Συγκίνηση προκάλεσε από την Κυριακή το πρωί το άγγελμα του θανάτου του αγαπημένου παλιού ηθοποιού Νίκου Ξανθόπουλου, ο οποίος έφυγε από τη ζωή πλήρης ημερών, σε ηλικία 89 ετών αφήνοντας πίσω του τέσσερα παιδιά και εγγόνια.
Ο Νίκος Ξανθόπουλος, ίσως συνδέθηκε περισσότερο από κάθε άλλο συνάδελφό του με την αγωνία της φτωχολογιάς στη μεταπολεμική Ελλάδα εκφράζοντας μέσα από τις 50 περίπου ταινίες στις οποίες πρωταγωνίστησε (οι περισσότερες της ΚΛΑΚ φιλμ) τον κόσμο της βιοπάλης και της μετανάστευσης, έναν λαό που με όπλο του το ήθος και την ακεραιότητα ευτύχησε να δει στα χέρια του να οικοδομείται η νέα Ελλάδα.
Ο Ξανθόπουλος της Μυτιλήνης
Είναι μικρή η αναφορά των κεντρικών Μέσων Ενημέρωσης για τη σχέση του Ξανθόπουλου με τη Μυτιλήνη κι όμως η γυναίκα της ζωής του, η Εριφύλη Μαντζουράνη, η μάνα των τριών από τα τέσσερα παιδιά του, όχι μόνο κατάγεται από τον τόπο μας, αλλά φρόντισε μέσα από την συμβίωσή της με το μεγάλο ηθοποιό να κάνει τον Νίκο Ξανθόπουλο να αγαπήσει τον τόπο μας, αν και ο ίδιος γέννημα-θρέμμα της Αθήνας, παιδί προσφύγων από τον Πόντο.
Ο Νίκος Ξανθόπουλος είχε κάνει τον πρώτο του γάμο με την ηθοποιό Ελένη Καρπέτα με την οποία απέκτησαν ένα παιδί, ενώ τη δεκαετία του ‘70 παντρεύτηκε την Μυτιληνιά Εριφύλη Μαντζουράνη με την οποία απέκτησαν τρία παιδιά. Αξίζει μάλιστα να σημειώσουμε ότι τα δύο παιδιά του Νίκου Ξανθόπουλου βρέθηκαν μόλις στις 3 Νοεμβρίου στη Μυτιλήνη, όπου παρέστησαν στην κηδεία συγγενικού προσώπου της οικογένειας στο Ναό του Αγίου Γεωργίου στο Πληγώνι. «Εκτός από την εξόδιο ακολουθία παρέστησαν και στον καφέ που ακολούθησε στον χώρο της εκκλησίας μας όπου είχαμε την ευκαιρία να ενημερωθούμε και για τον πατέρα τους, τον μεγάλο ηθοποιό που με τις ταινίες του μεγάλωσαν γενιές και γενιές, αλλά και για την συγχωριανή μας, την Εριφύλη και να στείλουμε τους χαιρετισμούς μας», είπε στα Νέα της Λέσβου ο εφημέριος του Πληγωνίου π. Κλεάνθης.
Το Πληγώνι είναι το χωριό από το οποίο κατάγεται η σύζυγός του Εριφύλη και μάλιστα μέχρι τα προηγούμενα χρόνια η οικογένεια διατηρούσε για δεκαετίες σπίτι στον οικισμό πάνω στον κεντρικό δρόμο, σε μικρή απόσταση από το Ναό του Αγίου Γεωργίου, όπου διέμεναν τα καλοκαίρια που έρχονταν στον τόπο μας για διακοπές.
Το σπίτι πουλήθηκε τα προηγούμενα χρόνια, ενώ οι κάτοικοι του Πληγωνίου θυμούνται τον Νίκο Ξανθόπουλο με νοσταλγία, καθώς όπως έλεγαν χθες μιλώντας στην εφημερίδα μας «είχε ανεβάσει και θεατρικές παραστάσεις στον τόπο μας», έχοντας να λένε για την απλότητά του: «Δεν τον ξεχώριζες ότι ήταν μεγάλος ηθοποιός, είχε το μεγαλείο του ανθρώπου, παιδί του λαού, όπως τον βλέπαμε στον κινηματογράφο».
