Από τα βαριά ονόματα της καρδιολογίας για τη χώρα μας, ο Καθηγητής Καρδιολογίας και Υπεύθυνος του Ιατρείου δομικών καρδιοπαθειών και Καρδιο-ογκολογίας της Α’ Πανεπιστημιακής Καρδιολογικής Κλινικής του Ιπποκράτειου νοσοκομείου των Αθηνών, Κωνσταντίνος Τούτουζας, βρέθηκε το τελευταίο διήμερο στη Μυτιλήνη, καθώς ήταν ομιλητής στο Περιφερειακό Συνέδριο της Ελληνικής Καρδιολογικής Εταιρείας στην οποία έχει τη θέση του Γενικού Γραμματέα.
Ο Καθηγητής κ. Τούτουζας με σπουδαίο ερευνητικό, συγγραφικό και ιατρικό έργο τιμά τον κλάδο της καρδιολογίας στη χώρα μας, παραμένοντας όμως σεμνός ως επιστήμονας και ως άνθρωπος. Δεν θα μπορούσε να γινόταν κι αλλιώς μεγαλώνοντας δίπλα στην εμβληματική προσωπικότητα του πατέρα του, του αείμνηστου Καθηγητή Παύλου Τούτουζα, του πρωτοπόρου της καρδιολογίας στη χώρα μας, του επιστήμονα που εκλαΐκευσε τους επιστημονικούς όρους και τις ορολογίες στη μοναδική ίσως ουσιαστική προσπάθεια που έγινε μέχρι τώρα στην Ελλάδα «να βάλει» την καρδιολογία σε κάθε σπίτι ελληνικής οικογένειας, “χτίζοντας” τη σημασία της πρόληψης για τη μείωση των καρδιαγγειακών νοσημάτων.
Μετά τον αείμνηστο Καθηγητή, Δημήτρη Κρεμαστινό, που είχε τιμήσει με αποκλειστική του συνέντευξη, τα Νέα της Λέσβου, στο προηγούμενο Αιγαιοπελαγίτικο Συνέδριο της Ελληνικής Καρδιολογικής Εταιρείας το 2018 στη Μυτιλήνη, σήμερα αποτελεί μεγάλη τιμή για την εφημερίδα μας η συνέντευξη του Καθηγητή Κωνσταντίνου Τούτουζα και τα όσα εξαιρετικά ενδιαφέροντα αναφέρει στους αναγνώστες μας για την καρδιολογία.
……………………………………………………………………………………………….
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΟΝ ΣΤΡΑΤΗ ΣΑΜΙΩΤΗ
……………………………………………………………………………………………….
-Κύριε καθηγητά είναι ιδιαίτερη τιμή για τον τόπο μας η παρουσία σας στη Λέσβο για το Περιφερειακό Συνέδριο της Ελληνικής Καρδιολογικής Εταιρείας την οποία υπηρετείτε. Έρχεστε πρώτη φορά στη Λέσβο – με την επιστημονική σας ιδιότητα είναι η πρώτη φορά είμαι βέβαιος – ή την έχετε επισκεφθεί ξανά;
«Καταρχάς, θα ήθελα να σας ευχαριστήσω για την τιμητική πρόσκληση να παραχωρήσω συνέντευξη στην εφημερίδα σας. Είναι η πρώτη φορά που βρίσκομαι στη Λέσβο, αφού κατά το παρελθόν οι ανειλημμένες επαγγελματικές μου υποχρεώσεις δεν το είχανε επιτρέψει. Δράττομαι, λοιπόν της ευκαιρίας που μου δίνεται λόγω των εργασιών του Περιφερειακού Συνεδρίου της Ελληνικής Καρδιολογικής Εταιρείας, ώστε να σας επισκεφθώ και να γνωρίσω αυτόν τον ιστορικό τόπο».
-Βλέποντας εμείς οι απλοί πολίτες τις εξελίξεις στην καρδιολογία θα έλεγα πως τα τελευταία 20 – 30 χρόνια είναι πραγματικά θεαματικές και απίστευτες. Θυμάμαι στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του ‘80 τους καρδιολόγους στη Μυτιλήνη να προσπαθούν να κάνουν διάγνωση με… ακτινογραφία! Αδιανόητο με τα σημερινά δεδομένα εδώ που έχει φτάσει η καρδιολογία!
