- «Δυστυχώς καθημερινά το αίσθημα ανασφάλειας σε αυτή τη χώρα γίνεται όλο και πιο έντονο. Ακόμα και το πλέον ασφαλές μέσο, το τρένο, κατάφεραν να το καταστήσουν ανεπαρκές», λέει η Παναγιώτα
- «Θα μπορούσε να είμαστε εμείς. Τέτοιες ώρες τα λόγια είναι φτωχά, καλύτερα να σιωπούμε», σχολιάζει ο Στράτος
«Παγωμένη» παρακολουθεί όλη η χώρα τις εξελίξεις μετά το πολύνεκρο σιδηροδρομικό δυστύχημα με την σύγκρουση των δυο τρένων του ΟΣΕ, που σημειώθηκε αργά το βράδυ της Τρίτης 28 Φεβρουαρίου στο ύψος των Τεμπών. Μέχρι χθες το απόγευμα, ο αριθμός των νεκρών είχε ανέλθει στους 57, ενώ δεκάδες είναι οι βαριά τραυματίες που έχουν διασωληνωθεί σε δημόσια νοσοκομεία της χώρας.
Από χθες η επιχείρηση διάσωσης και οι έρευνες συνεχίζονται πλέον στο τρίτο βαγόνι του μοιραίου επιβατικού InterCity 62 με προορισμό την Θεσσαλονίκη, με τους φόβους για την ύπαρξη επιπλέον νεκρών να αυξάνονται όσο περνούν τα 24ωρα.
Τα αίτια του δυστυχήματος φαίνεται να μην εξαντλούνται στο «ανθρώπινο λάθος» του 59χρονου σταθμάρχη, ο οποίος έδωσε εντολή η αμαξοστοιχία InterCity 62 να συνεχίσει το δρομολόγιό της έως και την είσοδο των Νέων Πόρων, προφανώς μη γνωρίζοντας ότι στην ίδια σιδηροδρομική γραμμή εκινείτο – με αντίθετη όμως κατεύθυνση – το φορτηγό τρένο. Εικοσιπέντε ημέρες νωρίτερα, η συνδικαλιστική κίνηση σιδηροδρόμων είχε καταγγείλει, για πολλοστή φορά, τις παθογένειες του σιδηροδρομικού δικτύου, καλώντας τους αρμόδιους να μεριμνήσουν προτού γίνει το μοιραίο: «Δεν θα περιμένουμε το δυστύχημα που έρχεται, για να τους δούμε να χύνουν κροκοδείλια δάκρυα κάνοντας διαπιστώσεις», ανέφερε χαρακτηριστικά η ανακοίνωση.
«Είναι έγκλημα»
Με αφορμή την ανθρώπινη τραγωδία της 28ης Φεβρουαρίου, βγήκαμε στους δρόμους της Μυτιλήνης για να συζητήσουμε με ντόπιους τις σκέψεις τους και τα συναισθήματά τους μετά την τραγική είδηση για τον χαμό τόσων νέων ανθρώπων. Η επιλογή της ηλικιακής ομάδας των ερωτηθέντων, 20 έως 30 ετών κατά κύριο λόγο, δεν ήταν τυχαία, καθώς θεωρήσαμε ότι το δυστύχημα τους άγγιξε περισσότερο από όλους, είτε αναλογιζόμενοι ότι θα μπορούσαν κάλλιστα να είναι οι ίδιοι στην θέση των αδικοχαμένων φοιτητών, είτε γιατί θα μπορούσε να είναι μέσα σε κάποιο από αυτά τα βαγόνια ο αδερφός τους, η φίλη τους, ο/η συμφοιτητής/ τριά τους.
Για την ανεπάρκεια των υποδομών και την επιδεικτική αδιαφορία των αρμόδιων φορέων μίλησε η Παναγιώτα, η οποία δήλωσε απογοητευμένη από την κατάσταση που επικρατεί στη χώρα, τονίζοντας την αυξανόμενη αβεβαιότητα σε κάθε πτυχή της καθημερινότητας: «Δυστυχώς καθημερινά το αίσθημα ανασφάλειας σε αυτή τη χώρα γίνεται όλο και πιο έντονο. Ακόμα και το πλέον ασφαλές μέσο, το τρένο, κατάφεραν να το καταστήσουν ανεπαρκές» σχολιάζει, ενώ στην ερώτησή μας εάν θα επέλεγε να ταξιδέψει στο μέλλον με τρένο, η ίδια απάντησε: «Θα το έκανα, αλλά με έντονο φόβο και επιφυλάξεις». Στον ίδιο τόνο μίλησε και η Υπαπαντή, η οποία σχολίασε την τάση των αρμοδίων σε περιπτώσεις μεγάλης κατακραυγής από τον κόσμο να επιρρίπτουν ευθύνες ο ένας στον άλλο: «Όπως συμβαίνει πάντα σε περιόδους έντονης κρίσης, αναζητείται το εξιλαστήριο θύμα, το οποίο σε αυτή την περίπτωση είναι ο σταθμάρχης. Φυσικά το ζήτημα είναι πολυσύνθετο», καταλήγει η ίδια.
