Το μεγάλο μας πρόβλημα: Το «εγώ» μας

Spread the love

Του Γρηγόρη Δουμούζη – Θεολόγου, MSc Θεολογίας, Κοινωνιολόγου

Στο ευαγγέλιο της Κυριακής (Μτ. θ΄ 27-35) ο Χριστός θεραπεύει δύο τυφλούς που με πίστη το ζητήσανε. Στη συνέχεια, μέσα ακριβώς απ’ αυτόν τον πλούτο της αγάπης Του, θεραπεύει και έναν κωφό δαιμονιζόμενο. Ο λαός, συγκλονισμένος απ’ αυτές τις πράξεις του Χριστού, έλεγε: «Κανένας άλλος άνθρωπος δεν υπήρξε που να έκανε τέτοια θαυμαστά πράγματα». Το λογικό και αυτό που, ίσως, θα περιμέναμε όλοι, ήταν ν’ «ανοίξουν τις καρδιές τους» και να Τον προσκυνήσουν. Κι, όμως, δεν συνέβη αυτό. Ήρθαν οι Φαρισαίοι, ως αμφισβητίες, και κατόρθωσαν και βρήκαν ένα λόγο ώστε να απορρίψουν τον Κύριο. Είπαν πως όλα αυτά τα πραγματώνει με τη βοήθεια του άρχοντα του δαιμονίων.

Σίγουρα, μας προκαλεί έκπληξη αυτός ο λόγος των Φαρισαίων. Ποια είναι, όμως, η έκπληξη; Ο Χριστός σίγουρα κάνει θαυμαστά πράγματα και, επομένως, περιμένουμε όλοι να Τον πιστέψουν. Κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει, όμως, μιας και βρίσκουμε λόγο να Τον αμφισβητήσουμε. Ολοφάνερη και ζωντανή είναι η παρουσία του Θεού, ολοφάνερο το θαύμα του, όπως στο ευαγγέλιο, αλλά ο άνθρωπος που δεν έχει καλή θέληση, βρίσκει ένα λόγο για να αρνηθεί το θαύμα και περαιτέρω την ίδια την παρουσία του Θεού. Γιατί συμβαίνει αυτό; Διότι έχουμε το «δώρο» της ελευθερίας, η οποία μας παρέχει τη δυνατότητα είτε να προσκυνήσουμε, είτε να απορρίψουμε το Θεό. 

Τι φαίνεται απ’ αυτό; Ότι όλη η ιστορία να αποδεχτώ τον Κύριο έχει να κάνει αποκλειστικά και μόνο με τη δική μου θέληση και τη δική μου ελευθερία. Ορισμένοι άνθρωποι λένε: «Ας μου αποκαλυφθεί ο Θεός και εγώ θα Τον πιστέψω». Το δυσάρεστο αυτής της κατάστασης είναι πως σε αυτούς τους ανθρώπους και ν’ αποκαλυφθεί ο Θεός, δεν θα πιστέψουν. Όταν βάζουμε τέτοια διλήμματα και εξαναγκασμούς στον ίδιο τον Κύριο, το μόνο που επικρατεί και κυριαρχεί είναι το «εγώ» μας. Το «εγώ» αποτελεί την αιτία να αρνηθούμε το θαύμα, να αρνηθούμε την έκπληξη και τις θαυμαστές ενέργειες του Κυρίου. Οι ίδιοι οι Φαρισαίοι, μέσω του «εγώ» τους, δημιούργησαν μια θρησκευτικότητα, μέσα στην οποία δικαιώνονταν. Έρχεται ο Κύριος και τους την γκρεμίζει, βγάζοντάς τους απ’ την πλαστή πραγματικότητά τους. 

Το «εγώ» ήταν αυτό που τους κρατούσε δέσμιους στο δικό τους κόσμο. Τι σημαίνει πρακτικά αυτό το «εγώ»; Σημαίνει: «Εγώ θα ελέγξω αν είσαι Θεός και εγώ θα ελέγξω αν είναι θαυμαστό αυτό που έκανες. Θαυμαστό είναι ό,τι ικανοποιεί τη δική μου λογική, τη δική μου αντίληψη και τα δικά μου δεδομένα. Μόνο αυτά δέχομαι. Ό,τι ξεφεύγει απ’ αυτά, τα απορρίπτω». Άρα, ποιος είναι ο δεκτικός στον Κύριο; Ο ταπεινός άνθρωπος. Ποιος είναι ο «ταπεινός»; Αυτός που «ανοίγεται», αυτός που «βγαίνει απ’ τον εαυτό» του και παραδίδεται στο θέλημα του Κυρίου. Αυτή είναι η μιζέρια μας. Το μεγαλύτερό μας πρόβλημα είναι η ισχυρογνωμοσύνη, μια βεβαιότητα που μας οχυρώνει και ό,τι ταυτίζεται με αυτή τα δεχόμαστε, ό,τι την γκρεμίζει τα απορρίπτουμε. Είναι πραγματικά φοβερό και τραγικό αυτό.

