Με την ευκαιρία της επετείου των Ελευθερίων της Λέσβου, ο κ. Παναγιώτης Βερναρδάκης μας έστειλε ένα άρθρο του πατέρα του, Δημητρίου Γρηγ. Βερναρδάκη (1890-1973), με τίτλο «Χαίρε Λέσβος»1), μαζί με φωτογραφικό υλικό από την απελευθέρωση του νησιού από τους Τούρκους.
Ο Δημ. Γρ. Βερναρδάκης, φιλόλογος και ποιητής (ομώνυμος ανιψιός του σοφού Δημ. Ν. Βερναρδάκη), που έζησε από κοντά την απελευθέρωση, μας ταξιδεύει με το άρθρο του αυτό νοερά 110 χρόνια στο παρελθόν, δίνοντάς μας την ηρωική εικόνα του πατριωτισμού και του εθνικού παλμού των ημερών εκείνων.
Αλλά τι είχε προηγηθεί;
Με τα πρωτοβρόχια του 1912 ήλθε και η άνοιξη στο νησί… Οι Λέσβιοι πίστεψαν, και δεν απογοητεύτηκαν, στο νέο κυβερνήτη της Ελλάδος, Ελευθέριο Βενιζέλο, ότι θα τους λυτρώσει από τη βάρβαρη τουρκική κατοχή. Όταν στη γιορτή τού πολιούχου της απελευθερώνει ο ελληνικός στρατός την πρωτεύουσα της Μακεδονίας, ολόκληρη η Λέσβος βρισκόταν σε εγρήγορση γιατί διαισθανόταν ότι η ώρα της λευτεριάς πλησίαζε…
Τα ξημερώματα της 8ης Νοεμβρίου 1912 διαδόθηκε για άλλη μια φορά ότι ο ελληνικός στόλος μπήκε στα λεσβιακά νερά. Το πρωί της άγιας αυτής μέρας ο στόλος του Αιγαίου, αποτελούμενος από τα θωρηκτά «Γ. Αβέρωφ» (με το ναύαρχο Παύλο Κουντουριώτη), «Σπέτσαι», «Ύδρα» και «Ψαρά», τα αντιτορπιλικά «Ιέραξ», «Νίκη» και «Ασπίς», δύο τορπιλοβόλα και άλλα βοηθητικά πολεμικά, βρίσκεται μπροστά στη Μυτιλήνη…
Το τι επακολούθησε δεν περιγράφεται: Οι δρόμοι της Μυτιλήνης ξεχειλίζουν από τους Έλληνες της πόλης που βαδίζουν προς τα Τσαμάκια, το λιμάνι, το Κιόσκι. Από το θωρηκτό Αβέρωφ ακούγεται το εμβατήριο «Μαύρη είναι η νύχτα στα βουνά..». Το πλήθος ξεσπάει σε παραλήρημα χαράς και ενθουσιασμού.
Η λευτεριά είναι μπροστά στα μάτια τους και η αναρτημένη γαλανόλευκη κυματίζει περήφανα στην προκυμαία, το δημοτικό κήπο, τα σπίτια των Ελλήνων χριστιανών, που φιλούν ο ένας τον άλλο, και από παντού ακούγονται καμπανοκρουσίες και «Χριστός Ανέστη»…
Παν. Δ. Βερναρδάκης [email protected]
1912: Ένα εθνικό ορόσημο στην Ιστορία της Νεωτέρας Ελλάδος. Και θα θυμούμαστε πάντα με ρίγη συγκινήσεως τις εξαίσιες κείνες ώρες της εθνικής αναδημιουργίας, που η Ελλάδα ανεδείχθη ηρωική και μεγάλη. Την ιερότητα, την αγνότητα και την έξαρση της πρώτης πολεμικής εξεγέρσεως του ηνωμένου έθνους, που ωρμούσε ακάθεκτο προς κατάκτηση των πεπρωμένων του, την αναπολεί σήμερα κάθε ελληνική ψυχή.
