Στο ευαγγέλιο της Κυριακής (Λκ. η΄ 27-39) βρισκόμαστε στη χώρα των Γαδαρηνών. Εκεί υπάρχει ένας πολίτης που πάσχει απ’ τα δαιμόνια. Τον πλησιάζει ο Κύριος και τον θεραπεύει. Όπως μας λέει το ευαγγέλιο, τα δαιμόνια εισήλθαν στους χοίρους, με αποτέλεσμα να πέσουν απ’ τον γκρεμό. Οι κάτοικοι της περιοχής, φοβούμενοι γι’ αυτό που τους συνέβη, αλλά και εξαιτίας της καταστροφής που υπέστησαν, παρ’ όλο που θεραπεύτηκε ο αδερφός τους, ζητούν απ’ τον Κύριο ν’ απομακρυνθεί. Στο τέλος, βλέπουμε το εξής παράδοξο: ο ένας, ο πρώην δαιμονιζόμενος, να ζητάει ν’ ακολουθήσει τον Κύριο, ενώ οι κάτοικοι της χώρας ζητούν ν’ απομακρυνθεί.
Θα ρωτήσει κάποιος: «Γιατί συμβαίνει αυτό;». Είναι απλό: όταν βόσκεις χοίρους, δηλαδή όταν «βόσκεις πάθη», είναι ενοχλητική η παρουσία του Κυρίου. Σου χαλάει τη δουλειά και τη βόλεψη. Προκαλεί εντύπωση πως, αντί οι άνθρωποι να χαρούν με τη θεραπεία του αδελφού τους, εκείνοι μένουν κλεισμένοι στον εαυτό τους και στο συμφέρον τους. Διώχνουν τον Κύριο γιατί τους αποκαλύπτει τη «γύμνια» τους και έναν άλλο τρόπο ζωής.
Η βάση, κατά τους Πατέρες μας, κάθε αμαρτίας είναι η φιλαυτία και το κλείσιμο στον εαυτό μας. Ο άνθρωπος έτσι αδυνατεί να συνάψει σχέσεις με τους συνανθρώπους του. Ποιο είναι το εντυπωσιακό με τον θεραπευμένο πρώην δαιμονισμένο; Ότι ενώ αυτός θέλει να γίνει μαθητής Του, ο Χριστός του λέει να επιστρέψει στη χώρα του, μιας και η θεραπεία του αποκάλυπτε έναν άλλο τρόπο ζωής που είχε «χρέος» να μεταδώσει στους κατοίκους της περιοχής.
Αυτό είναι πολύ σημαντικό. Η ουσία της πνευματικής ζωής είναι να μπορώ να βγαίνω απ’ τον εαυτό μου και να νοιάζομαι για τον άλλον. Όσο είμαι κλεισμένος στον εαυτό μου, τόσο περισσότερο καταδικάζω την ύπαρξή μου και απαρνούμαι τον ίδιο μου τον εαυτό. Οι περισσότεροι άνθρωποι, αν όχι όλοι, ασχολούμαστε με ιδεολογήματα και φαντασιώσεις και, μάλιστα, τα χαρακτηρίζουμε «ομολογία πίστεως». Ποτέ, όμως, δεν έχουμε ακούσει και δει ανθρώπους να έχουν μια αγωνία για τον πλησίον τους, να έχουν μπει σ’ αυτό το «κυνήγι» του Θεού. Μας αρέσει να μένουμε σε ομολογίες πίστης «εξωτερικές» και χωρίς ουσία, διότι δεν ομολογεί η καρδιά μας την εμπειρία του Χριστού, που είναι βίωμα και ενδιαφέρον για τον άλλον άνθρωπο.
Άραγε, δεν είμαστε και εμείς πολίτες αυτής της χώρας των Γαδαρηνών που αφορίζουμε τον Κύριο; Αυτό χρειάζεται να μας προβληματίσει. Αν θέλουμε να δούμε αν έχουμε πραγματική αναζήτηση και εμπειρία του Χριστού, ας θέσουμε ορισμένα ερωτήματα στον εαυτό μας: «Με ενδιαφέρει ο άλλος; Ή ο άλλος μπορεί να γίνει η αφορμή να χαλάσει η δουλειά μου και η βόλεψή μου;». Αυτό είναι το ουσιώδες της πνευματικής ζωής που μαρτυρεί το γνήσιο χριστιανικό φρόνημα.