Όπως ανέφεραν κάτοικοι του Πληγωνίου στα Νέα της Λέσβου, η είδηση τη δεκαετία του ‘70 του γάμου της Εριφύλης με τον Ξανθόπουλο ήταν ένα μεγάλο γεγονός, καθώς ο ηθοποιός μεσουρανούσε στον κινηματογράφο αλλά και στο τραγούδι, το οποίο ακολούθησε μετά το σινεμά. Οι δυο τους λέγεται πως γνωρίστηκαν σε εστιατόριο όπου συναντιόνταν για φαγητό, ο καθένας με την παρέα του και εκεί φαίνεται πως έγινε η πρώτη γνωριμία, καθώς η Εριφύλη ζούσε και εργαζόταν στην Αθήνα.
Να αναφέρουμε ότι η κουνιάδα του ηθοποιού, η αδελφή της Εριφύλης συνεχίζει να είναι κάτοικος του Πληγωνίου ακόμα και στις μέρες μας.
Τα τελευταία χρόνια με την σύζυγό του ο μεγάλος ηθοποιός είχαν δώσει όλο τους το είναι στο αγρόκτημα που είχαν αγοράσει στα Σπάτα, όπου η Εριφύλη φαίνεται να είχε φυτέψει τα πάντα και αυτός ο μικρός κήπος της Εδέμ ήταν ένας τόπος ξεκούρασης για τον Νίκο Ξανθόπουλο, που πέρασε τα τελευταία χρόνια της ζωής του κλαδεύοντας και φυτεύοντας, έχοντας κοντά του τους αγαπημένους του φίλους και την οικογένειά του.
Αν και μεγαλώνοντας είχε πια πολλά χρόνια να έρθει στη Μυτιλήνη ο ίδιος δεν ξέχασε τον τόπο μας αναπολώντας τις αναμνήσεις του από εκείνα τα καλοκαίρια. Ο Νίκος Ξανθόπουλος, αν και σε μεγάλη ηλικία, ήταν ενεργός στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και συγκεκριμένα στο Facebook. Ο ίδιος μέσα από το Facebook είχε γράψει για τα καλοκαίρια στη Μυτιλήνη αναρτώντας μάλιστα και μία φωτογραφία από τις εποχές του παρελθόντος, που έκαναν νέοι με τη σύζυγό του διακοπές μαζί με τα παιδιά τους. Όπως γράφει: «Τα καλοκαίρια πηγαίναμε πάντοτε στη Μυτιλήνη. Εκεί στην Νεάπολη και μέχρι πέρα από τ’ αεροδρόμιο, ίσαμε του Σιφναίου κι ακόμα πιο πέρα στης Μπότζαινας και τον Άγιο Ερμογένη έφτανε η χάρη μας. Να κολυμπήσουμε με τα παιδάκια, να χαρούνε τη θάλασσα και εμείς να χαρούμε αυτά και λιοψημένοι και θεονήστικοι ν’ ανηφορήσουμε για το Πληγώνι, το χωριό της Εριφύλης που μας περίμενε η γιαγιά Ειρήνη με τα υπέροχα φαγητά της. Αυτή την Ελλάδα θέλουνε ν’ απαρνηθούμε, να μην εδιαφερόμαστε για τα παιδιά μας και τα εγγόνια μας, να γίνουμε Ευρωπαίοι, ψυχροί οδηγούμενοι μόνο από τη λογική να ‘ρθούμε, στα μέτρα τους. Μέχρι τότε αφήστε με ν’ αδιαφορώ, σαν τον Γιωργάκη που δεν συμμορφώνεται με τη φωτογραφία που τραβάνε κι απλώνει το χεράκι του στον ουρανό χαιρετώντας τ’ αεροπλάνο της Ολυμπιακής που έρχεται…»