Ο Στρατός ξεκινά για το μέτωπο. Τα κίτρινα και τα γαλάζια λοφία ανεμίζονται περήφανα. Ένας ρυθμικός καλπασμός αφυπνίζει ένδοξες εποποιίες. Πρόσωπα ροδαλά και κορμιά ατσαλένια, έτοιμα να αντιμετωπίσουν ανεμοζάλες και δυνατές τρικυμίες. Ένα απροσμάχητο κινούμενο τείχος. Και το βαρύ κύλισμα των τηλεβόλων κλείνει τη φαντασμαγορική σκηνή. Κι ύστερα μια θύελλα ενθουσιασμού. Το ξεχείλισμα του πατριωτισμού πάνω στους δυνατώτερους εθνικούς παλμούς.
Περνούσε η Ελλάδα!
Πάνω σ᾿ ένα λευκό σύννεφο, που καθώς προχωρούσε γινόταν ομορφιά, κύμα λεβεντιάς, ελληνικό όνειρο, εθνικός θρύλος, Ρούμελη, εποποιία, ηρωισμός, Μακεδονία, Θράκη, ελληνικό καράβι, ελληνικά νησιά.
Το ιστορικόν Ιωβηλαίον των Ελευθερίων της Λέσβου ξυπνά σήμερα την ανάμνηση ενός ηρώου, μέσα στο οποίον η ελληνική συνείδηση και η εθνική Ιστορία έχει τοποθετήση μορφές-σύμβολα εθνικά, μορφές-σύμβολα γενναιότητος, παλικαριάς, αυτοθυσίας, πατριωτικού αλτρουισμού.
Κατά τον αιώνα, που ακολούθησε την Ελληνική Επανάσταση, το Έθνος απέδειξε αρετές ζωτικότητος, που δικαίωσαν τις ελπίδες των Αγωνιστών του ‘21. Οι Έλληνες, είτε συγκεντρωμένοι στο μικρό ακόμα κρατίδιο της Ελλάδος, είτε σκλάβοι υπό το βαρύ πέλμα του κατακτητή, είτε σκορπισμένοι σε όλες τις ηπείρους, εργάστηκαν, έδρασαν και δημιούργησαν.
Επί ένα ολόκληρο αιώνα, όλες οι σκέψεις των Ελλήνων κι όλη η δραστηριότης των αφιερώθη στη Μεγάλη Ιδέα, την οποία μπορούσε να πλάση και να ενστερνισθή μονάχα ένας λαός, με μεγάλη ψυχή και με ισχυρά ζώπυρα πατριωτισμού. Ένας λαός άξιος των θυσιών, που προσέφεραν οι πρόγονοί του, ικανός να διεκδικήση ένα ανώτερο ιστορικό προορισμό, τον προορισμό της συνεχίσεως μιας Ιστορίας τριών χιλιάδων ετών, τον προορισμό της πραγματοποιήσεως του τρίτου ελληνικού θαύματος.
Και όταν επέστη η μεγάλη στιγμή, όταν το Ελληνικόν Κράτος εστάθη αντάξιον του Έθνους, όταν η άλκιμη ελληνική Νεότης ενεπνεύσθη από το πρόσταγμα ενός μεγάλου Στρατηλάτη, που εκπροσωπούσε την ιδέα της εθνικής ενότητος και το όνομά Του οιστρηλατούσε ολόκληρο τον Ελληνισμό – όταν ο ελληνικός λαός ενεπιστεύθη τας τύχας του, ενεπιστεύθη τα όσια και τα ιερά του εις τον μεγαλοφυέστερον πολιτικόν άνδρα της Νεωτέρας Ελλάδος, του οποίου το σθένος είχε σφυρηλατηθή εις τους επικούς αγώνας της ηρωικής Κρήτης, τότε η Ελλάδα ηνωμένη πραγματοποίησε μεγαλειώδεις εξορμήσεις, αντάξιες της θρυλικής εξορμήσεως του ‘21.
Κι ακούγεται μυριόλαλη της Λευτεριάς η ρίμα
Στα Ρουμελιώτικα βουνά, στις Ολυμπίσιες ράχες,
Ολούθε, μες στα πέλαγα, που οργώνουν τα καράβια,
Στ᾿ αδερφωμένα των Νησιών ζωγραφιστά ακρογιάλια.
