Έγινε το πρώτο βήμα για την σύνταξη Αντιπυρικού Σχεδίου για το Νομό Λέσβου με την παρουσίαση της προμελέτης, που διεξήχθη την Παρασκευή, στην αίθουσα συνεδρίων του Επιμελητηρίου. Η παρουσίαση έγινε από τον Διευθυντή Δασών Λέσβου, Φώτη Κράλλη και τον εκπρόσωπο της εταιρείας “ΥΛΗ – Διαχείριση και Προστασία Περιβάλλοντος” που εκπόνησε την προμελέτη, Έκτορα Αποστολίδη, ενώ μεταξύ άλλων παραβρέθηκαν ο Δήμαρχος Μυτιλήνης, Παναγιώτης Χριστόφας, ο Αντιδήμαρχος Πολιτικής Προστασίας, Νίκος Καρασάββας, ο Συντονιστής Πολιτικής Προστασίας της Περιφέρειας, Λευτέρης Παπαϊωάννου, ο Περιφερειακός Διοικητής της Πυροσβεστικής, Παναγιώτης Κυπριωτέλλης, ο Διοικητής Νομού Λέσβου της Π.Υ. Παναγιώτης Μπιμπούδης, καθώς και εκπρόσωποι Εθελοντικών Σωματείων.
Όπως ανέφερε ο Διευθυντής Δασών, σύμφωνα με όλες τις εκτιμήσεις ένα ποσοστό της τάξης του 6% των ευρωπαϊκών δασών κατ’ έτος υφίσταται συνέπειες συνδεόμενες με την κλιματική αλλαγή. Σημαντικό μέρος αυτών συντελείται στη Μεσογειακή λεκάνη και εκφράζεται ως νεκρώσεις δένδρων, μείωση της ζωτικότητας πληθυσμών ως αποτέλεσμα καταπόνησης από την ξηρασία, αλλαγές στη γενετική συγκρότηση των πληθυσμών δασικών ειδών, αύξηση προσβολών από έντομα (και αλλαγές σε ένταση και εποχικότητα δασικών πυρκαγιών). «Το ερώτημα που προκύπτει είναι κατά πόσον τα δασικά οικοσυστήματα της Ευρώπης, της Μεσογείου και της Ελλάδας είναι ανθεκτικά στην κλιματική αλλαγή, δηλαδή με άλλα λόγια αν μπορούν να απορροφήσουν τις αλλαγές στο εδραιωμένο κλιματικό πρότυπο υπό το οποίο έχουν εξελιχθεί. Το πρόβλημα είναι εξαιρετικά σύνθετο καθώς η αναμενόμενη αύξηση τόσο της έντασης όσο και της συχνότητας ακραίων καιρικών φαινομένων και διαταραχών, θέτει όρια στη δυνατότητα προσαρμογής των δασικών οικοσυστημάτων», επεσήμανε μεταξύ άλλων ο κ. Κράλλης.
Παίρνοντας το λόγο ο εκπρόσωπος της εταιρείας “ΥΛΗ” σημείωσε ότι οι μεγάλες πυρκαγιές που σημειώθηκαν στη λεκάνη της Μεσογείου κατά την τελευταία δεκαετία δεν σχετίζονταν μόνο με εξαιρετικά ζεστό και ξηρό καιρό, αλλά και με θετικές ανωμαλίες κατά την προηγούμενη υγρή περίοδο που ευνόησε την ανάπτυξη των φυτών και τη συσσώρευση της καύσιμης ύλης. Σε ό,τι αφορά τα δάση τραχείας πεύκης της Λέσβου, ο κ. Αποστολίδης επεσήμανε ότι δεν τα διαχειρίζονται τις τελευταίες δεκαετίες, ενώ δραστηριότητες και επαγγέλματα που είχαν σχέση με το δάσος, όπως η ρητίνευση, έχουν εγκαταλειφθεί σχεδόν μισό αιώνα πριν.
Επιπλέον οι περισσότερες διαχειριστικές μελέτες που είχαν συνταχθεί για τα δάση του νησιού έχουν λήξει εδώ και χρόνια. Σε ισχύ βρίσκονται οι διαχειριστικές για το διακατεχόμενο δάσος της Αχλαδερής και το ιδιωτικό δάσος Χαλή – Πλάτη και Φυράνες. «Για τον λόγο αυτό προτείνεται η σύνταξη νέων διαχειριστικών μελετών για τα μεγαλύτερα συμπλέγματα του νησιού. Όσο σημαντικό είναι όμως να συνταχθούν οι νέες μελέτες, περισσότερο σημαντικό είναι να εξασφαλιστεί από την Διοίκηση ότι αυτές θα εφαρμοστούν», υπογράμμισε ο κ. Αποστολίδης και παρουσίασε τις διαχειριστικές μελέτες που προτείνονται να συνταχθούν κατ’ ελάχιστο για τα εξής δασικά συμπλέγματα: Δημοτικό Δάσος Αμπελικού, Δημοτικό Δάσος Βασιλικών, Ιδιωτικό Δάσος Βάστριας, Συνιδιόκτητο Δάσος Βουβαρίου, Δημοτικό Δάσος Παρακοίλων, Δημόσιο Δάσος Πασπαλά, Δημόσιο Δάσος Κρατήγου, Δημοτικό Δάσος Μεγάλης Λίμνης, Δημοτικό Δάσος Πτερούντας και Δημοτικό Δάσος Ριζώνα.
Σε δάση τραχείας πεύκης οι χειρισμοί αφορούν καθαρισμούς στην υποβλάστηση, κλαδεύσεις των δέντρων και αραιώσεις αυτών. Η απομάκρυνση της υποβλάστησης πρέπει να γίνει με τέτοιο τρόπο που θα διασπαστεί η συνέχειά της, αλλά δεν πρέπει να είναι ολική, αφού, σε μια τέτοια περίπτωση, θα υπάρξουν αρνητικά αποτελέσματα στην αισθητική του χώρου, ενώ αυξάνεται ο κίνδυνος διάβρωσης του εδάφους χωρίς να επιτυγχάνεται κάτι ιδιαίτερο στο ζήτημα της δασοπροστασίας.
Εκτός από την βλάστηση του υπορόφου θα πρέπει να απομακρύνονται ξερά κατακείμενα ή ιστάμενα δέντρα καθώς και αυτά που έχουν προσβληθεί από ασθένειες ή έντομα. Σε ό,τι αφορά τις κλαδεύσεις δέντρων, αυτές γίνονται μέχρι το ύψος των 3 μέτρων από την επιφάνεια του εδάφους, ή στο 1/3 του ύψους, για δέντρα κάτω των 8 μ.. Τελική επιδίωξη είναι η βελτίωση της κατακόρυφης πυρασφαλιστικής δομής των συστάδων. Κατά την εκτέλεση των κλαδεύσεων κόπτονται και απομακρύνονται όλα τα ξερά και ζωντανά κλαδιά μέχρι το καθορισμένο ύψος.