«Η πρόοδος που έχει συντελεστεί τις τελευταίες δεκαετίες είναι αναντίρρητα εντυπωσιακή! Η πρόοδος των τεχνολογικών μέσων, η καλύτερη κατανόηση της παθοφυσιολογίας των καρδιαγγειακών νόσων και η εξέλιξη της φαρμακοθεραπείας έχει συνδράμει καθοριστικά στην πιο έγκαιρη διάγνωση και πιο αποτελεσματική θεραπεία αυτών των νοσημάτων. Αυτό, βέβαια, δεν σημαίνει ότι τα παραδοσιακά μέσα που χρησιμοποιούσαν παλαιότερα στην καρδιολογία έχουν πάψει να υφίστανται. Η πλήρης κλινική εξέταση, συμπεριλαμβανόμενης της ακρόασης του ασθενούς, η μέτρηση της αρτηριακής πίεσης, η διενέργεια ηλεκτροκαρδιογραφήματος και ακτινογραφίας θώρακος συνεχίζουν να έχουν πρώτη θέση στην προσέγγιση του καρδιολογικού ασθενούς».
-Τα τεχνολογικά επεμβατικά και χειρουργικά μέσα, οι νέες θεραπείες έχουν δημιουργήσει ένα διαφορετικό περιβάλλον, ωστόσο κύριε Καθηγητά, τα καρδιαγγειακά νοσήματα συνεχίζουν να αποτελούν την πρώτη αιτία θανάτου ακόμα. Θα ήθελα το σχόλιό σας επ’ αυτού.
«Πράγματι, η επίπτωση της καρδιαγγειακής νόσου εξακολουθεί να είναι δυσβάσταχτη στη σύγχρονη κοινωνία του 21ου αιώνα, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν υφίσταται πρόοδος συγκριτικά με τις προηγούμενες δεκαετίες. Δυστυχώς, η καθιστική ζωή, το κάπνισμα, η έλλειψη άσκησης, η κακή ποιοτικά διατροφή, το έντονο άγχος και η περιβαλλοντική μόλυνση αντιρροπούν σε ένα βαθμό την πρόοδο της Ιατρικής. Η υιοθέτηση ενός υγιεινοδιαιτητικού τρόπου ζωής αποτελεί το πρώτο και πιο βασικό βήμα για την μείωση της καρδιαγγειακής θνητότητας στο μέλλον».
-Έχω ακούσει κύριε Τούτουζα ασθενείς σας από τη Μυτιλήνη να μιλούν με μεγάλη οικειότητα για εσάς. Θα ήθελα, λοιπόν, να μας πείτε δυο λόγια για τη σπουδαία δουλειά που γίνεται στο Ιπποκράτειο.
«Έχοντας ως σπουδαία παρακαταθήκη μια ιστορική διαδρομή άνω των 60 συναπτών ετών από την ίδρυσή της (1958), η Α΄ Πανεπιστημιακή Καρδιολογική Κλινική που στεγάζεται στο Ιπποκράτειο Γενικό Νοσοκομείο Αθηνών αποτελεί τη μεγαλύτερη Μονάδα διαχείρισης καρδιολογικών περιστατικών της χώρας μας. Στην Α’ Καρδιολογική Κλινική νοσηλεύονται περισσότεροι από 4.000 ασθενείς ετησίως και 1.500 ασθενείς στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας Στεφανιαίας Νόσου. Διενεργούνται ανά έτος περίπου 5.000 διαγνωστικοί καθετηριασμοί, 1.300 αγγειοπλαστικές, 400 ηλεκτροφυσιολογικές μελέτες, 1.000 τοποθετήσεις βηματοδοτών – απινιδωτών και περισσότερες από 180 επεμβάσεις δομικών παθήσεων της καρδιάς, συμπεριλαμβανομένων των διαδερμικών αντικαταστάσεων της αορτικής βαλβίδας (TAVI), της επιδιόρθωσης της μιτροειδούς (mitralclip) και της σύγκλεισης μεσοκολπικής επικοινωνίας-ανοικτού ωοειδούς τρήματος».
-Σήμερα το Εθνικό Σύστημα Υγείας πιστεύετε ότι ανταποκρίνεται ικανοποιητικά ως προς την προσαρμογή στα νοσοκομεία των διεθνών εξελίξεων στην καρδιολογία;
«Η οικονομική κρίση που βίωσε η χώρα μας κατά την τελευταία 15ετία, σε συνδυασμό με την πανδημία COVID-19, αποτέλεσαν τροχοπέδη για την εξέλιξη του ΕΣΥ και την πρόοδο της Δημόσιας Υγείας στη χώρα μας. Αν και οι Έλληνες καρδιολόγοι δεν υστερούν σε επίπεδο εκπαίδευσης ή ιατρικών δυνατοτήτων, δυστυχώς, δεν διαθέτουν πάντα τα μέσα ώστε να ασκήσουν την Καρδιολογία στο επίπεδο που ασκείται στο εξωτερικό. Ευελπιστούμε στο μέλλον να μας δοθεί η δυνατότητα να χρησιμοποιούμε πιο εκτενώς τις πιο πρόσφατες τεχνολογίες της Καρδιαγγειακής Ιατρικής, προς όφελος του ασθενούς».