Ένα περήφανο χέρι σήκωσε την καταπακτή της λησμοσύνης κι ανεπήδησαν τ᾿ αθάνατα πρότυπα, για να μας φρονηματίσουν. Από τον μακροχρόνιο λήθαργο ξεπήδησαν οι λεοντόκαρδοι πολεμιστές κι από την τέφρα των προγόνων άρχισε να κοχλάζη το ηφαίστειο του πατριωτισμού. Αιώνιο φως ξεχύνεται από τους τάφους των ηρώων και η βουλή του Παντοδυνάμου, σα σπαθί ξεγυμνωμένο, ανοίγει το δρόμο προς τη Νίκη και προς το Θρίαμβο. Κι απ᾿ τα ουράνια, των Αθανάτων οι ήσκιοι «κρατούν ψηλά τα φλάμπουρα, ψηλά και τα ξεφτέρια». Καινούργιοι παιάνες καλούν τους Έλληνας στον αγώνα. Κι ο Όλυμπος ξεπροβάλλει πάλι, με την παλιά του δόξα. Και στην ψηλότερη κορφή του, σα λάβαρο μιας καινούργιας Σταυροφορίας, κυματίζει η γαλανόλευκη και σκεπάζει με τις πτυχές της τις ξακουσμένες ελληνικές χώρες της Ηπείρου, της Μακεδονίας και της Θράκης.
Την ατέλειωτη Νύχτα της σκλαβιάς διαδέχεται ο φεγγοβόλος Ήλιος της ελευθερίας, ο μαγεμένος ελληνικός Ήλιος. Και ο θρησκευόμενος Στρατός ανδρίζεται προς νέους αγώνας, σκορπίζοντας παντού τα στίφη των εχθρών. Μια χρυσαυγή μαντεύεται πέρα στο πέλαγος και οι αύρες οι ολόδροσες του γαλανού Αιγαίου καλούν νοσταλγικά τους ατρομήτους Ναυμάχους.
Και τα καράβια μας – γοργόφτερα πουλιά – αρμενίζουν για το ονειρεμένο Νησί της Αγάπης. Τριγύρω τους όλα τ᾿ ακρογιάλια ανιστορούν περασμένες δόξες του Κανάρη, του Μιαούλη, του Παπανικολή. Και οι χρυσοί θόλοι τ᾿ ουρανού ανοίγουν και βγαίνουν από τα Ηλύσια Περιβόλια στρατιές αγγελικές και αστραποβόλοι Στρατοί Ασωμάτων:
Αιθέρια Αρμονία· Κι ακούς τ᾿ αστέρια να λαλούν,
Τα Χερουβείμ ν᾿ αντιλαλούν
Στη μαγική του Σύμπαντος απέραντη Εκκλησία.
Και με το γλυκοχάραμα, η θάλασσα λάμπει κι αποχρυσώνεται το κύμα. Κι ανοίγουν οι ουρανοί των οραμάτων, για να κατεβούν, καβάλλα στ᾿ άλογά τους οι Τροπαιοφόροι. Του Πεπρωμένου η θεία πνοή, σαν κάποια αόρατη δύναμη, κυριαρχεί παντού. Και το πολεμιστήριον σάλπισμα – ανάερος κελαδησμός – αντηχεί ως την κορφή του Λεσβιακού Ολύμπου:
Πύρωσε νέε, στου Λυτρωτή το αίμα, την καρδιά σου.
Πιάσ᾿ το Σταυρό, ξεφώνησε τραγούδια του πολέμου.
Και νάν᾿ ο λόγος σου βροντή, να ν᾿ αστραπή η φωνή σου,
Σ᾿ όλες ν᾿ ανάψης τις καρδιές ελευθεριάς λαχτάρα.
Και σαν αντίλαλος από τα βάθη των αιώνων:
«Ξεχύνεται μες᾿ στ᾿ άπειρο ο γλυκός αχός μιας λύρας Αιολικής, που χάιδεψαν τα δάχτυλα της Ψάπφας».2)
Ξύπνησε, στολισμένη με ροδοπέταλα η Αυγή, που την τραγούδησε μυστικά, με αγωνιώδη προσμονή, η λεσβιακή ψυχή. Και σαν γλυκονανούρισμα ευώδιασε την ψυχή μας η μελωδία κάποιας υπερκόσμιας μουσικής, κάτι σαν ύμνος Αρχαγγέλων, που μες στην άγια τους γιορτή σάλπιζαν θριαμβικά του Λυτρωμού το μήνυμα.
