Τετάρτη, 8 Μαΐου, 2024

Γνωστές και Άγνωστες «Γωνιές» της Μυτιλήνης: Οικίες Αθανάσιου Φο(υ)ρτούνα και Λουκά Γούτου

Άρθρα & Δημοσιεύσεις

Τελευταία Άρθρα & Ειδήσεις

Στο σημερινό φύλλο της Τετάρτης θα γνωρίσουμε από κοντά δυο από τα πιο γνωστά αρχοντικά της Μυτιλήνης, και τα δυο επί της οδού Καβέτσου: Tην οικία Αθανάσιου Φο(υ)ρτούνα και την οικία Λουκά Γούτου. Αποτελούν χαρακτηριστικά δείγματα της αρχιτεκτονικής άνθησης που σημάδεψε την πόλη την περίοδο μεταξύ 1850-1912 περίπου, όταν μεγαλέμποροι και επιχειρηματίες της διασποράς επηρεασμένοι από την ευρωπαϊκή κουλτούρα έχτιζαν τις μόνιμες και εξοχικές κατοικίες τους στην Μυτιλήνη συνδυάζοντας αρμονικά κλασικίζοντα στοιχεία, την ανατολική παραδοσιακή αρχιτεκτονική με έντονες επιρροές από τα δυτικοευρωπαϊκά πρότυπα. 

 

Αρχοντικό Αθανάσιου Φο(υ)ρτούνα

Η οικία του Αθανάσιου Φορτούνα βρίσκεται επί της Καβέτσου 32. Ο Αθανάσιος Φορτούνας ανήκει προφανώς στην τάξη των αυτοδημιούργητων εμπόρων και επιχειρηματιών της διασποράς, που αναδεικνύεται στη Μυτιλήνη την περίοδο της ακμής της. 

Η εταιρεία “Αφοί Φορτούνα” που εμπορεύεται έλαια και σάπωνες φέρεται εγγεγραμμένη σε κατάλογο της Αγοράς της Μυτιλήνης ανάμεσα στα 1885-1912, ενώ έχει υποκατάστημα στη Βάρνα της Βουλγαρίας ως προμηθεύτρια σαπουνιών. Μέλη της οικογένειας εμφανίζονται ως ιδιοκτήτες μέσων παραγωγής και μαγαζιών κατά το 1920, όπως ο Ανδρέας Π. Φορτούνας κάτοχος ελαιόμυλου και αποθήκης ελαίου στον οικισμό Πηγή, η Ευτέρπη το γένος Φορτούνα, κάτοχος ταβέρνας στους Αγίους Θεοδώρους και η Αικατερίνη Μιλτ. Α. Φορτούνα, κάτοχος αποθήκης στον Αφάλωνα και μαγαζιού στην Επάνω Σκάλα.

Ο Αθανάσιος Φουρτούνας είχε καταγωγή από το Μεσότοπο και μετανάστευσε νέος στη Βουλγαρία. Επέστρεψε σε μεγάλη ηλικία μαζί με την Γαλλίδα σύζυγό του και έκτισε την κατοικία αυτή σαν μόνιμη. Μετά το θάνατό του η κατοικία πουλήθηκε από τη σύζυγό του στον Γεώργιο Γρηγορίου.

Η κατοικία κτίστηκε σε οικόπεδο 700 μ2 περίπου στην οδό Χάλικα, μια από τις τρεις αρτηρίες που οδηγούσαν στις εξοχές των Μυτιληνιών. Ως προς την χρονολογία ανέγερσης υπάρχουν δυο εκδοχές. Σύμφωνα με την πρώτη, η ανέγερση διήρκεσε δυο χρόνια ανάμεσα στα 1910-1912 με αρχιτέκτονα τον Αργ. Αδαλή, ενώ σύμφωνα με τη δεύτερη ανάμεσα στα 1913-1915 με αρχιτέκτονα τον Ασημάκη Φούσκα. Αναφέρεται δε και η συμμετοχή ως πελεκάνου του Δ. Μεϊμάρη.

 

Ο Αργύρης Αδαλής 

Ο Αργύρης Αδαλής καταγόταν από ευκατάστατη οικογένεια της Μυτιλήνης και ήταν μοναχογιός. Ο πατέρας του ήταν οικοδόμος, με καταγωγή από τα Μοσχονήσια και η μητέρα του πιθανώς προερχόταν από το Μοριά. Σπούδασε στο Πολυτεχνείο της Αθήνας και συνέχισε μεταπτυχιακές σπουδές στη Γερμανία. Αναφέρεται σαν βοηθός του Ερνέστου Τσίλλερ και του Θεόφιλου Χάνσεν. Στη Μυτιλήνη θα πρέπει να επέστρεψε γύρω στα 1880, αφού από τότε χρονολογείται το πρώτο αναφερόμενο έργο του, η κατοικία του Κων. Νιάνια (1882).

 

Ο Δημήτρης Μεϊμάρης 

Σύμφωνα με την επικρατέστερη εκδοχή, ο Δημ. Μεϊμάρης, ο Πέτρος Βέκκιος και ο Βούρος ήταν μαθητευόμενοι στο εργαστήρι του Γιαννούλη Χαλεπά στην Τήνο και ήλθαν στη Λέσβο με την ανάληψη του έργου του τέμπλου στο ναό της Αγίας Βαρβάρας του χωριού Πάμφιλα. Είναι πιθανώς ο πρώτος διορισμένος δημοτικός αρχιτέκτονας και φαίνεται ότι εξαιτίας της θέσης του έλαβε μέρος στην ανέγερση σημαντικών κοινοτικών κτηρίων.

