Είμαστε στην καρδιά του καλοκαιριού.
Πιάσανε οι ζέστες για τα καλά, οι παραλίες γεμίζουν, το νησί δέχεται τουρίστες από όλο τον κόσμο.
Υπάρχουν διάφορα θέματα που απασχολούν τους επιχειρηματίες και τους ξενοδόχους και κυρίως η εύρεση προσωπικού και μάλιστα εξειδικευμένου.
Αυτό είναι ένα παγκόσμιο φαινόμενο γιατί καθώς φαίνεται και στο χώρο της εστίασης και στο χώρο των ξενοδοχείων υπάρχει έλλειψη.
Είναι γεγονός πως πλέον υπάρχουν πολύ περισσότερες επιχειρήσεις από ό,τι υπήρχαν παλαιότερα, αλλά και πολλοί νέοι μετά τον covid έχουν αλλάξει κατεύθυνση επαγγελματικού προσανατολισμού.
Όλοι ζητάνε μαγείρους, άτομα για λάντζα, σερβιτόρους κλπ. κλπ..
Το πιο δύσκολο από όλα είναι η αναζήτηση ναυαγοσώστη.
Κάθε πισίνα ξενοδοχείου οφείλει να έχει ναυαγοσώστη διότι κάποιοι άνθρωποι πνίγηκαν.
Αν και το ποσοστό είναι πολύ χαμηλό, θεωρώ πως όντως η ασφάλεια του πελάτη είναι στα εκ των ων ουκ άνευ. Αυτό όμως θα μπορούσε να γίνει με μια συστηματική επιτήρηση και ένας από τους ιδιοκτήτες ή τους εργαζόμενους θα είχε περάσει ένα ταχύρρυθμο σεμινάριο ναυαγοσωστικής. Το παράλογο είναι πως αναγκάζονται κάποιες μικρές μονάδες με μια μικρή πισίνα να μισθώνουν για τη θέση αυτή ένα άτομο αποκλειστικά γι’ αυτή τη θέση. Το ξέρουμε ότι σ’ αυτή τη χώρα πολλοί νόμοι μαζί με τις εξαιρέσεις τους συντάσσονται από συνταγματολόγους που δεν μελετούν σε βάθος όλες τις παραμέτρους. Υπάρχει μια στενότητα. Και έτσι ενώ έχουμε νόμους, επειδή δεν μπορούν να εφαρμοστούν γινόμαστε όλοι παράνομοι.
Η για πολλά έτη “ελληνική σοβιετία” με απηρχαιωμένες ιδέες και τεχνικές δεν άφησε αυτή τη χώρα να αναπνεύσει. Και δυστυχώς συχνά ακόμα και οι φιλελεύθερες κυβερνήσεις τρέμουν το ηθικό πλεονέκτημα της αριστεράς και γίνονται άδικοι με την κοινωνία.
Τελικά είμαστε μια δημοκρατία και μια ελεύθερη οικονομία;
Πολλές φορές αναρωτιέμαι τι είδους πολίτες έχει αυτή η χώρα, τι ακολουθούμε, τι πρεσβεύουμε και τι γίνεται στο τέλος της ημέρας.
Διαπιστώνω πως αν ένας εργαζόμενος θέλει να δουλέψει πλέον του 40ώρου την εβδομάδα έρχεται το, περί ου ο λόγος, υπουργείο εργασίας και απαγορεύει τόσο στον εργαζόμενο να δουλεύει παραπάνω ώρες όσο και στον εργοδότη να προσλαμβάνει κάποιον που επιθυμεί να βγάλει περισσότερα λεφτά με μια έξτρα απασχόληση.
Η “τρυφερή έγνοια” για την υγεία του εργαζομένου είναι μεν συγκινητική, αλλά ποιος είναι αυτός που θα με απαγορεύει να δουλεύω όσο θέλω; Οι υπόλοιποι, δηλαδή, επιχειρηματίες που δεν είναι υπάλληλοι και δουλεύουν 18ωρα δεν έχουν προστάτη άγγελο;
Άρα ΜΗΠΩΣ υποθάλπει κατά κάποιο τρόπο τη μαύρη εργασία την οποία καταδιώκει με τα υπερβολικά πρόστιμα, αλλά από την άλλη μήπως δεν έχει το σύστημα να αντιληφθεί πως ζει και βασιλεύει η μαύρη εργασία στη ζούλα;
Τι ‘ν τούτοι ρε;… που λέει και ο Αρκάς.
ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΟ:
ΘΑ ΚΑΝΕΤΕ ΤΙΠΟΤΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΟΔΗΛΑΤΟΔΡΟΜΟ/ ΠΕΖΟΔΡΟΜΟ ΣΟΥΡΑΔΑΣ – ΚΡΑΤΗΓΟΥ;
ΕΛΕΟΣ!
Υλικά
Για τον χαλβά
- 400 γρ. ρύζι Καρολίνα μουλιασμένο σε κρύο νερό για 1 βράδυ
- 1 κούπα λάδι
Για το σιρόπι
- 4 κούπες νερό
- 2 κούπες ζάχαρη
- 1/2 κουτ. γλυκού κανέλα σε σκόνη
Εκτέλεση
Ξεπλένουμε καλά το μουλιασμένο ρύζι μέσα σε ένα σουρωτήρι, κάτω από τρεχούμενο νερό, μέχρι το νερό να βγάλει εντελώς το άμυλό του και να βγει καθαρό και διαυγές.
Στραγγίζουμε και απλώνουμε το ρύζι σε μια καθαρή πετσέτα, να στεγνώσει καλά.
Πιέζουμε με δύναμη πάνω στο ρύζι έναν χοντρό πλάστη, για να σπάσουν οι κόκκοι
σαν χοντρό σιμιγδάλι.
Σε μια μέτρια κατσαρόλα ζεσταίνουμε το ελαιόλαδο σε μέτρια προς δυνατή φωτιά, μέχρι να κάψει.
Προσθέτουμε το σπασμένο ρύζι και το σοτάρουμε, ανακατεύοντας συνεχώς με μια ξύλινη κουτάλα μέχρι να χρυσίσει.
Προσθέτουμε αργά-αργά το σιρόπι και ανακατεύουμε.
Χαμηλώνουμε τη φωτιά και σιγοβράζουμε για περίπου 15 λεπτά ανακατεύοντας τακτικά ώστε να απορροφηθεί το σιρόπι. Προσοχή να μην κολλήσει.
Αποσύρουμε από τη φωτιά, αφήνουμε τον ρυζοχαλβά να γίνει χλιαρός και τον σερβίρουμε σε μπολάκια ή σε μια φόρμα του κέικ.
Σερβίρουμε με χοντροσπασμένη ψίχα αμυγδάλου.
Σιρόπι
Σε μια μικρή κατσαρόλα βράζουμε το νερό με τη ζάχαρη και την κανέλα για 5-6 λεπτά. Αποσύρουμε από τη φωτιά.