Όραμα μαγευτικό η θωριά της θάλασσας, που καθρεφτίζονται μέσα της τα καμάρια του Στόλου μας. Ηλιογραμμένα αστράφτουνε της δόξας τα σημάδια στην πλώρη του μεγάλου καραβιού. Και στη γέφυρά του, Γίγαντας εκδικητής, ο Υδραίος Ναύαρχος, στέκεται ατάραχος κι αναπολώντας τα ξακουσμένα ανδραγαθήματα των προγόνων του, βυθίζει νοσταλγικά το βλέμμα του προς τον Ελλήσποντο, που σε λίγο ανύψωσε στ᾿ αγριωπά κύματα της Έλλης ένα λαμπρότατο τρόπαιο ελληνικού θριάμβου.
Μεσουρανεί ο ήλιος στο μεσουράνημα της ελληνικής αλκής και οι λεβέντες ξεκινούν απ᾿ τα καράβια προς τη λεσβιακή γη. Και υψώθησαν σ᾿ ένα υπέροχο κι άγιο θυμίαμα οι μυστικοί παλμοί του λεσβιακού λαού και οι ψυχές, που διήρχοντο παγερό χειμώνα, εθερμάνθησαν στο ιερό πυρ του ακαταλύτου ελληνικού βωμού, που τον ανεστύλωσε η πίστη και τον ανεζωπύρησε η φιλοπατρία. Ο ενθουσιασμός είχε μετουσιωθή σε παραλήρημα και η χαρά ξεχειλούσε παντού. Ο αναστάσιμος χαιρετισμός είχε συναρπάση τα πλήθη. Βρέθηκαν άνθρωποι, που μαγεμένοι από τη ζείδωρη πνοή της λευτεριάς, δεν είχαν αισθανθή την ανάγκη της τροφής.
Η αγάπη της λευτεριάς είνε πιο μεγάλη από την αγάπη της ζωής. Αυτή είνε η λαμπάδα, που φωτίζει όλες μας τις ελπίδες. Η λευτεριά είνε συνυφασμένη με το χαρακτήρα της φυλής μας. Όταν οι Αθηναίοι πήγαιναν στη Σαλαμίνα, δεν ήξαιραν, αν θα νικήσουν, είχαν όμως την απόφαση ή να νικήσουν και να ζήσουν ελεύθεροι ή να πεθάνουν. Αυτό το αίσθημα συνήρπασε πάντα το έθνος σε μια ασύγκριτη ηρωική μέθη. Αυτό ωδήγησε το έθνος να γράψη τις λαμπρότερες σελίδες της ιστορικής σταδιοδρομίας του.
Άνω σχώμεν τας καρδίας!
Το Ιωβηλαίον των Ελευθερίων της Λέσβου συμπίπτει με την ιστορική επέτειο των Βαλκανικών πολέμων. Στα ιερά χώματα της ελληνικής γης, που σφραγίστηκαν με τα βήματα των θεών και των ημιθέων, εκεί, η Μεγάλη Ελλάδα έζησε τα υψηλότερα ιδανικά της. Και το τρίτο θαύμα συνετελέσθη! Μέσα στην αγωνιώδη διαδρομή των αιώνων, το ελληνικό έθνος κατώρθωσε να διατηρήση ανόθευτο το φυλετικό χαρακτήρα του, γιατί κρύβει στον κόρφο του κάποιο βαρύτιμο φυλακτό της Μοίρας: Τη χριστιανική διδασκαλία, που κατεβαίνει από το Όρος των Ελαιών και την ελληνική γλώσσα, που ακούγεται από τον Ελικώνα. Αυτά είνε τα γνωρίσματα της ευγενείας του και τα μυστικά τού μεγαλείου του.
Δημ. Γρηγ. Βερναρδάκης
- Το κείμενο του άρθρου «ΧΑΙΡΕ ΛΕΣΒΟΣ» του Δημ. Γρηγ. Βερναρδάκη διασκευάστηκε σε μονοτονικό, κατά τα άλλα παρέμεινε αναλλοίωτο σχετικά με γλώσσα, σύνταξη και ορθογραφία. Τα τετράστιχα είναι επίσης του πατέρα μου.
- Δύο στίχοι του Ορατίου σε μετάφραση του πατέρα μου.