-Έχω την αίσθηση πως, καθώς δεν έχουμε την ευκαιρία να υποβάλουμε ερωτήματα συχνά στον Κωνσταντίνο Τούτουζα, αν ήταν παρόντες οι αναγνώστες μας θα ζητούσαν να σας ρωτήσω “ποιος είναι ο χρυσός κανόνας για να αποφύγει κανείς τη στεφανιαία νόσο;” Υπάρχει τέτοιος ή ο σύγχρονος τρόπος ζωής ουσιαστικά καθιστά αναπόφευκτη, για άλλον λιγότερο, για άλλον περισσότερο την αθηρωματική πλάκα και τη στένωση στις αρτηρίες; Θα πρέπει να δεχθούμε την άποψη που είχε εκφράσει ο αείμνηστος Καθηγητής Δημήτρης Κρεμαστινός στο προηγούμενο Αιγαιοπελαγίτικο Συνέδριο Καρδιολογίας που είχε γίνει στη Μυτιλήνη, σημειώνοντας ότι «όλοι οι πενηντάρηδες λίγο-πολύ έχουμε μία στένωση της τάξης του 50%»; Τελικά η στένωση είναι μονόδρομος;
«Η αθηρωματική νόσος αποτελεί για δεκαετίες αντικείμενο εστιασμένης μελέτης και έρευνας. Είναι, πια, ξεκάθαρο ότι το γενετικό υπόστρωμα και η οικογενειακή προδιάθεση καθορίζουν σε σημαντικό βαθμό την εμφάνιση αθηροσκλήρυνσης και στεφανιαίας νόσου. Αυτοί οι παράγοντες, βέβαια, είναι μη-τροποποιήσιμοι. Υπάρχουν, αντίθετα, παράγοντες κινδύνου για αθηρογένεση και στεφανιαία νόσο που μπορούν να ρυθμιστούν, ώστε να ελαχιστοποιηθεί ο κίνδυνος καρδιαγγειακών συμβαμάτων. Χαρακτηριστικά της αναφέρω ότι η διακοπή του καπνίσματος, η τακτική άσκηση, η μεσογειακή διατροφή και η πρωτογενής φαρμακευτική πρόληψη δύνανται να προλάβουν εντυπωσιακά την εξέλιξη της καρδιαγγειακής νόσου».
-Κύριε καθηγητά πιστεύετε ότι η ανθρωπότητα βρίσκεται κοντά σε μία μέθοδο επεμβατικής αντιμετώπισης της στεφανιαίας νόσου, χωρίς ανοιχτό χειρουργείο (bypass); Και δεν αναφέρομαι φυσικά στη μέθοδο που εφαρμόζεται σήμερα επεμβατικά με διάνοιξη των αρτηριών με μπαλονάκι και χρήση στεντ.
«Τις τελευταίες τρεις δεκαετίες, η επεμβατική καρδιολογία, μέσω της αγγειοπλαστικής των στεφανιαίων αγγείων με τη χρήση ενδοπροθέσεων – stents, έχει συμβάλει καθοριστικά ώστε εκατοντάδες εκατομμύρια ασθενείς να αντιμετωπιστούν επεμβατικά και να αποφύγουν το ανοιχτό χειρουργείο καρδιάς. Χάρη στην πρόοδο της ενδοαγγειακής απεικόνισης, των χρησιμοποιούμενων τεχνικών, της εξέλιξης των ενδοπροθέσεων και της συσσωρευμένης εμπειρίας, η επεμβατική αντιμετώπιση υπερέχει της χειρουργικής στην πλειοψηφία των ασθενών με στεφανιαία νόσο. Στόχος μας αποτελεί πάντοτε η καλύτερη διαχείριση των ασθενών και η αγαστή συνεργασία επεμβατικών καρδιολόγων και καρδιοχειρουργών αποτελεί εχέγγυο προς αυτή την κατεύθυνση. Κατά την προσωπική μου άποψη, η διαχείριση της στεφανιαίας νόσου χωρίς επεμβατική ή χειρουργική αντιμετώπιση θα μπορούσε να είναι εφικτή μόνο μέσω ανάπτυξης καινοτόμων φαρμάκων, που συμβάλλουν στην υποστροφή των αθηρωματικών πλακών των στεφανιαίων αρτηριών».
