Σήμερα, συνεχίζουμε την βόλτα μας μέσα στην Μυτιλήνη, κάνοντας στάση στην «καρδιά» της εμπορικής κίνησης της πόλης, τα λιμάνια της, το γνωστό ως βόρειο λιμάνι (Επάνω Σκάλα), κατεξοχήν εμπορικό και το νότιο λιμάνι (επί της Π. Κουντουριώτη), παλαιότερα με «πολεμικό» χαρακτήρα.
Παρακάτω θα δούμε πώς η εμπορική κίνηση μετακινήθηκε σταδιακά προς την νότια πλευρά της Μυτιλήνης, αφήνοντας πλέον το λιμάνι της Επάνω Σκάλας να θυμίζει μόνο αμυδρά τις παλιές δόξες του.
Από τα αρχαία χρόνια
Τα δυο λιμάνια της Μυτιλήνης συνδέονταν κατά την αρχαιότητα μεταξύ τους με τον «Εύριπο», ένα κανάλι μήκους περίπου 700μ. και πλάτους 30μ., που αν και χαρακτηριζόταν «στενό» επέτρεπε την διέλευση σε τριήρεις που είχαν μήκος 34μ. και πλάτος 4μ. να το διαπλέουν. Στα σημεία που ήταν πυκνοδομημένη και πολυσύχναστη η πόλη, γεφυρωνόταν με γέφυρες από μάρμαρο και ακολουθούσε καμπύλη γραμμή.
Ξεκινούσε από την αγορά της Επάνω Σκάλας, καμπτόταν προς την οδό Μητροπόλεως, καταλήγοντας στον μυχό του νότιου λιμανιού. Με την πάροδο του χρόνου, ο Εύριπος επιχωματώθηκε με φυσικές προσχώσεις, αλλά και με ανθρώπινες παρεμβάσεις για λόγους άμυνας του Κάστρου, αλλά κι επικοινωνίες των δυο τμημάτων της πόλης της Μυτιλήνης.
Στη Μυτιλήνη διατηρούνται οι λιμενολεκάνες των δυο λιμανιών που αναφέρονται στις αρχαίες πηγές. Πρόκειται για τον βόρειο «Μαλόεντα» Λιμένα στην Επάνω Σκάλα και τον νότιο Τριηρικό Λιμένα, την εσωτερική λεκάνη του σημερινού λιμανιού της πόλης. Το λιμάνι αυτό το Νότιο, έγινε από τον 19ο αιώνα το κύριο λιμάνι της πόλης, εξυπηρετώντας τις ανάγκες μεταφοράς των εμπορευμάτων αλλά και των επιβατών, με τις κατάλληλες αλλαγές και προσαρμογές στην υποδομή του, προκειμένου να λειτουργεί κανονικά μέχρι και σήμερα.
Η έκτασή του διπλασιάστηκε με τη δημιουργία του «εξωτερικού« λιμανιού, το διπλασιασμό σε μήκος του λιμενοβραχίονα το 1970 και τα χωματουργικά έργα, που έγιναν το 1997. Το Βόρειο όμως λιμάνι, που κατά την αρχαιότητα λεγόταν «Μαλόεις λιμήν», κατά την εποχή των Γατελούζων «Αγίου Γεωργίου» και σήμερα «Επάνω Σκάλας», παρά τις αλλαγές ονομάτων παραμένει το ίδιο κι αμετάβλητο από την αρχαιότητα, είναι όπως μπορούμε να το αποκαλούμε, το «αρχαίο λιμάνι». Στην αρχαιότητα το εμπόριο και η ποικίλη επικοινωνία που είχε η Μυτιλήνη με την Συρία και την Αίγυπτο, όπως φαίνεται από τα ποιήματα της Σαπφώς, προϋπόθετε την ύπαρξη οργανωμένου λιμανιού κι αυτό ήταν το βόρειο λιμάνι γύρω από το οποίο ήταν ανεπτυγμένη η πόλη, προφυλασσόμενο με μικρότερο λιμενοβραχίονα ο οποίος άρχιζε στον «είσπλουν» του Ευρίπου.
Το δεύτερο λιμάνι, το νότιο, ήταν «κλειστό», έκλεινε με αλυσίδα και προστατευόταν από πύργους ελέγχου και άμυνας. Ήταν το λεγόμενο πολεμικό λιμάνι της πόλης, στο οποίο ελλιμενίζονταν γύρω στις ακτές, οι πολεμικές τριήρεις και 50 ακόμα άλλα πλοία. Η ύπαρξη δυο λιμανιών ιδίως όταν επικοινωνούσαν μεταξύ τους, έδινε στην πόλη της Μυτιλήνης ένα εξαιρετικό προνόμιο. Εξυπηρετούνταν αφενός οι πολεμικές και οι ειρηνικές ανάγκες, αλλά και λόγω καιρικών συνθηκών τα πλοία απέπλεαν από το νότιο ή, το βόρειο τμήμα, αναλόγως του ανέμου που επικρατούσε. Με τις προσχώσεις, όμως, στο διάβα των αιώνων, ο μεταξύ τους Εύριπος επιχωματώθηκε και τα δυο λιμάνια έπαψαν να ενώνονται από τη θάλασσα.