Απ’ τη μια, λοιπόν, υπάρχει ο «ανοιχτός» άνθρωπος, δηλαδή ο άνθρωπος που αλλοιώνεται, και απ’ την άλλη ο «σκληρός», όπως οι Φαρισαίοι. Για τους Φαρισαίους το κριτήριο της αλήθειας είναι αποκλειστικά και μόνο αυτό που οι ίδιοι αντιλαμβάνονται, αυτό που οι ίδιοι γνωρίζουν. Αυτός ο άνθρωπος δεν εξελίσσεται. Είναι μεγάλο λάθος να θεωρούμε πως η πνευματικότητά μας κρίνεται απ’ τα εξωτερικά μέτρα, πόσες μετάνοιες και πόσες νηστείες κάνουμε. Το κριτήριο είναι ένα: «Πόσο μπορεί να αλλοιωθεί η καρδιά μας, να γίνει ευαίσθητη και να αντιληφθεί τη χάρη του Θεού». Εμείς οι χριστιανοί σήμερα έχουμε διαχωρίσει τους ανθρώπους σε «καλούς» και «κακούς», στους «έτσι» και στους «αλλιώς». Ξεχνάμε πως όλοι οι άνθρωποι μπορούν να μεταβληθούν μέσα στη χάρη του Θεού. Σίγουροι δεν μπορούμε να είμαστε για κανέναν άνθρωπο. Η μετάνοια μπορεί το δαίμονα να τον κάνει άγγελο. 

Ουσιαστικά, αυτό που αντιλαμβανόμαστε μέσα απ’ την ευαγγελική περικοπή είναι το εξής: Ο Κύριος είναι ολοφάνερος εδώ μπροστά μας, αλλά Τον αρνείται το «εγώ» μας. Του λέμε: «Το «εγώ» μου θα ελέγξει αν είσαι Θεός, το «εγώ» μου θα ελέγξει αν είναι θαύμα αυτό που έκανες». Φυσικά, και σ’ αυτόν τον άνθρωπο είναι παρών ο Θεός, αλλά Τον αρνείται. Ολόκληρος ο Θεός να του αποκαλυφθεί, όλοι οι άγγελοι, όλοι οι άγιοι, αν εκλείπει η καλή θέληση, πάλι θα βρεθεί ο τρόπος να αρνηθεί το Θεό. Στην αντίπερα όχθη, ο χαρούμενος άνθρωπος είναι ο πνευματικός άνθρωπος. Για ποιο λόγο; Γιατί ο χαρούμενος μπορεί και βλέπει παντού και πάντα την παρουσία του Θεού. 

Ακόμη και εκεί που οι άνθρωποι είναι εναντίον του, εκεί που τον αδικούν, εκεί που τον χλευάζουν, βρίσκει τρόπο και καταλαβαίνει πως όλα αυτά είναι ένα «όχημα» που τον πάει προς τον ουρανό. Εμείς τις περισσότερες φορές βλέπουμε τις δυσκολίες ως «εμπόδιο», επειδή είμαστε «κλεισμένοι» στον εαυτό μας. Η χαρά, η ευχαριστία και η ευγνωμοσύνη είναι στοιχεία του ανθρώπου που λατρεύει το Θεό, πιστεύει σ’ Αυτόν και βλέπει παντού το θαύμα, ακόμη και εκεί που δεν το βλέπουν οι άλλοι. Ο μίζερος, ο κακομοίρης και ο γκρινιάρης άνθρωπος είναι ο «δαιμονισμένος», μεταφορικά, άνθρωπος. Ποιος είναι ο «δαιμονισμός» του; Ο «εγωισμός» του. 

Χρειάζεται να καταλάβουμε πως είμαστε όλοι εξελίξιμοι, αρκεί να αξιοποιήσουμε το «δώρο» της ζωής που μας έδωσε ο Κύριος στο εδώ και τώρα. Ν’ αρνηθούμε το «σκότος» του εγωισμού μας, ν’ αλλοιωθούμε όλοι και «ν’ ανοιχθούμε» στο Θεό. Μ’ αυτό τον τρόπο θα μπορούμε να βλέπουμε παντού την παρουσία του Χριστού. Άλλωστε, ποια είναι η αρχή της πνευματικής ζωής; Η αίσθηση της διαρκούς παρουσίας του Θεού στη ζωή μας. Ο Θεός είναι διαρκώς παρών στη ζωή μας. 

Όταν το συνειδητοποιήσω αυτό, δεν θα προσβάλω τον εαυτό μου, δεν θα προσβάλω τον αδερφό μου και δεν θα προσβάλω το μυστήριο της ζωής. Πότε το προσβάλλω; Με τη μελαγχολία της βεβαιότητας του εγωισμού μου. Πότε το δικαιώνω; Με την ελπίδα και την ελευθερία που χαρίζει εμπιστοσύνη και «άνοιγμα» στο έλεος του Θεού. Αυτή είναι η ουσία και η «τεχνική» της πνευματικής ζωής.

Μείνετε ενημερωμένοι με τα πιο σημαντικά νέα

Πατώντας το κουμπί Εγγραφή, επιβεβαιώνετε ότι έχετε διαβάσει και συμφωνείτε με τηνΠολιτική Απορρήτου και τουςΌρους Χρήσης
Διαφήμιση