-Μετά από αγώνες πολλών ετών το νοσοκομείο Μυτιλήνης έχει καταφέρει να λειτουργήσει από το Σεπτέμβριο του 2021, περιστασιακά όμως με στρατιωτικό γιατρό που ταξιδεύει μία φορά την εβδομάδα από την Αθήνα, δικό του Αιμοδυναμικό Εργαστήριο. Επί της ουσίας η μονάδα δεν είναι στελεχωμένη με μόνιμο ιατρικό προσωπικό και θα ήθελα με τη μεγάλη εμπειρία που έχετε πάνω σε αυτά τα θέματα να ρωτήσω, αν κατά την άποψή σας είναι εύκολο ένα τέτοιο εγχείρημα, δηλαδή η λειτουργία μιας τέτοιας μονάδας σε ένα νησιωτικό νοσοκομείο.
«Η λειτουργία ενός αιμοδυναμικού εργαστηρίου, ιδιαίτερα σε ένα ελληνικό ακριτικό νησί, αποτελεί ένα δύσκολο και παράλληλα μεγαλεπήβολο εγχείρημα, η επιτυχία του οποίου θα συμβάλλει στην βελτίωση της παρεχόμενης υγείας τόσο για τους κατοίκους της Λέσβου όσο και των όμορων νησιών. Η παρούσα κατάσταση συμβάλλει μερικώς στην αντιμετώπιση του προβλήματος, αφού μπορούν να διενεργούνται κάποια προγραμματισμένα-εκλεκτικά περιστατικά. Ιδανικά, το Αιμοδυναμικό του Γενικού Νοσοκομείου Λέσβου θα έπρεπε να λειτουργεί σε 24ωρη βάση όλο τον χρόνο, προκειμένου να αντιμετωπίζει τόσο τα οξέα όσο και τα σταθερά περιστατικά τόσο του νησιού όσο και των άλλων γειτονικών. Κάτι τέτοιο, βέβαια, προϋποθέτει την παρουσία εξειδικευμένου ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού, το οποίο θα μπορεί να υποστηρίξει το όλο εγχείρημα. Καταληκτικά, είναι ιδιαίτερα θετικό νέο η λειτουργία του αιμοδυναμικού εργαστηρίου στο νησί σας και ευελπιστούμε την περαιτέρω ενδυνάμωσή του στο άμεσο μέλλον».
-Θα μου επιτρέψετε στα τελευταία ερωτήματα μία μικρή αναφορά στον μεγάλο Παύλο Τούτουζα ως πραγματικά ελάχιστο φόρο τιμής στην προσφορά του. Και μόνο προφέροντας κανείς το όνομά του αισθάνεται δέος. Τι σημαίνει να μεγαλώνει και να διδάσκεται ο επιστήμονας δίπλα στον Παύλο Τούτουζα αλλά και η απώλεια του Καθηγητή και ανθρώπου, ο οποίος της συνεχίζει να ζει μέσα από το έργο του;
«Ο Παύλος Τούτουζας, εκτός από πρωτοπόρος της Καρδιολογίας παγκοσμίως και δάσκαλος εκατοντάδων Ελλήνων καρδιολόγων, είχα την τύχη να είναι και πατέρας μου. Ο Παύλος Τούτουζας αποτελούσε, αποτελεί και θα αποτελεί ένα πρότυπο Ιατρού, Δασκάλου και Ανθρώπου».
-Είχαμε την τιμή να φιλοξενήσουμε τα τελευταία χρόνια της ζωής του πατέρα σας ένα άρθρο του από τη σελίδα της Υγείας στην εφημερίδα μας, μέσω του Ελληνικού Ιδρύματος Καρδιολογίας (ΕΛ.Ι.ΚΑΡ.), για το οποίο έχω άποψη παρακολουθώντας δύο δεκαετίες τη δραστηριότητά του την οποία θεωρώ ανεκτίμητη. Θα ήθελα, λοιπόν, να μας πείτε δυο λόγια για την επόμενη μέρα στο ΕΛ.Ι.ΚΑΡ. χωρίς τον Παύλο Τούτουζα, αλλά και το βάρος που κατά την άποψή μου πέφτει στους δικούς σας ώμους για να συνεχίσετε ένα σπουδαίο έργο για τον άνθρωπο στην πατρίδα μας.
«Ο Παύλος Τούτουζας αποτέλεσε τον θεμελιωτή του ΕΛΙΚΑΡ, ένα ιδιαίτερα πρωτοπόρο ίδρυμα για την εποχή που ιδρύθηκε. Άφησε πίσω του άξιους συνεχιστές, οι οποίοι θα εξακολουθούν να προσφέρουν μέσω του ΕΛΙΚΑΡ στην κοινωνία και τον ασθενή».
-Κύριε καθηγητά, σας ευχαριστώ για την τιμή που μας κάνετε και τη συνέντευξη που μας παραχωρήσατε.
«Εγώ για τη δυνατότητα να απευθυνθώ στους κατοίκους της Λέσβου».