Οι εμπορικές και συναλλακτικές δραστηριότητες της πόλης της Μυτιλήνης, ξεκινούσαν από το βόρειο λιμάνι. Εκεί υπήρχαν ναυπηγεία συντήρησης-επισκευής πλοίων, αποθήκες κι άλλα κτίρια απαραίτητα για το μυτιληναίικο ναυτικό. Υπήρχαν ακόμα, ναοί, στοές, δημόσια και ιδιωτικά οικοδομήματα, που συνεχίζονταν πέρα από τις όχθες του Εύριπου και ορίζουν τη θέση της σημερινής αγοράς της Επάνω Σκάλας. Από τα αρχαιολογικά ευρήματα στη γύρω από το λιμάνι στεριά, επιβεβαιώνεται η εμπορική κι όχι μόνο δραστηριότητα, που άκμασε κι αναπτύχθηκε εκεί. Είναι πολύ πιθανό, μέσα κι έξω από το λιμάνι να υπάρχουν ναυάγια, σκεύη, κεραμικά κι άλλα αντικείμενα από την αρχαιότητα, που έχουν αποτεθεί στο βυθό και στη λάσπη. Η λάσπη αυτή και η γενικότερη μετακίνηση της δόμησης της πόλης προς τα νότια μαζί με το άλλο λιμάνι, οδήγησαν στην εγκατάλειψη του λιμανιού της Επάνω Σκάλας.
Στο σήμερα
Η συνεχής πληθυσμιακή και οικονομική ανάπτυξη της Μυτιλήνης κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα, οδήγησε στην επέκταση του οικιστικού χώρου σε αγροτικές περιοχές στις παρυφές της πόλης, καθώς και στη διαμόρφωση βιομηχανικών πυρήνων δίπλα στα λιμάνια. Η επέκταση επικεντρώθηκε στον άξονα βορρά – νότο, κατά μήκος της ακτής και των δύο λιμανιών, αλλά η οικιστική εξάπλωση συμπεριέλαβε και τους λόφους στο δυτικό όριο της πόλης. Το εμπορικό, βιοτεχνικό, κοινωνικό και συμβολικό κέντρο της πόλης αποτελεί η οδός Ερμού, που εκτείνεται από βορρά προς νότο συνδέοντας το βόρειο με το νότιο λιμάνι.
Η οικονομική ανάπτυξη του χριστιανικού πληθυσμού το 19ο αιώνα συμβαδίζει με την ανάπτυξη του Νότιου λιμανιού της πόλης, ενώ το βόρειο λιμάνι που χρησιμοποιούταν από τους αρχαίους χρόνους, παρήκμασε οριστικά από τον 18ο αιώνα, εξαιτίας των προσχώσεων που δεν επέτρεπαν τον ελλιμενισμό των πλοίων.
Στο βόρειο τομέα της πόλης συναντάμε κτίσματα της τουρκοκρατίας καθώς και τον προσφυγικό Συνοικισμό. Στο κέντρο της πόλης είναι η παλιά Μυτιλήνη, ενώ νότια συναντάμε την διαρκώς και ταχύτατα αναπτυσσόμενη, νέα πόλη και τα προάστιά της. Το λιμάνι της πλαισιώνεται από τις γραφικότητες των αλιευτικών καθώς και από παραδοσιακά και σύγχρονα κτίρια. Ξενοδοχεία, τράπεζες, εστιατόρια, ζαχαροπλαστεία, καφετέριες, γραφεία ταξιδιών, διευκολύνουν τον επισκέπτη και τους κατοίκους.
Στην προκυμαία γίνονται κατά τους θερινούς μήνες, τα βράδια, οι περίπατοι των Μυτιληναίων. Εδώ βρίσκεται το Δημοτικό Θέατρο, το Νομαρχιακό Μέγαρο και ο Δημοτικός Κήπος. Στο παλιό λιμεναρχείο πριν από χρόνια υπήρχε η αφετηρία των αστικών λεωφορείων, η οποία έχει μεταφερθεί στο λεγόμενο εμπορικό λιμάνι. Σήμερα παραμένει εκεί ο σταθμός των ταξί και καφε-ζαχαροπλαστεία. Στο εμπορικό λιμάνι ελλιμενίζονται κυρίως σκάφη μεταφοράς ξηρών και μη φορτίων και πλοία τύπου ro-ro και περιλαμβάνει ένα τεράστιο πάρκινγκ, σούπερ-μάρκετ, εμπορικά κέντρα και τον σταθμό των αστικών λεωφορείων.
*Το υλικό για τα λιμάνια της Μυτιλήνης αντλήθηκε από το blog του Πανεπιστημίου Αιγαίου καθώς και την σελίδα ‘’Η Λέσβος μας’’