Σάββατο, 27 Ιουλίου, 2024

Ο φωτισμός της ύπαρξης

Του Γρηγόρη Δουμούζη – Θεολόγου, MSc Θεολογίας, Φοιτητή Κοινωνιολογίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου 

Στη θεραπεία του εκ γενετής τυφλού απ’ τον Κύριο (Ιω. θ΄ 1-38) παρουσιάζονται πολύ διακριτικά, αλλά και αποκαλυπτικά, οι έννοιες της «τύφλωσης» και του «φωτισμού». Βλέπουμε τον Χριστό να πλησιάζει ο ίδιος τον εκ γενετής τυφλό και να ξεκινά τη διαδικασία θεραπείας του. Όπως λέει το ευαγγέλιο, παίρνει πηλό, φτύνει και αλείφει τα μάτια του. Μετά, τον προτρέπει να πάει να πλυθεί στην κολυμβήθρα του Σιλωάμ. Υπακούει ο τυφλός και στο τέλος θεραπεύεται.

Ένα ερώτημα που προκύπτει είναι: «Γιατί ο Κύριος πλησιάζει τον τυφλό, ενώ σε άλλες περιπτώσεις έχουμε τον ίδιο τον ασθενή να ζητά απ’ τον Κύριο τη θεραπεία;». Ο λόγος είναι ότι ο Χριστός γνώριζε, ως καρδιογνώστης, τη δεκτικότητα προς το φωτισμό που είχε ο τυφλός. Πώς καταλαβαίνουμε ότι ήταν δεκτικός των ενεργειών του Θεού και του φωτισμού; Απ’ το γεγονός πως, όταν του έβαλε πηλό στα μάτια και του πρότεινε να πάει να κάνει κάτι παράξενο, δηλαδή να πάει και να νίψει το πρόσωπό του στην κολυμβήθρα του Σιλωάμ, εκείνος υπάκουσε χωρίς δεύτερη σκέψη. Ήταν τόσο καλοπροαίρετος, τόσο «αφημένος» στο Θεό, που δεν αντέδρασε σ’ αυτό το παράδοξο που του είπε να κάνει. 

Κάλλιστα ο τυφλός θα μπορούσε να πει: «Καλά μου κάνεις πλάκα; Εσύ μπορείς και με το λόγο σου να κάνεις καλά τους ανθρώπους. Γιατί να μπω σ’ αυτή τη διαδικασία;». Όμως, δεν μπαίνει σ’ αυτή τη διαδικασία αντίρρησης και αντίδρασης. Υπακούει στην πρόταση του Χριστού, ώστε να μάθουμε ότι η βάση της θεραπείας μας και της δεκτικότητας του ανθρώπου, είναι η ετοιμότητά του ν’ ακούει και να υπακούει ακόμη και στα παράδοξα των ανθρώπων που τον περιβάλλουν, αλλά και στα παράδοξα του Θεού. Είναι η ικανότητα της «ακοής». Για να είναι «υπό-ακοή» κάποιος, βασική προϋπόθεση είναι η δεκτικότητα του ανθρώπου για εσωτερική αλλοίωση. Ο άνθρωπος που έχει βεβαιότητες δεν αλλοιώνεται, δεν ακούει, δεν υπακούει και δεν μπορεί να σχετίζεται. 

Την ίδια στιγμή, μάλιστα, έχουμε το παράδειγμα και το πρότυπο του πραγματικά «τυφλού», που ήταν οι Ιουδαίοι και οι Φαρισαίοι. Στο ευαγγέλιο ο Φαρισαίος πραγματικά μας κουράζει, αφού προσπαθεί συνέχεια να βρει μια δικαιολογία ότι δεν τον θεράπευσε ο Χριστός και ότι είναι πλανεμένος. Δεν δεχόταν τίποτα και έψαχνε τα πάντα, μιας και αντιδρούσε μέσα του το «ξεβόλεμα» το «υπαρξιακό» και το «πνευματικό». Είχε τις βεβαιότητές του ο Φαρισαίος. Είχε ιδεολογικοποιήσει την πνευματική ζωή και από «προσωπική σχέση με το Θεό», την είχε μετατρέψει σε μια διαδικασία «νόμου», στην οποία οχυρωνόταν και ασφαλιζόταν. 

Ο άνθρωπος, λοιπόν, που δεν μπορεί ν’ ακούσει, είναι αυτός που έχει τη βεβαιότητα στον εαυτό του, οχυρώνεται σ’ αυτή και ακούει μόνο το δικό του λόγο και τη δική του ιδέα. Γι’ αυτό, όταν έρχεται ο Κύριος να τον ξεβολέψει, τι συμβαίνει; Αντιδράει. Αυτή είναι η πάλη που όλοι έχουμε όταν μας αποκαλύπτεται η αλήθεια. Αμέσως έχουμε συγκρούσεις μέσα μας. Ξεβολευόμαστε γιατί μάθαμε έναν τρόπο και περνάμε καλά. Η αντίδραση, στη συνέχεια, γίνεται «δικαιολογία». Ψάχνουμε δικαιολογίες, όπως έκαναν οι Φαρισαίοι. Μπαίνουμε σε διάλογο να εξηγήσουμε, να ερμηνεύσουμε, ν’ αναλύσουμε και να δικαιολογήσουμε. Πού οδηγεί αυτή η διαδικασία; Εκεί που οδήγησε τους Φαρισαίους: στο πουθενά.