Για «θέατρο παραλόγου» και επίδειξης ισχύος έκανε λόγο και ο Αποστόλης, τον οποίο συναντήσαμε σε παράδρομο της Ερμού μαζί με τους φίλους του Άγγελο και Στέλιο. «Αντί να σιωπούν όλοι οι ιθύνοντες τέτοιες δύσκολες ώρες για τις οικογένειες των θυμάτων, βγαίνουν στα κανάλια και κατηγορούν ο ένας τον άλλο. Αυτό είναι έλλειψη σεβασμού προς τους νεκρούς αλλά και σε όλους τους πολίτες», σχολιάζει με έντονο ύφος ο Αποστόλης. Επιπλέον, τόσο ο ίδιος όσο και οι φίλοι του, χαρακτήρισαν με έμφαση το δυστύχημα στα Τέμπη ως «έγκλημα», με τις ρίζες του κακού να ριζώνουν στην γραφειοκρατία, την αδιαφορία και τον ωχαδερφισμό που μας χαρακτηρίζουν ως λαό.
«Πρέπει να καταλάβουμε ότι έχουμε ευθύνη ως πολίτες. Από εμάς και την συνείδησή μας αρχίζουν και τελειώνουν όλα. Αν ο καθένας μας δεν αναλάβει την ευθύνη του εαυτού του και των πράξεών του, είμαστε καταδικασμένοι να επαναλαμβάνουμε τα ίδια λάθη, και τα πιο λαμπρά μυαλά μας να βγαίνουν στο εξωτερικό», δηλώνει ο Στέλιος.
«Θα μπορούσε να ήμασταν εμείς»
Την διαπίστωση ότι θα μπορούσαν κάλλιστα να βρίσκονται και οι ίδιοι στο «λάθος μέρος, τη λάθος στιγμή» έκαναν ο Στράτος και η Λυδία, τους οποίους βρήκαμε σε κεντρικό καφέ της πόλης. «Δεν ξέρω τι να πω, θα μπορούσε να ήμασταν εμείς, μάλιστα εγώ μέχρι πριν δυο χρόνια έκανα αυτή τη διαδρομή συχνά μέσα στην εβδομάδα. Τέτοιες ώρες τα λόγια είναι φτωχά, καλύτερα να σιωπούμε. Η σκέψη μας είναι με τους συγγενείς των θυμάτων. Για το Κράτος και την ανεπάρκειά του ούτε λόγος βέβαια», καταλήγει ο Στράτος.
ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΤΗΣ ΣΥΝΤΑΚΤΡΙΑΣ
Οι δύο όψεις του νομίσματος
Μέσα σε όλα αυτά, (θλιβερή) εντύπωση προκάλεσε το γεγονός ότι οι μισοί από τους ερωτηθέντες για τις ανάγκες του ρεπορτάζ δεν ήξεραν σχεδόν τίποτα για την τραγωδία στα Τέμπη. Μάλιστα τόσο οι μεγαλύτερες ηλικίες, όσο και οι νεότεροι άνθρωποι, ο καθένας επικαλούμενος διαφορετικούς λόγους για την έλλειψη ενημέρωσης πάνω στο θέμα, όχι μόνο δεν μπορούσαν να σχολιάσουν την επικαιρότητα, αλλά έδειχναν αδιαφορία για το γεγονός.
Σε αυτό το σημείο είναι αναπόφευκτο να σχολιάσουμε ότι μέσα από τα ρεπορτάζ πάντα αναδεικνύονται θέματα της κοινωνίας, αφού το ίδιο το ρεπορτάζ βασίζεται αποτελώντας κατά κανόνα – και όταν αυτό γίνεται σωστά – πιστή αναπαράστασή της. Ως επίλογο στο σημερινό άρθρο, κάνουμε την διαπίστωση ότι εμείς οι πολίτες έχουμε στα χέρια μας την τύχη τούτης της χώρας. Και οι αλλαγές δεν έρχονται εν μια νυκτί, αλλά σταδιακά, με τις ατομικές επιλογές που κάνουμε καθημερινά σύμφωνα με τη συνείδησή μας, δείχνοντας έμπρακτο ενδιαφέρον για τα κοινά, ξεκινώντας από το σπίτι μας, τη γειτονιά μας, την πόλη μας, ώστε να φτάσουμε κάποτε στην πολυπόθητη «μεγάλη» αλλαγή.
Μέχρι τότε, θα είμαστε σαν τους «μοιραίους» του Κώστα Βάρναλη στο ομώνυμο ποίημα: «Έτσι στη σκοτεινή ταβέρνα πίνουμε πάντα μας σκυφτοί/ Σαν τα σκουλήκια, κάθε φτέρνα, όπου μας εύρει, μας πατεί/ Δειλοί, μοιραίοι κι άβουλοι αντάμα, προσμένουμε, ίσως, κάποιο θάμα!».