Μια μέρα τον καταστροφικό σεισμό στη Λέσβο με τη Βρίσα να μετράει τις πληγές της, οι απόψεις των ειδικών διίστανται όσον αφορά την ερμηνεία του φαινομένου, όπως επίσης και οι προβλέψεις. Κόντρα σε δηλώσεις ειδικών που ακόμη και χθες τόνιζαν στα κεντρικά δελτία ότι δεν έχει απομακρυνθεί ο κίνδυνος νέου μεγάλου σεισμού – ενισχύοντας την αγωνία των κατοίκων του νησιού – ο γεωλόγος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αιγαίου Νίκος Ζούρος, με βάση τη σεισμική ακολουθία, είναι καθησυχαστικός. Αναφέρει ότι είναι πιθανό να συμβεί ένας μεγάλος μετασεισμός μέχρι 5 Ρίχτερ, θεωρεί όμως ότι η σεισμική ακολουθία δείχνει ότι το φαινόμενο οδηγείται σε εκτόνωση.
Μιλώντας στα “Νέα της Λέσβου” ο καθηγητής κ. Ζούρος παρουσιάζει τα στοιχεία που συγκεντρώνει από την πρώτη στιγμή η ερευνητική ομάδα του Πανεπιστημίου Αιγαίου στην οποία συμμετέχει, μελετώντας τη σεισμική δραστηριότητα και τα στοιχεία που καταγράφονται, αμέσως μετά τον ισχυρό σεισμό των 6,1 Ρίχτερ.
Ο κ. Ζούρος βρέθηκε την ημέρα του ισχυρού σεισμού να φιλοξενεί τον εκπρόσωπο του Παγκόσμιου Οργανισμού Τουρισμού, καθώς και 70 εκπροσώπους από 45 χώρες σε μια εκδήλωση που οργανώθηκε με επίκεντρο το γεωπάρκο, με στόχο τη στήριξη του τουρισμού. Παρότι το επιστημονικό ενδιαφέρον από την πρώτη στιγμή στράφηκε στον καταστροφικό σεισμό, ο ίδιος χρειάσθηκε να παραμείνει και να πραγματοποιήσει την εκδήλωση που είχε προγραμματισθεί το απόγευμα της ίδιας ημέρας στο Επιμελητήριο, με σκοπό να μην δημιουργηθεί πανικός και αρνητικές εντυπώσεις που θα είχαν επίπτωση στην προσπάθεια για τον τουρισμό.
“Δίδυμος” σεισμός το 1845!
Με τα ΜΜΕ να βομβαρδίζουν από την πρώτη στιγμή με δηλώσεις και προβλέψεις για το σεισμό, ο καθηγητής Νίκος Ζούρος ο οποίος επισκέφθηκε χθες το πρωί τις πληγείσες περιοχές, με βάση τα στοιχεία που καταγράφει ο σεισμολογικός σταθμός του Σιγρίου, είπε στα “Νέα της Λέσβου”: «Ο σεισμός της 12ης Ιουνίου ενεργοποίησε τη ζώνη ρηγμάτων της Νότιας Λέσβου, νότια του Πλωμαρίου. Τόσο το μέγεθος του σεισμού όσο και η σεισμική ακολουθία ταυτίζεται με τον ισχυρό σεισμό και τη σεισμική ακολουθία που είχε συμβεί στην ίδια ακριβώς περιοχή το 1845 με τις ίδιες ζημιές και με ένα ανθρώπινο θύμα».
Ο ίδιος τονίζει ότι «όλες οι ενδείξεις κλίνουν πλέον στο ότι ο σεισμός των 6,1 Ρίχτερ ήταν ο κύριος σεισμός, καθώς η σεισμική δραστηριότητα που ακολούθησε – και βέβαια συνεχίζεται – είναι αναμενόμενη».
Σχολιάζοντας τις δηλώσεις – προβλέψεις για ακόμη πιο ισχυρό σεισμό ο καθηγητής κ. Ζούρος σημειώνει ότι «ο κόσμος θα πρέπει να ενημερώνεται από ειδικούς που μελετούν το φαινόμενο και όχι από φήμες. Η μελέτη του φαινομένου απαιτεί συλλογή στοιχείων».