Μετά τι συμβαίνει; Η δικαιολογία και η αντίδραση γίνονται «θυμός». Οργίστηκαν οι Φαρισαίοι. Πού οδηγεί ο θυμός; Στην «ατομική δικαίωση» η οποία είναι η απομόνωση σε μια «δαιμονική σιωπή» και σε μια «δαιμονική απόσυρση», μιας και δεν θέλουμε να διαπραγματευθούμε και να βρούμε την αλήθεια. Δεν είναι υπερβολή να πούμε πως ο ιδεολόγος δεν αγαπά. Γιατί δεν αγαπά; Διότι αγαπά την ιδέα του που είναι ο εαυτός του και ο εγωισμός του. Οι πιο σκληρόκαρδοι και εγωιστές είναι οι ιδεολόγοι. 

Το θέμα, όμως, είναι ότι εμείς οι Χριστιανοί δεν πιστεύουμε σε ιδέες, αλλά σε πρόσωπο. Το πρόσωπο δεν θέλει λόγια, θέλει θυσία και σταυρό. Γι’ αυτό, βλέπουμε τον Φαρισαίο να είναι «κουφός» και να νευριάζει. Όταν βλέπουμε κάποιον ν’ αντιδρά και να οργίζεται, είναι γιατί ξεβολεύεται. Και σε μας έτσι συμβαίνει πολλές φορές. Αναπτύσσουμε θεωρίες και πνευματικά ιδεολογήματα, γιατί πέφτει το «οικοδόμημα» του εγωισμού μας και της «αναπηρίας» μας, που δεν μπορούμε να σχετιστούμε ούτε με το Θεό, ούτε με τον πλησίον.

Το σημερινό ευαγγέλιο είναι πολύ εντυπωσιακό. Βλέπουμε πώς αντιδρά ο άνθρωπος στην αλήθεια όταν έρχεται ο Χριστός να τον ξεβολέψει. Είχε «χτίσει» το «οικοδόμημα» της ιδέας του. Αυτός ο θρησκευτικός τύπος τον ικανοποιούσε. Δηλαδή, συνήθως, εμείς ψάχνουμε την ικανοποίησή μας και όχι τον αληθινό φωτισμό. Έτσι, είμαστε κλειστοί και αντιδρούμε. Είναι εκπληκτικό: γίνεται ένα καλό γεγονός, ένας άνθρωπος βρίσκει το φως του, και τον Φαρισαίο δεν τον ενδιαφέρει το πρόσωπο, δηλαδή η θεραπεία του τυφλού, αλλά ότι υπονομεύθηκε ο νόμος της τήρησης της αργίας του Σαββάτου. Αρχίζει, επειδή τους ξεβόλεψε ο Χριστός, να καλεί τον έναν, να καλεί τους γονείς του, να συζητά και ν’ αντιδράει. Μ’ αυτές τις καταστάσεις δεν συζητάμε και δεν βγάζει πουθενά.

Μόνο με τον άνθρωπο που είναι δεκτικός στο φωτισμό του Θεού και στην αλλοίωση, κάτι μπορεί να γίνει. Αυτό συμβαίνει και με εμάς. Πόσες φορές κλονιζόμαστε και αντιδρούμε στις αλήθειες, επειδή «χτίσαμε» τον εαυτό μας μ’ ένα συγκεκριμένο τρόπο; Ασχολούμαστε με φλυαρίες και δεν μπαίνουμε ποτέ στην ουσία των πραγμάτων. Γιατί αντιδρά ο Φαρισαίος; Γιατί «φοβάται να πεθάνει». Να «πεθάνει» ο εαυτός του. Τι σημαίνει αυτό; Να βγει απ’ τα όριά του, απ’ τον εαυτό του και την «άρρωστη» θρησκευτικότητά του. Αν δεν «εξέλθει», ποτέ δεν θ’ αναστηθεί. 

Ίσα-ίσα, θα είναι «νεκρός» πριν πεθάνει. Όλη η ουσία των πραγμάτων που συμβαίνουν στη ζωή μας, είναι υπομνήσεις αυτής της ικανότητάς μας: Να είμαστε δεκτικοί αλλοιώσεων. Δεκτικός είναι αυτός που «βγαίνει απ’ τον εαυτό του» και είναι έτοιμος να «άρει τον σταυρό του» για χάρη του Χριστού και του αδελφού του και να προχωρήσει. Κατ’ αυτό τον τρόπο, θα δεχθεί αποκαλύψεις Θεού και τον αληθινό φωτισμό.

spot_img

More articles

spot_img
spot_img
spot_img
spot_img
spot_img