Ο δήμος Μυτιλήνης έκανε το πρώτο του βήμα προς την ψηφιακή εποχή, εντασσόμενος επίσημα στην εφαρμογή «MyStreet», μια πλατφόρμα που αφορά στη διαχείριση και χρήση κοινόχρηστων χώρων από τα καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος. Η είδηση επιβεβαιώθηκε χθες από τον Αντιδήμαρχο Περιβάλλοντος του Δήμου Μυτιλήνης, Χρήστο Τσιβγούλη, ο οποίος σημείωσε ότι ήδη 16 επιχειρήσεις έχουν ενταχθεί στην εφαρμογή, ανοίγοντας τον δρόμο για μια πιο οργανωμένη και διαφανή διαχείριση.
Το ζήτημα δεν ήρθε ως έκπληξη στην τοπική κοινωνία. Είχε ήδη αναδειχθεί εκτενώς από τα Νέα της Λέσβου, τα οποία, είχαν φιλοξενήσει τόσο τις δηλώσεις του ίδιου του αντιδημάρχου όσο και του προέδρου του Σωματείου Καταστηματαρχών Εστίασης και Αναψυχής «ΑΣΠΙΔΑ», Φώτη Κουλουμαριέτου. Το σχετικό δημοσίευμα είχε ανοίξει τον διάλογο για το αν και κατά πόσο η εφαρμογή θα δώσει λύσεις σε χρόνια προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι επαγγελματίες αλλά και ο Δήμος στην καθημερινή διαχείριση των κοινόχρηστων χώρων.
Ο κ. Τσιβγούλης, θέλοντας να δείξει συνέπεια σε σχέση με όσα είχε αναφέρει παλαιότερα στα Νέα της Λέσβου, δήλωσε: «Υλοποιήσαμε σε πιο σύντομο χρονικό διάστημα τα όσα είχα υποστηρίξει στα Νέα της Λέσβου κι αφορούν στην είσοδο του Δήμου Μυτιλήνης στην εφαρμογή MyStreet. Ήδη έχουν μπει 16 μαγαζιά της Μυτιλήνης κι ευελπιστούμε ότι το επόμενο διάστημα θα μπουν κι άλλα. Ακόμη είμαστε σε διαβούλευση μετά τα όσα υποστήριξε ο πρόεδρος του Σωματείου ΑΣΠΙΔΑ για να επιλύσουμε τυχόν προβλήματα τόσο στην πόλη της Μυτιλήνης, όσο και στις τουριστικές περιοχές του Δήμου Μυτιλήνης, στις οποίες οι καταστηματάρχες κάνουν χρήση των κοινόχρηστων χώρων».
Η τοποθέτηση αυτή αποτυπώνει δύο βασικά δεδομένα: Αφενός ότι η δημοτική αρχή κινήθηκε ταχύτερα από το αναμενόμενο, αφετέρου ότι η ένταξη στο MyStreet βρίσκεται ακόμα στην αρχή, με σημαντικά ζητήματα να παραμένουν ανοιχτά.
Η θέση του Σωματείου «ΑΣΠΙΔΑ»
Ο πρόεδρος του σωματείου, Φώτης Κουλουμαριέτος, είχε επισημάνει με δήλωσή του στα Νέα της Λέσβου «την ανάγκη η εφαρμογή να μην αντιμετωπιστεί απλώς ως γραφειοκρατική διευκόλυνση, αλλά να συνοδευτεί από έναν ουσιαστικό διάλογο με τους επαγγελματίες». Όπως είχε σημειώσει, οι καταστηματάρχες θέλουν να έχουν λόγο στην εφαρμογή κανόνων που επηρεάζουν άμεσα τη λειτουργία τους και την καθημερινή τους δραστηριότητα, ειδικά σε περιοχές με έντονη τουριστική κίνηση.
Η τοποθέτησή του βρήκε απήχηση, καθώς αρκετοί επαγγελματίες φοβούνται ότι χωρίς την απαραίτητη προσαρμογή της εφαρμογής στις τοπικές ανάγκες, η MyStreet μπορεί να εξελιχθεί σε ένα εργαλείο που θα δυσκολέψει, αντί να διευκολύνει.
Παρά τη θετική εκκίνηση, είναι σαφές ότι η είσοδος του Δήμου Μυτιλήνης στη MyStreet έχει ακόμη πολύ δρόμο μπροστά της. Η εφαρμογή δεν αφορά μόνο στην πόλη της Μυτιλήνης, αλλά και στα τουριστικά χωριά του δήμου Μυτιλήνης, όπου η χρήση των κοινόχρηστων χώρων είναι πολύ πιο έντονη και συχνά πιο περίπλοκη. Χωριά, όπως το Πλωμάρι, η Αγιάσος, η Θερμή και άλλοι προορισμοί πρέπει να ενταχθούν, ώστε το σύστημα να αποκτήσει συνοχή και να επιτελέσει τον πραγματικό του σκοπό.
Η επέκταση αυτή, ωστόσο, απαιτεί συντονισμό, διαβούλευση και κυρίως διάθεση συνεργασίας από όλες τις πλευρές. Από τη δημοτική αρχή, τους επαγγελματίες και τις τοπικές κοινότητες. Το γεγονός ότι ο αντιδήμαρχος Περιβάλλοντος μιλά για «διαβούλευση» δείχνει πως η δημοτική αρχή αντιλαμβάνεται τις προκλήσεις και δεν επιθυμεί να επιβάλει λύσεις μονομερώς. Το σχετικό ρεπορτάζ των Νέων της Λέσβου είχε καταγράψει εγκαίρως τη δυναμική και τις δυσκολίες του ζητήματος, τόσο για τη δημοτική αρχή όσο και για τους επαγγελματίες, ώστε να εκφράσουν τις θέσεις τους και να ενημερωθεί η κοινωνία. Η συνέχεια που δόθηκε με την υλοποίηση όσων δηλώθηκαν αποδεικνύει τη σημασία στην προώθηση του δημόσιου διαλόγου και στη διασφάλιση διαφάνειας.
Η είσοδος του Δήμου Μυτιλήνης στην εφαρμογή MyStreet είναι ένα πρώτο σημαντικό βήμα προς τη σύγχρονη διαχείριση των κοινόχρηστων χώρων και την ενίσχυση της διαφάνειας. Ωστόσο, τα 16 καταστήματα που έχουν ενταχθεί αποτελούν μόνο την αρχή. Το μεγάλο στοίχημα είναι η επέκταση της εφαρμογής σε ολόκληρο τον δήμο Μυτιλήνης κι ιδιαίτερα στα τουριστικά χωριά, όπου οι ανάγκες είναι διαφορετικές και πιο απαιτητικές.