 

Αρχοντικό Λουκά Γούτου 

Η οικία του Λουκά Γούτου βρίσκεται επί της Κ. Καβέτσου 18 και χτίστηκε από τον γνωστό αρχιτέκτονα Ιγνάτιο Βαφειάδη. 

Ο Λουκάς Γούτος ήταν γόνος παλιάς μυτιληναίας οικογένειας γαιοκτημόνων, εμπόρων και προεστών. Ο Λουκάς Γούτος ασχολήθηκε από νεαρή ηλικία με εμπορικές επιχειρήσεις στην Ανατολή, ειδικά στη Σμύρνη. Αργότερα εγκαταστάθηκε στην Αίγυπτο, όπου απέκτησε μεγάλη περιουσία, ασχολούμενος με το εμπόριο βάμβακα. Σε ηλικία τριάντα ετών περίπου νυμφεύτηκε την Αντιγόνη Τζανέλη και απέκτησε τρία παιδιά.

Η οικία του Λουκά Γούτου επί της Κ. Καβέτσου 18

Η κατοικία χτίστηκε κοντά στον ποταμό της Αλυσίδας επί της οδού Χάλικα. Η ανέγερση διήρκεσε δύο χρόνια, 1909-1911, με αρχιτέκτονα τον Ιγνάτιο Βαφειάδη και αρχιμάστορα τον Μαστρογιαννακό. Η κατοικία διασώζεται σήμερα σε απόγονο της οικογένειας, διατηρώντας την αρχική της μορφή, εσωτερική διακόσμηση και επίπλωση. Σχεδόν όλη η επίπλωση της κατοικίας προερχόταν από την Κωνσταντινούπολη.

Η μορφολογία του κτηρίου διέπεται από τα αρχιτεκτονικά πρότυπα του στιλ Second Empire. Το κτήριο χαρακτηρίζεται από μνημειακό και επιβλητικό ύφος εξαιτίας του μεγέθους αλλά και της υψηλής ακαδημαϊκής αρχιτεκτονικής.

 

Ο Ιγνάτιος Βαφειάδης 

Ο Ιγνάτιος Βαφειάδης ήταν παιδί αγροτικής, πολυμελούς οικογένειας από το χωριό Ερεσός της Λέσβου, με οικογενειακό όνομα Καστρινός. Σε νεαρή ηλικία υιοθετήθηκε από την ευκατάστατη μυτιληνιά οικογένεια Βαφειάδη. Σπούδασε στο «Σχολείο Τεχνών», το σημερινό Πολυτεχνείο, κατά το δεύτερο χρόνο ίδρυσής του και αποφοίτησε από τη σχολή Πολιτικών Μηχανικών το 1892, έχοντας καθηγητή τον Ερνέστο Τσίλλερ. Αναφέρεται  ως συνεργάτης του Γάλλου αρχιτέκτονα E. Trump μέχρι το 1900 και ως ελεύθερος επαγγελματίας μέχρι το 1907. Το 1907 κέρδισε στον αρχιτεκτονικό διαγωνισμό για το θέατρο της Σμύρνης όπου και εγκαταστάθηκε μόνιμα ως τη Μικρασιατική καταστροφή. Μετά την Μικρασιατική καταστροφή επέστρεψε στην Αθήνα, όπου συνέχισε την επαγγελματική του σταδιοδρομία.

 

Αρχιτεκτονικό Στιλ Second-Empire 

Το στιλ Second Empire, γνωστό και ως στιλ Napoleon III, είναι ένα άκρως εκλεκτικό στιλ αρχιτεκτονικής και διακοσμητικών τεχνών, το οποίο χρησιμοποιεί στοιχεία πολλών διαφορετικών ιστορικών στιλ και χρησιμοποιεί επίσης καινοτόμα σύγχρονα υλικά, όπως σιδερένια πλαίσια και γυάλινους φεγγίτες. 

Έγινε ιδιαίτερα δημοφιλές στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα και στα πρώτα χρόνια του 20ού αιώνα, ενώ το όνομά του προήλθε από την εποχή της Δεύτερης Γαλλικής Αυτοκρατορίας. Καθώς το στιλ της Δεύτερης Αυτοκρατορίας εξελίχθηκε από τα αναγεννησιακά θεμέλια του 17ου αιώνα, απέκτησε ένα μείγμα προηγούμενων ευρωπαϊκών στιλ, κυρίως του μπαρόκ.

Όσον αφορά το εσωτερικό των κτιρίων, βασική αρχή του Napoleon III είναι να μην μένει κανένα σημείο του χώρου χωρίς διακόσμηση, ενώ χαρακτηριστική είναι η πολυχρωμία. Η αφθονία χρώματος πετυχαίνεται με τη χρήση έγχρωμου μαρμάρου μαλαχίτη, όνυχα, πορφυρίτη, μωσαϊκά και επάργυρου ή επιχρυσωμένου μπρούτζου. Οι ξύλινες επενδύσεις ήταν συχνά επικαλυμμένες με σπάνια και εξωτικά ξύλα, ή σκουρόχρωμα για να θυμίζουν έβενο. 

*Το υλικό για τα δυο αρχοντικά αντλήθηκε από το kiourellis.blogspot.com και το diathrhtea.blogspot.com.

spot_img

More articles

spot_img
spot_img
spot_img
spot_img
spot_img