Και συμπληρώνει: «Είμαστε τυχεροί γιατί ο σεισμός ήταν στον υποθαλάσσιο χώρο. Το επίκεντρο ήταν στη θάλασσα και όχι στη στεριά. Το κομμάτι που υποχώρησε μετά το ρήγμα έχει μετάπτωση προς το νότο. Αυτό ήταν σωτήριο. Θα είχαμε πολύ περισσότερες ζημιές στην αντίθετη περίπτωση. Αν δηλαδή βυθιζόταν προς το βορρά», τονίζει ο καθηγητής.
Απαντώντας στο ερώτημα γιατί η καταστροφή στη Βρίσα ήταν τόσο μεγάλη σε σχέση με το Πλωμάρι που βρισκόταν κοντά στο επίκεντρο του σεισμού, ο κ. Ζούρος εξηγεί: «Η Βρίσα είναι πάνω στη σεισμική ζώνη, ενώ το Πλωμάρι δεν είναι. Επιπλέον παίζει ρόλο και το γεωλογικό υπόβαθρο της περιοχής. Σε κάθε περίπτωση η επιλογή των τοπικών αρχών να κινήσουν άμεσα από τις πρώτες ώρες τις διαδικασίες εκκένωσης της Βρίσας ήταν πάρα πολύ σωστή και υποδειγματική. Οι επιπτώσεις σε περίπτωση ενός ακόμη ισχυρού σεισμού θα ήταν δραματικές αν παρέμεναν άνθρωποι εκεί».
Τι λένε οι σεισμολόγοι
Οι σεισμολόγοι παρακολουθούν με ιδιαίτερο ενδιαφέρον την πορεία της μετασεισμικής ακολουθίας, ενώ οι απόψεις για το φαινόμενο διίστανται δημιουργώντας σύγχυση και καλλιεργώντας ανησυχία.
Όπως δήλωσε στα “ΝΕΑ” ο διευθυντής του Γεωδυναμικού Ινστιτούτου Αθηνών, καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Άκης Τσελέντης, «η περιοχή χαρακτηρίζεται από μεγάλες ενεργές τεκτονικές δομές, οι οποίες μπορούν να δώσουν σεισμούς ίδιου ή και μεγαλύτερου μεγέθους». Ο ίδιος μιλώντας χθες το βράδυ στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων του Star εμφανίσθηκε ανήσυχος για το ενδεχόμενο να σημειωθεί μεγαλύτερος σεισμός, όσο οι μετασεισμοί που καταγράφονται παραμένουν “μικροί” μέχρι 4,5 Ρίχτερ. «Αυτό δείχνει ότι υπάρχει ενέργεια που δεν έχει απελευθερωθεί», τόνισε ο ίδιος. Συνέστησε στους κατοίκους της Βρίσας των οποίων τα σπίτια έχουν υποστεί ρωγμές να μην επιστρέψουν στα σπίτια τους.
«Ο χθεσινός σεισμός ήταν ισχυρός, αλλά συνηθισμένος για τα ελληνικά δεδομένα», επεσήμανε από την πλευρά του, ο καθηγητής Γεωφυσικής στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο, Κώστας Παπαζάχος.
Μέχρι αργά το βράδυ της Δευτέρας είχαν καταγραφεί 90 δονήσεις στην περιοχή, μεγέθους 4 με 4,5 Ρίχτερ. Η πλούσια δραστηριότητα κάνει τους σεισμολόγους αισιόδοξους ότι το φαινόμενο εκτονώνεται, ωστόσο είναι νωρίς να αποφανθούν με σιγουριά ότι πρόκειται για τον κύριο σεισμό.
«Προσωπικά δεν ανησυχώ τόσο για τη μετασεισμική ακολουθία, αλλά για να ξεκινήσει όσο γίνεται πιο γρήγορα η διαδικασία αποκατάστασης των ζημιών που έχουν προκληθεί. Ο κόσμος πρέπει να ξαναβρεί τους ρυθμούς του», τονίζει ο Πρόεδρος του ΟΑΣΠ καθηγητής Ευθύμης Λέκκας.