Το Ρουσέλλειο Δημοτικό Θέατρο Μυτιλήνης: Ένας αρχιτεκτονικός θησαυρός και κέντρο πολιτισμού

Spread the love

του Παράσχου Μανιάτη*

Εισαγωγή

Στην καρδιά της πόλης, δίπλα στον Δημοτικό Κήπο, το Δημοτικό Θέατρο Μυτιλήνης παραμένει ένας ζωντανός οργανισμός πολιτισμού. Από την έναρξη λειτουργίας του μέχρι σήμερα, στέγασε θεατρικές παραστάσεις, συναυλίες, διαλέξεις και συνέδρια, αποτελώντας σημείο συνάντησης καλλιτεχνών και κοινού. Η σημασία του δεν περιορίζεται σε έναν ρόλο «σκηνής», αλλά αγγίζει την ταυτότητα και τη συλλογική μνήμη των Μυτιληνιών.

Ιστορική διαδρομή (1949-1968)

Η ιστορία του θεάτρου ξεκινά με τη βούληση του ευεργέτη Γρηγορίου Ρουσέλλη, ο οποίος το 1949 όρισε με ιδιόγραφη διαθήκη τον Δήμο Μυτιλήνης κληρονόμο, ζητώντας να ιδρυθεί, μεταξύ άλλων έργων, και δημοτικό θέατρο. Ακολούθησαν χρονοβόρες διαδικασίες, οικονομικές ρυθμίσεις και τεχνικές μελέτες. Τα εγκαίνια πραγματοποιήθηκαν την 1η Μαρτίου 1968 και η πρώτη παράσταση δόθηκε την επόμενη ημέρα από το Εθνικό Θέατρο με τον «Ταρτούφο» του Μολιέρου, επισημοποιώντας την είσοδο της πόλης σε μια νέα εποχή πολιτιστικής δραστηριότητας. 

Αρχιτεκτονική και λειτουργίες

Το κτίριο ανήκει στη μεταπολεμική, λειτουργική αρχιτεκτονική: Καθαρές γραμμές, λιτή διακόσμηση και έμφαση στην άνεση θεατών και καλλιτεχνών. Η αίθουσα διαθέτει περίπου 485 θέσεις σε αμφιθεατρική διάταξη, ενώ η σκηνή είναι κυκλική και περιστρεφόμενη, ιταλικής κατασκευής, επιτρέποντας ευέλικτες σκηνοθετικές λύσεις. Στα παρασκήνια υπάρχουν ευρύχωρα καμαρίνια και βοηθητικοί χώροι, το φουαγιέ φιλοξενεί κατά καιρούς εκθέσεις, και στο ισόγειο λειτουργεί καφετέρια για το κοινό. Η υποδομή οπτικοακουστικών και μεταφραστικών συστημάτων επιτρέπει τη χρήση του θεάτρου ως σύγχρονου συνεδριακού κέντρου, ενισχύοντας τον ρόλο του και στον πολιτιστικό τουρισμό. 

Ανακαινίσεις, αδειοδοτήσεις και τρέχουσες παρεμβάσεις

Κατά τη δεκαετία του 1990 ολοκληρώθηκε γενική ανακαίνιση, η οποία βελτίωσε τις υποδομές και την ασφάλεια του χώρου. Ωστόσο, μόνο το 2020 το θέατρο απέκτησε το πλήρες πιστοποιητικό ενεργητικής πυροπροστασίας και την αναγκαία άδεια λειτουργίας, γεγονός που κατέστησε θεσμικά ομαλή τη συνέχιση της χρήσης του. Η εξέλιξη αυτή επιβεβαιώθηκε τόσο από τον Δήμο Μυτιλήνης όσο και από τον περιφερειακό Τύπο. 

Τα τελευταία χρόνια, ο Δήμος προωθεί ένα πακέτο ενεργειακής αναβάθμισης και ριζικής ανακαίνισης του κτιρίου, με στόχευση τη μείωση του ενεργειακού αποτυπώματος και την αναβάθμιση φωτισμού, κλιματισμού, εξαερισμού και κουφωμάτων. Παράλληλα, υλοποιούνται βελτιώσεις σε βοηθητικούς χώρους, όπως τα καμαρίνια, ώστε το θέατρο να ανταποκρίνεται στις σύγχρονες ανάγκες φιλοξενίας θιάσων και εκδηλώσεων. 

Ο «αρχιτέκτονας» στην πράξη: Μελέτες και ονομαστικές αποδόσεις

Στα διαθέσιμα δημόσια τεκμήρια δεν τεκμηριώνεται ονομαστικά ένας μελετητής-αρχιτέκτονας για το αρχικό κτίριο που εγκαινιάστηκε το 1968· η κατασκευή του αποδίδεται στη βούληση του ευεργέτη Γρηγορίου Ρουσέλλη και στις τεχνικές υπηρεσίες του τότε Δήμου Μυτιλήνης, χωρίς επίσημη δημοσιευμένη αναφορά σε συγκεκριμένο αρχιτέκτονα. Είναι σημαντικό να αποσαφηνιστεί ότι ο τοπικός αρχιτέκτονας Αργύρης Αδαλής, όσο κι αν τιμά την αρχιτεκτονική μνήμη της Λέσβου, δεν είχε σχέση με το μεταπολεμικό αυτό έργο, το οποίο ανήκει σε άλλη περίοδο και αισθητική. Για νεότερες αρχιτεκτονικές παρεμβάσεις στο κτίριο, έχει καταγραφεί δημόσια ο αρχιτέκτονας Νίκος Βερβενιώτης, ο οποίος υπέγραψε τον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό συγκεκριμένης παρέμβασης ευπρεπισμού και ανάδειξης, που υλοποιήθηκε με τη συνδρομή του Ιδρύματος Ρουσέλλη. Η αναφορά αυτή αφορά νεότερες εργασίες και όχι τον αρχικό σχεδιασμό του 1960-1968. 