Τι άλλο κάνει ο Κύριος; Τι λέει στον θεραπευμένο; «Πήγαινε στην πατρίδα σου να δουν αυτό που έγινε, ώστε να καταλάβουν ότι υπάρχει τρόπος να σταματήσουν να βόσκουν χοίρους και «πάθη». Ο τρόπος είναι η έξοδος απ’ τον εαυτό τους». Υπάρχει και κάτι άλλο πολύ πιο σημαντικό που δεν το δίνουμε ιδιαίτερη σημασία: στέλνει τον θεραπευμένο στη χώρα των Γαδαρηνών, σ’ αυτούς τους ανθρώπους που είναι εγωκεντρικοί και φίλαυτοι, για ν’ ασκηθεί εκεί κοντά τους. Αυτό μας δείχνει πως ο τρόπος για να φανεί η γνησιότητα της πνευματικής μας ζωής είναι να μπορούμε να κάνουμε με «στριμμένους ανθρώπους». Να μη νοιώθουμε θιγμένοι του τύπου: «Πού να πάω εγώ μ’ αυτούς που δε νοιάστηκαν για μένα; Σ’ αυτούς που νοιάστηκαν για τους χοίρους και όχι για εμένα; Πού με στέλνεις Κύριε; Τόσα τράβηξα στη ζωή μου, θα τραβήξω και άλλα απ’ αυτούς;».
Η γνήσια εμπειρία του Χριστού φαίνεται αν δεν είμαι παραπονιάρης, αν δεν είμαι γκρινιάρης, αν δεν είμαι προσβεβλημένος και μπορώ και κάνω και στη χώρα των Γαδαρηνών μ’ αυτούς τους ανθρώπους τους ιδιοτελείς. Αν εγώ λέω ότι «είμαι του Χριστού», αλλά δεν μπορώ να σχετίζομαι με τον διαφορετικό και τον εχθρό μου, με αποτέλεσμα να βγάζω γκρίνια και παράπονα, δεν είμαι άνθρωπος που πραγματικά έχω θεραπευτεί. Δηλαδή, δεν είμαι άνθρωπος που έλαβα πραγματικά πείρα της αγάπης του Θεού.
Γι’ αυτό το λόγο τον στέλνει ο Κύριος πίσω. Του λέει: «Πήγαινε σ’ αυτούς που δε σε αγαπούν. Εκεί θα φανεί η απόδειξη ότι πραγματικά θεραπεύτηκες, ότι είσαι ένας κοινωνικός άνθρωπος και δε ζεις πλέον στις ερήμους. Αυτό μαρτυρεί τη θεραπεία σου. Όμως, η θεραπεία είναι ολοκληρωμένη αν μπορείς και κάνεις και μ’ αυτούς που δε σε γουστάρουν».
Όλα αυτά ακούγονται ωραία. Θα πει κάποιος: «Πώς εγώ μπορώ να λάβω εμπειρία αυτού του βιώματος; Δηλαδή, να με νοιάζει ο δυσκολεμένος άνθρωπος και ο «στριμμένος»;». Την απάντηση μας τη δίνει ο απόστολος Παύλος μέσα απ’ το λόγο του. Παραθέτει ο απόστολος την εμπειρία που έλαβε απ’ τον Χριστό. Αναφέρει πως, ενώ δίωκε την Εκκλησία, εμφανίζεται αποκαλυπτικά ο Κύριος και τον κάνει «απόστολο των Εθνών» και λαμβάνει τη χάρη. Εδώ, όμως, είναι το πιο σημαντικό σημείο. Ο απόστολος Παύλος δεν πήγε κατευθείαν, μετά την εμπειρία που είχε, να το παίξει «κήρυκας» και «δάσκαλος», αλλά πρώτα, τρία χρόνια πήγε στην Αραβία, πήγε στην ερημιά και μετά συνάντησε τον Πέτρο και τους άλλους αποστόλους.
