Όταν ακούω τα τζιτζίκια τώρα το καλοκαίρι ο νους μου πάει στην Κράτηγο.
Εκεί θυμάμαι το πιο ενοχλητικό μαζικό συναυλιακό τραγούδι των τζιτζίκων πάνω στα πεύκα εκείνα τα καλοκαίρια της αθωότητας.
Εκεί κάποτε η Χαραλαμπία έστηνε δυο μεγάλες λευκές σκηνές και μετακόμιζε με την οικογένειά της για να κατασκηνώσουν για όλο το καλοκαίρι. Στου Σιφναίου.
Οι σκηνές αυτές ήταν εξοπλισμένες σαν σπίτια.
Ψυγεία, τραπέζια, καρέκλες, κουρελούδες στα πεζούλια, ράντσα για κρεβατάκια, και φυσικά η θρυλική ραπτομηχανή της Χαραλαμπίας.
Όταν άπλωνε τις μπουγάδες της στην Κράτηγο μοσχοβολούσαν πράσινο σπιτικό σαπούνι και τα σεντόνια της ήταν ολόλευκα κι αστραφτερά. Ήξερε πολλά κόλπα για τα νοικοκυριά και μας τα μάθαινε.
-Πώς να απλώσεις λεμόνι κι αλάτι στη σκουριά να βάλεις το κοφτό σεμέν στον ήλιο για να καθαρίσει.
-Πώς να ξεφλουδίσεις την ντομάτα βουτώντας την στο καυτό νερό και μετά στον πάγο.
-Πώς να απλώνεις τα ρούχα με μαεστρία για να στεγνώνουν σαν σιδερωμένα.
Η Χαραλαμπία έκρυβε γνώση και συμβουλή και στα έλεγε όλα έτσι που δεν σε βομβάρδιζε. Τα έχω κρατήσει όλα στη μνήμη μου κι ας μην τα κάνω.
Και ήταν πάντα χορτάτη.
Δεν της έλειπε τίποτα.
Και πάντα δούλευε.
Πότε το ένα, πότε το άλλο.
Δεν τεμπέλιαζε ποτέ.
Και ήταν πάντα με το χαμόγελο στα χείλη.
Γιατί ήταν η ίδια ευτυχισμένη μέσα της μέχρι τα βαθιά της γεράματα που πήγα να τη δω και να πιούμε καφέ.
Κάποιες Κυριακές πηγαίναμε κι εμείς στην κατασκήνωση να φάμε στο φιλόξενο τραπέζι της που είχε φαγητά πάντα για ένα λόχο. Έφτιαχνε ατέλειωτα ταψιά από γεμιστά και παπουτσάκια. Νόστιμα, φίνα, ξεχωριστά. Όποιος περνούσε, φίλος ή γνωστός, τον φίλευε.
Η Χαραλαμπία ήταν ο πιο ευτυχισμένος άνθρωπος της οικογένειας.
Συγγενής εξ αγχιστείας – είχε παντρευτεί τον εξάδελφο της μαμάς – ήταν ένας πληθωρικός γεμάτος χιούμορ χαρακτήρας, με γνήσια καρδιά, γεμάτη αγάπη για όλους.
Στη ζωή της χωρούσε μόνο η χαρά και η ελπίδα. Δεν την είδα ποτέ να μιζερεύει.
Δεν την άκουσα ποτέ να γκρινιάζει.
Μα δεν είχε ποτέ της προβλήματα;
Μάλλον είχε, όπως έχουμε όλοι μας, αλλά θα τα έλυνε με μια μαγική διακριτική μέθοδο που κανείς μας δεν έπαιρνε χαμπάρι.
Τη θυμάμαι να μας ράβει υπέροχα ρουχαλάκια, να διορθώνει τα παλιά, να στρώνει τραπέζια, να στολίζει τα σεμέν, να μας επισκέπτεται συχνά για καφέ. Πάντα με τα δωράκια της. Δεν ήρθε ποτέ με άδεια χέρια. Πότε θα έφερνε κεντήματα, πότε κουλουράκια, πότε παντόφλες για τη μαμά, σοκολάτες για μένα, πιαστράκια για τις κατσαρόλες. Άλλα τα έκανε εκείνη κι άλλα τα αγόραζε για να μας τα φέρει με χαρά.
Πού και πού αναποδογυρίζανε το φλιτζάνι με τη μαμά και λέγανε εσώψυχα και μαγικές λέξεις για το μέλλον και το παρόν.
Αλλά πάντα καταλήγανε στο συμπέρασμα πως το καλύτερο φλιτζάνι το λέει η θεία Αθηνά.
Στο σπίτι της Χαραλαμπίας με τη Λιούμπα και τη Σιμώνη πέρασα τους καλύτερους μαγουλάδες της ζωής μου, παίζοντας μαξιλαροπόλεμο καθώς με κοίμιζαν αγκαλιά στο φιλόξενο σπίτι τους.
Η Χαραλαμπία είναι πάντα στη μνήμη μου σαν τη χαρά της ζωής.
Τοματίνια γλασέ ζεστά με θυμάρι
σε παγωμένο τζατζίκι και πιτούλες
ΓΙΑ 6 ΜΕΡΙΔΕΣ
Υλικά
350 γρ. τοματίνια
3 κ.σ. λάδι
3/4 κ.σ. κύμινο
1/2 κ.σ. ζάχαρη μαύρη
3 σκελίδες σκόρδο ψιλοκομμένες
1 κ.γ. ζάχαρη
αλάτι
πιπέρι
ΓΙΑ ΤΟ ΓΙΑΟΥΡΤΙ
Κάνεις ένα ελαφρύ κλασικό τζατζίκι με ξύσμα λεμονιού και δυόσμο.
Εκτέλεση
Σοτάρεις σε αντικολλητικό τηγάνι όλα μαζί τα υλικά με τα τοματίνια μέχρι να μελώσουν και καθώς είναι ζεστά τα περιχύνεις πάνω στο δροσερό τζατζίκι. Σερβίρεις με κριτσανιστές αραβικές πίτες.