με ανέδειξαν στη θέση του Προέδρου, καθώς και όλους τους συνεργάτες μου αυτά τα τρία χρόνια. Θα είμαι πάλι υποψήφιος για τη θέση του Προέδρου γιατί αγαπάω το συνδικαλισμό και θεωρώ ότι ακόμα μπορώ και θέλω να προσφέρω πολλά. Ζητώ από τις συναδέλφισσες και τους συναδέλφους μου για μία ακόμη φορά να ανανεώσουν μέσω της ψήφου τους την εμπιστοσύνη στο πρόσωπό μου, διαβεβαιώνοντάς τους από καρδιάς ότι θα συνεχίσω να καταβάλω κάθε προσπάθεια για να στέκομαι αντάξιος της εμπιστοσύνης τους. Εύχομαι καλή επιτυχία στους συνυποψηφίους μου και καλώ όλους τους συναδέλφους μου σε μαζική συμμετοχή στις εκλογές για την όσο το δυνατόν καλύτερη και πιο αντιπροσωπευτική εκπροσώπησή τους. Οι εκλογές άλλωστε αυτές αποτελούν την ύψιστη έκφραση της δημοκρατίας».
-Σας ευχαριστώ για τη συνέντευξη που μας παραχωρήσατε.
«Και εγώ για τη δυνατότητα να ενημερώσουμε την τοπική κοινωνία για τα θέματα του κλάδου μας».