Αυτό μας δείχνει ότι η χάρις του Θεού, αν προηγουμένως δεν έχουμε έρθει σ’ επαφή με την καρδιά μας, αν δεν τα έχουμε βρει με τον εαυτό μας, είναι άσκοπη και άνευ σημασίας. Άρα, τι μας λέει ο απόστολος Παύλος; «Αν δεν έχεις σχέση με τον εαυτό σου, με κανέναν άνθρωπο δε μπορείς να έχεις σχέση. Αν δεν τα βρεις με τον εαυτό σου, με κανέναν δε μπορείς να τα βρεις. Οπότε, απόκτησε επαφή με την καρδιά σου. Ησύχασε, προσευχήσου, μετανόησε, δώσε χρόνο στον εαυτό σου και στον Χριστό να γίνει αυτή η «πνευματική γέννα» μέσα σου και να έρθει η χάρις του Θεού».
Μόνο στο ποσοστό που είμαστε ο εαυτός μας μπορούμε να συναντήσουμε το Θεό. Αλλιώς, σαν δεν ξέρουμε ποιοι είμαστε, πώς θα Τον γνωρίσουμε; Με μάσκες γνωριμίες δε γίνονται. Μόνο πρόσωπο προς πρόσωπο. Πρέπει να είσαι για να γίνεις. Δυστυχώς, η πνευματική μας ζωή έχει καταντήσει εξωτερικά πράγματα. Γενικά, μια κατάσταση με πολλά ψυχολογικά προβλήματα, πολλούς εγωισμούς και πληγές. Όμως, η υγιής στάση απαιτεί προσωπικό χρόνο και σχέση βιωματική με τον Χριστό. Προσωπικός χρόνος ώστε ν’ ακούσουμε την καρδιά μας, να ησυχάσουμε, να τα βρούμε με τον εαυτό μας, να έρθει η χάρις και ν’ αποκτήσουμε συνείδηση Χριστού. Ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος αναφέρει: «Η σκάλα που οδηγεί στον παράδεισο είναι μέσα στην καρδιά σου».
Εφόσον συμβεί αυτό και αρχίσει ο άνθρωπος να ξέρει πού βρίσκεται, να βρει τον εαυτό του, να βρει τον Χριστό δηλαδή, τότε, μπορεί και ελευθερώνεται και είναι ικανός να σχετίζεται με κάθε άνθρωπο. Έτσι, φεύγει απ’ τα εξωτερικά σχήματα, δεν τον προβληματίζει τίποτα, καμιά αγωνία και ταραχή, αλλά ειρηνεύει γιατί βλέπει και ακούει πίσω απ’ τα φαινόμενα την ουσία των πραγμάτων και των γεγονότων. Το σημαντικότερο; Μπαίνει σε μια διαδικασία να μπορεί να σχετίζεται με κάθε άνθρωπο.
Ο Κύριος, λοιπόν, μ’ αυτή την ενέργειά του μάς δείχνει πως το τεκμήριο της γνησιότητας του εν Χριστώ βιώματός μας είναι αν μπορέσουμε και σπάσουμε τους όρους της ιδιοτέλειας και τους συμφέροντός μας και αρχίσουμε να νοιαζόμαστε για τον κάθε αδελφό μας, γνωστό ή άγνωστο, και συμμεριζόμαστε την κατάστασή του. Μπαίνουμε σε μια διαδικασία εξόδου απ’ το δικό μας συμφέρον, εξόδου απ’ τη βόλεψή μας, με αποτέλεσμα να του δίνουμε απλόχερα τις συνθήκες να βρει και αυτός την υγεία του.
*Ο Γρηγόρης Δουμούζης είναι Θεολόγος, MSc Θεολογίας, Φοιτητής Κοινωνιολογίας Πανεπιστημίου Αιγαίου