Ρόλος στην πόλη και στην οικονομία

Πέρα από τη σκηνή, το θέατρο λειτουργεί ως κόμβος κοινωνικής ζωής. Το ευρύ ρεπερτόριο – από κλασικό και σύγχρονο θέατρο έως συναυλίες, χορό, παιδικές παραστάσεις και αφιερώματα -ενεργοποιεί κοινότητες διαφορετικών ηλικιών. Οι εκδηλώσεις προσελκύουν επισκέπτες από όλη τη Λέσβο και τα γύρω νησιά, στηρίζοντας την τοπική οικονομία σε περιόδους χαμηλής τουριστικής κίνησης. Η δυνατότητα συνεδρίων και ημερίδων ενισχύει την εξωστρέφεια και δημιουργεί μια γέφυρα ανάμεσα στον πολιτισμό, την εκπαίδευση και την έρευνα.

Το Δημοτικό Θέατρο και το Αρχαίο Θέατρο: Δύο διαφορετικά μνημεία

Συχνά, σε διαδικτυακές αναφορές, συγχέεται το σύγχρονο Δημοτικό Θέατρο με το εμβληματικό Αρχαίο Θέατρο Μυτιλήνης, μνημείο ελληνιστικών-ρωμαϊκών χρόνων στον λόφο της Αγίας Κυριακής. Πρόκειται για δύο εντελώς διαφορετικά «θέατρα»: Το σύγχρονο (1968) είναι κλειστό αστικό θέατρο-συνεδριακό κέντρο, ενώ το αρχαίο είναι ανοιχτό λίθινο θέατρο μεγάλης κλίμακας σε αρχαιολογικό χώρο, με δική του ιστορική και επιστημονική βιβλιογραφία. Η διάκριση αυτή είναι κρίσιμη για την κατανόηση της εξέλιξης της θεατρικής αρχιτεκτονικής στη Μυτιλήνη.

Προκλήσεις και προοπτικές

Οι τωρινές προκλήσεις σχετίζονται με την ενεργειακή θωράκιση, την προσβασιμότητα ΑμεΑ, την αναβάθμιση του σκηνικού εξοπλισμού και την ψηφιακή μετάβαση (π.χ. live streaming, σύγχρονα συστήματα ήχου και φωτισμού). Η επιτυχία των παρεμβάσεων προϋποθέτει σταθερή χρηματοδότηση, τεχνικό σχεδιασμό με σεβασμό στην υφιστάμενη αρχιτεκτονική και διαρκή διάλογο με τους επαγγελματίες του πολιτισμού. Στρατηγικά, η αξιοποίηση του θεάτρου ως «πολυχώρου» με εκπαιδευτικά εργαστήρια, φιλοξενία residencies και συμπαραγωγές μπορεί να πολλαπλασιάσει την πολιτιστική του εμβέλεια.

Το μέλλον του Δημοτικού Θεάτρου Μυτιλήνης: Προοπτικές και προκλήσεις

 Το Δημοτικό Θέατρο Μυτιλήνης έχει μπροστά του ένα λαμπρό μέλλον, ως ένας χώρος πολιτισμού που θα συνεχίσει να εμπνέει, να ψυχαγωγεί και να ενώνει τους ανθρώπους. Με την υποστήριξη της τοπικής κοινωνίας, των φορέων και των καλλιτεχνών, το θέατρο μπορεί να διατηρήσει τον ιστορικό του χαρακτήρα και να εξελιχθεί σε ένα σύγχρονο κέντρο καλλιτεχνικής δημιουργίας, συμβάλλοντας στην πολιτιστική ανάπτυξη της Λέσβου και της Ελλάδας.

Ευκαιρίες:

Τοπική κοινωνία: Η ενεργός συμμετοχή της τοπικής κοινωνίας στις δραστηριότητες του θεάτρου είναι απαραίτητη για την επιτυχία του. Η δημιουργία ενός αισθήματος ιδιοκτησίας και υπερηφάνειας για το θέατρο μπορεί να ενισχύσει τη στήριξη και τη συμμετοχή των πολιτών.

*Ο Παράσχος Μανιάτης είναι  καθηγητής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, κάτοχος 5 διδακτορικών διπλωμάτων από Σουηδικά και Αμερικανικά Πανεπιστήμια στους κλάδους: Logistics για Μηχανικούς, Μάνατζμεντ για Μηχανικούς, Οικονομικά & Χρηματοοικονομικά, Πολιτικές Επιστήμες & Δημόσιες Σχέσεις και Μαέστρος Μουσικής. Δίδαξε 41 χρόνια σε 9 δημόσια Πανεπιστήμια και 3 ιδιωτικά Πανεπιστήμια σε έξι χώρες

Μείνετε ενημερωμένοι με τα πιο σημαντικά νέα

Πατώντας το κουμπί Εγγραφή, επιβεβαιώνετε ότι έχετε διαβάσει και συμφωνείτε με τηνΠολιτική Απορρήτου και τουςΌρους Χρήσης
Διαφήμιση